Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

Για την Ελληνικη Γλώσσα

Διαβάζω στο taxeaven.gr προβληματισμό σχετικά με "Ομηρική διάλεκτος ... η Αγγλική ... ή μήπως όχι" και αντιγράφω για τους φίλους μου:

Το «Νενικήκαμεν» και το «Τετέλεσται» μόνο στα Ελληνικά μπορούν να εκφραστούν μονολεκτικώς .

Μόνο στην Ελληνική γλώσσα υπάρχουν αυτοπαθείς αντωνυμίες, η ευκτική ….

Μόνο η Ελληνική έχει τη δυνατότητα να διαχωρίζει με τόση ακρίβεια το νοώ , από το εννοώ, εισνοώ, εκνοώ, προσνοώ, προνοω, ανανοώ, κατανοώ, διανοώ, μετανοώ, παρανοώ, αμφινοώ, επινοώ, περινοώ, υπονοώ, υπερνοώ, προσκατανοω, συνεννοούμαι κ.λ.π.

Μόνο η Ελληνική διαχωρίζει διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα , το ατύχημα από το δυστύχημα , το συμφέρον από το ενδιαφέρον , τον επιβάτη από τον αναβάτη , τον διαβάτη από τον παραβάτη …

Μόνο η Ελληνική διαχωρίζει τον βίο από τη ζωή , την αγάπη από τον έρωτα .

Μόνο η Ελληνική διαθέτει τις λέξεις πατρίς , νόστος και νοσταλγία με τόση ακριβολογία της έννοιας των … 

 

 

Κων/νος Τσάτσος : ( Γλώσσα και Έθνος )

« Όσο πιο προηγμένος είναι ο πολιτισμός ενός έθνους, τόσο πιο πλούσιες σε προϊστορία και συνεπώς σε ουσία, είναι οι λέξεις της γλώσσας …

Με την γλώσσα μεταδίδουμε λογικούς συνειρμούς και διεγείρουμε συναισθήματα… Κάθε λαός έχει την γλώσσα που του αξίζει . Στη γλώσσα, όπως και στα τραγούδια του εναποθηκεύεται ο πολιτισμός του … είναι ο αδιάψευστος μάρτυρας της ιστορικής του συνείδησης και της ιστορικής του συνέχειας . Το σημαντικότερο πιστοποιητικό ότι είμαστε ένα Γένος αδιάσπαστο στην συνέχεια του, από τον Όμηρο ως σήμερα, είναι ακριβώς αυτή η ενότητα της γλώσσας . … Ένας λαός χωρίς ιστορία , και με περιορισμένες πολιτικές επιδόσεις , μπορεί να πει : « εγώ γράφω ό,τι ο προφορικός λόγος μου υπαγορεύει».

Όσο για μένα, εγω δηλώνω ότι είμαι και θέλω να είμαι μπρος σε όλους αυτούς τους ρηξικέλευθους , καθυστερημένους ξεπερασμένος αγράμματος . Και τα είμαι όλα αυτά γιατί η ιστορία της γλώσσας μου είναι η ψυχή της ψυχής μου. Γιατί είμαι Έλληνας με μια «θεωρία» πίσω μου αιώνων . Αρνούμαι να αποβάλω αυτό το βάρος και αυτήν την τιμή …»

Μόνο μέσα από αυτή τη γλώσσα εξακολουθούμε να υπάρχουμε, να σκεπτόμαστε και να ενεργούμε κατά τρόπο Ελληνικό, συντάσσοντας και εκφέροντας τον λόγο μας σύμφωνα με τις προδιαγραφές και τις εγγεγραμμένες καταβολές τις οποίες φέρουμε και μεταφέρουμε εδώ και χιλιετίες . Πόσες χιλιετίες χρειάστηκε να φτάσει η γλώσσα μας στην εκπληκτική τελειότητα της Ομηρικής επικής διαλέκτου και την αξεπέραστη δομή του λόγου του Θουκυδίδου .

Η λέξη «δυσαριστοτόκεια» από το θρήνο της Θέτιδος για τον Αχιλλέα είναι μια εκθαμβωτική Ομηρική λέξη . Είναι από μόνη της ένα πένθιμο άσμα , ένα μιρολόι … «Η επί κακώ τον άριστον τετοκυία, δύστηνος άριστον τεκούσα..» , «…ως αν τις είποι επί διχοστασία εύτεκνον..»

Ο μεγάλος Κωστής Παλαμάς γράφει :

« Χρωστάμε σ όσους ήρθανε, θαρθούνε, θα περάσουν.

Κριτές θα μας δικάσουν οι αγένητοι, οι νεκροί».

 ********************** 

«Μου δόθηκε να γράψω, αγαπητοί φίλοι, σε μια γλώσσα που μιλιέται μόνον από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων. Παρ' όλα αυτά μια γλώσσα που μιλιέται επί χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και με ελάχιστες διαφορές.... H παράλογη αυτή, φαινομενικά, διάσταση αντιστοιχεί και στην υλικοπνευματική οντότητα της χώρας μου. Που είναι μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου. Και το αναφέρω αυτό όχι για να υπερηφανευτώ, αλλά για να δείξω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας ποιητής, όταν χρησιμοποιεί για τα πιο αγαπημένα πράγματα τις ίδιες λέξεις που χρησιμοποιούσαν μια Σαπφώ ή ένας Πίνδαρος π.χ., χωρίς ωστόσο να έχει το αντίκρισμα που είχαν εκείνοι πάνω στην έκταση της πολιτισμένης ανθρωπότητας. Εάν η γλώσσα αποτελούσε ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δε θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως να αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις»

Οδυσσέας Ελύτης

Βραβείο Νόμπελ 1979 

 

Σημείωση: Στους καιρούς που ζούμε, τους εξωνημένους κι επικίνδυνους, καλό είναι να πιανόμαστε από όπου μπορούμε! Από ζωντανούς και πεθαμένους, από ρίζες, σπίθες, σπόρους, πνεύματα, προθέσεις, προοπτικές. Πρό πάντων ας αποκλείσουμε το σκοτάδι, την ηττοπάθεια και την δουλικότητα.

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

Κρίστοφερ Κινγκ, ένας σύγχρονος διασώστης της ελληνικής δημοτικής μουσικής,

Διαβάζω εδώ: https://www.huffingtonpost.gr/kinonia/christopher-king-i-ellines-prepi-na-empistefthoun-ton-eafto-tous-ke-na-niosoun-sigouri-me-afto-pou-ine/ το άρθρο που υπογράφει ο Δημοσθένης Γκαβέας για τον Christopher King: «Οι Έλληνες πρέπει να εμπιστευθούν τον εαυτό τους και να νιώσουν σίγουροι με αυτό που είναι», και σας το μεταφέρω αυτούσιο λόγω της μεγάλης σημασίας των λεγομένων του σημαντικού αυτού ανθρώπου.

Ο Κρίστοφερ Κινγκ, Αμερικανός μουσικός της folk και σύγχρονος διασώστης της ελληνικής δημοτικής μουσικής, ηχογράφησε μια συλλογή 28 ακυκλοφόρητων παραδοσιακών ηπειρωτικών και μιλάει για την αγάπη του για την Ελλάδα αλλά και το σταυροδρόμι που βρίσκεται η χώρα στο δίλημμα: περισσότερη παγκοσμιοποίηση ή δημιουργική ενδοσκόπηση;

To «Why The Mountains Are Black»(Γιατί είναι Μαύρα τα Βουνά) – Primeval Greek Village Music: 1907 – 1960» είναι μια συλλογή 28 ακυκλοφόρητων παραδοσιακών ηπειρωτικών και όχι μόνο, που έχουν ηχογραφηθεί σε Ελλάδα, Νέα Υόρκη και Σικάγο. Πρόκειται για μια συλλογή από σπάνιους δίσκους 78 στροφών του παραγωγού και βραβευμένου με Grammy Christopher King (Κρίστοφερ Κινγκ). Η δισκογραφική που ανέλαβε την κυκλοφορία, είναι η Third Man Records του Jack White.

Ο  Kristopher King παρουσιάζει, όπως γράφει η εταιρεία παραγωγής, το «άλφα και το ωμέγα της ελληνικής δημοτικής μουσικής». Πρόκειται όπως τονίζει για μουσική που διευρύνει το μυαλό. Ορισμένες φορές ακούγεται αρχέγονη ή σαν free jazz, doom folk, αιθέρια και υπερβατική.

Είναι εντυπωσιακό ότι ο Κρίστοφερ Κινγκ επέλεξε για τίτλο της συλλογής του το τραγούδι «Γιατί είναι Μαύρα τα Βουνά» καθώς το ίδιο κομμάτι είχε επιλέξει το 1915 ο μεγάλος Γερμανός ποιητής και φιλόσοφος Γκαίτε για να εξηγήσει στους διανοούμενους της εποχής το μεγαλείο της ποίησης του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού.

Στη συνέντευξη έπειτα από απαίτηση του ίδιου ο πληθυντικός ευγενείας καταργήθηκε και συνομιλήσαμε στον ενικό.

Με έχει εντυπωσιάσει και όχι μόνο εμένα αλλά πολλούς αυτό που έκανες. Πες μου λίγο την ιστορία πως ξεκίνησες, που βρήκες τους δίσκους.

Την πρώτη μου επαφή με την ελληνική δημοτική μουσική την είχα πριν από επτά χρόνια σ’ ένα ταξίδι μου στην Κωνσταντινούπολη. Μια ημέρα επισκέφθηκα την ασιατική μεριά της Πόλης, μια περιοχή που την αποκαλούν η αγορά του φωνογράφου. Εκεί σ’ ένα κατάστημα βρήκα έξι – επτά παλιούς δίσκους των 78 στροφών, ξέρεις από αυτούς που ακούγανε οι παππούδες μας. Εκεί σε αυτή τη στοίβα υπήρχαν δίσκοι με μουσική από τη Νότια Αλβανία και την Ήπειρο. Μεταξύ αυτών των δίσκων υπήρχαν και δύο του Κίτσου Χαρισιάδη. Φυσικά δεν είχα τα μέσα για να τους ακούσω και τους είχα αφημένους έτσι όπως ήταν τυλιγμένοι στο δωμάτιο του ξενοδοχείου για δύο εβδομάδες. Μέχρι δηλαδή που επέστρεψα στην Αμερική. Όμως, με το που επέστρεψα στις ΗΠΑ και μπήκα στο σπίτι, δεν χρειάστηκαν πάνω από πέντε λεπτά για να τους ξετυλίξω, να τους πλύνω και να αρχίσω να τους ακούω.

Επαναλαμβάνεις, κατά κάποιον τρόπο, όσον αφορά το ενδιαφέρον σου για την ελληνική δημοτική μουσική, τα βήματα που έκαναν κάποιοι άλλοι πριν από αιώνες. Πρόσφατα άκουσα την ιστορία με τον πρέσβη της Αυστρίας στην Κωνσταντινούπολη στα μέσα του 16ου αιώνα που μάζεψε 47 δημοτικά τραγούδια, ορισμένα εκ των οποίων έφταναν και πριν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Επίσης, ο Γκαίτε είχε πει για το δημοτικό τραγούδι ότι το βρίσκει «τόσο λαϊκό, αλλά και τόσο δραματικό, τόσο επικό και τόσο λυρικό, που αντίστοιχό του δεν υπάρχει στον κόσμο». Μάλιστα το 1815 μάζεψε στο σπίτι του ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων της εποχής για να τους μιλήσει για το δημοτικό τραγούδι και τους είπε : «Οι εικόνες αυτού του τραγουδιού, του ελληνικού δημοτικού, είναι εκπληκτικές. Φανταστείτε να βάζει δυο βουνά να μαλώνουν μεταξύ τους! Φανταστείτε έναν αετό να μιλάει με το κομμένο κεφάλι του κλέφτη! Φανταστείτε ένας κλέφτης να λέει να του κόψουν το κεφάλι, για να μην το πάρουν οι Τούρκοι, αλλά και να μην το πουν στην αρραβωνιαστικιά του! Αλλά σας αφήνω τελευταίο και ένα άλλο τραγούδι, το οποίο είναι το κορυφαίο», τους είπε και τους διάβασε το μοιρολόι «Ο Χάρος με τους αποθαμένους» δηλαδή αυτό που έχεις βάλει για τίτλο στη συλλογή σου. Κι έρχεσαι τώρα, 191 χρόνια έπειτα από τον Γκαίτε, να μας μιλήσεις για το ίδιο τραγούδι, για την ίδια μουσική...

Γιατ’ είναι μαύρα τα βουνά και στέκουν βουρκωμένα;

Μην άνεμος τα πολεμά; Μήνα βροχή τα δέρνει;

Ούδ΄ άνεμος τα πολεμά κι ούδέ βροχή τα δέρνει.

Μόν’ εδιαβαίνει ο Χάροντας με τους αποθαμένους.

Σέρνει τους νιους από μπροστά, τους γέροντας κατόπι,

τα τρυφερά παιδόπουλα στη σέλλα αραδιασμένα.

Παρακαλούν οι γέροντες, τ’ αγόρια γονατίζουν:

Κόνεψε, Χάρο, σε χωριό, κόνεψε καν σε βρύση,

να πιουν οι γέροντες νερό κι οι νιοι να λιθαρίσουν

και τα μικρά παιδόπουλα να μάσουνε λουλούδια».

«Όχι, χωριά δεν θέλω εγώ, σε βρύσες δεν κονεύω,

έρχονται οι μάνες για νερό, γνωρίζουν τα παιδιά τους,

γνωρίζονται τ΄ αντρόγυνα και χωρισμό δεν έχουν»…

Ναι, η ιστορία κάνει πολύ μεγάλους κύκλους.

Την ήξερες την ιστορία με τον Γκαίτε;

Όχι στην αρχή, στην πορεία μου είπε την ιστορία ένας Έλληνας φίλος και μάλιστα μου έστειλε και σημειώσεις να διαβάσω…

Αλήθεια γιατί διάλεξες το «Μαύρα είναι τα Βουνά» ως τίτλο για τη συλλογή σου;

Ήταν το τρίτο κομμάτι από τη συλλογή του δίσκου και πρόκειται για ένα μοιρολόι από την Πελοπόννησο (μου το λέει στα ελληνικά) το οποίο είχε ηχογραφηθεί τον 18ο αιώνα και όπως είπες ο Γκαίτε είχε μιλήσει για το ίδιο ακριβώς κομμάτι. Όμως ήταν σημαντικό για εμένα, γιατί ξεκίνησε ως φωνητικό μοιρολόι και αργότερα έγινε και χορευτικό κομμάτι.  Αυτό λοιπόν το κομμάτι για εμένα συμβολίζει τη μεταβίβαση των συναισθημάτων (transferance),την αγνότητα και τη δύναμη του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού. Έχει κάτι το θεραπευτικό αυτή η μουσική στην κοινότητα. Είναι, σα να λένε, μεταξύ άλλων: «Τι να κάνουμε για να ξορκίσουμε αυτό το κακό ή τα κακά που φέρνει η ζωή; Ας χορέψουμε!» Αυτό ήταν και το βασικό συναίσθημα που με ώθησε να επιλέξω αυτόν τον τίτλο.


Πώς αντιλαμβάνονται αυτή τη μουσική οι συμπατριώτες σου;

Θα σας πω. Έγινε μια εκδήλωση πριν από δύο χρόνια στη Νέα Υόρκη με αφορμή την έκδοση της μουσικής συλλογής. Την εκδήλωση οργάνωσε το περιοδικό Paris Review και κάποια στιγμή τους έπαιξα το φημισμένο Ηπειρώτικο μοιρολόι του Αλέξη Ζουμπά. Ο χώρος ήταν κατάμεστος, περίπου 150 άτομα μιλούσαν μεταξύ τους, επικρατούσε οχλοβοή και εγώ τους παίζω το μοιρολόγι και επικρατεί νεκρική σιωπή. Όταν τελείωσε το κομμάτι όλοι τους ήταν εκστασιασμένοι, είχαν μείνει κυριολεκτικά με το στόμα ανοιχτό. Αυτή είναι η συνήθης αντίδραση των ανθρώπων που ακούνε το συγκεκριμένο κομμάτι. Τους τραβά ακαριαία την προσοχή, τους μαγνητίζει, τους υπνωτίζει.

Που το αποδίδεις αυτό;

Στο οικείο και στο ανοίκειο. Η μουσική είναι μια παγκόσμια γλώσσα, οικουμενική. Σε αυτή τη γλώσσα οι άνθρωποι ακούν κάτι που τους είναι οικείο και στην προσπάθεια τους να καταλάβουν τη διάταξη που έχουν οι νότες, δηλαδή στην προσπάθειά τους να συγκεντρωθούν και να καταλάβουν, να μεταφράσουν τη μουσική εκεί είναι που υπνωτίζονται. Το ίδιο πράγμα συνέβη και σε εμένα όταν επέστρεψα από την Κωνσταντινούπολη και άκουσα για πρώτη φορά τους δίσκους με την ελληνική δημοτική μουσική που είχα αγοράσει. Επρόκειτο για μια τελείως διαφορετική διάταξη στις νότες. ‘Ηταν κάτι ξένο και εγώ παθιάζομαι γιατί προσπαθώ να βρω πως λειτουργεί, να καταλάβω τη δομή πίσω από τη μουσική, το μουσικό αποτέλεσμα. Και είναι πολύ σημαντικό αυτό για εμένα ιδίως όσον αφορά στην ελληνική μουσική.

Λειτουργούσε και παιδαγωγικά

Ναι! (το λέει στα ελληνικά).

Διακρίνω ότι προσεγγίζεις αυτή τη μουσική με φιλοσοφική διάθεση.

Μα είναι φιλοσοφικό το ενδιαφέρον μου! Θα σας το εξηγήσω. Είναι γνωστό και ξεκάθαρο σε όλους πως η φιλοσοφία γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στην Ελλάδα. Εκεί  μελέτησαν αυτά που δεν είναι εκ πρώτης όψεως ορατά, είναι αδιαμφισβήτητο αυτό. Δεύτερον, όταν σκέφτομαι για την ελληνική μουσική, τόσο γενικά, όσο και ειδικά, όταν δηλαδή επικεντρώνομαι σε μια περιοχή όπως την Ήπειρο, ή σε συγκεκριμένους καλλιτέχνες όπως ο Χαρισιάδης ή ο Ζουμπάς, τους προσεγγίζω όχι με ένα στεγνό κλινικό, βαρετό, ακαδημαϊκό ενδιαφέρον, αλλά αντίθετα τους προσεγγίζω προσπαθώντας να κατανοήσω υπαρξιακά ζητήματα και προβλήματα που τελικά αφορούν τόσο τη δική τους ύπαρξη, όσο και τη δική μου.

«Έχει κάτι το θεραπευτικό αυτή η μουσική στην κοινότητα, είναι σαν να λένε, μεταξύ άλλων, τι να κάνουμε για να ξορκίσουμε αυτό το κακό ή τα κακά που φέρνει η ζωή, ας χορέψουμε..»

Να σας πω ένα παράδειγμα: Ο Αλέξης Ζουμπάς κάποια στιγμή ήρθε μετανάστης στη Νέα Υόρκη, στις αρχές του περασμένου αιώνα. Όταν άρχισα να μελετώ τη μουσική του, μου έδωσε την εντύπωση ότι είχαν επέλθει κάποιες αλλαγές στο τρόπο που έπαιζε. Ήταν ένας παραδοσιακός καλλιτέχνης, αλλά όταν ήλθε στην Αμερική εκτέθηκε και σε άλλα μουσικά είδη, τόσο από την ευρύτερη περιοχή της Ελλάδας αλλά και της Μικράς Ασίας, όσο και από την Αμερική.  Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να υπάρξει μια ελαφριά αλλαγή στον τρόπο που έπαιζε.

Με αυτό που μου λες αν και το δημοτικό τραγούδι έχει κάνει τον ιστορικό του κύκλο, δεν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε απομεινάρι του παρελθόντος, λείψανο. Πιστεύεις ότι θα μπορούσε να γίνει μια μεταφυσική γέφυρα που να μας φέρει σε επαφή με την ανθρωπιά μας και το είναι μας;

Ναι, για εμένα το δημοτικό τραγούδι είναι ένα άυλο πνευματικό κεφάλαιο, ένα ανεκτίμητο περιουσιακό στοιχείο που έχετε στην Ελλάδα και είναι καθαρά δικό σας. Ο κόσμος έρχεται στη Ελλάδα και βλέπει τα αρχαία, πάει στα νησιά, όμως η μουσική είναι άυλη δεν μπορείς να την κρατήσεις στα χέρια σου πρέπει να εμπλακείς με αυτή για να τη νιώσεις και αυτό από μόνο του την κάνει (τη δημοτική μουσική) ακόμη πιο εύθραυστη από τα αρχαία μνημεία του παρελθόντος.

Μου μιλήσες για τις θεραπευτικές ιδιότητες του δημοτικού τραγουδιού. Ξέρεις ότι δημοτικό προέρχεται από το δήμος (λαός) και τραγούδι από την τραγωδία, η οποία λειτουργούσε καθαρτικά στις ψυχές των θεατών, των πολιτών, του λαού. Βλέπετε αυτή τη συνέχεια μέσα στους αιώνες;

Ω ναι, μπορώ να δω τη συνέχεια! Μιλάμε για μια μουσική που επιβίωσε από τα δεινά της τουρκοκρατίας, άντεξε καθ’ όλη τη διάρκεια της και αναδύθηκε σχετικά απαράλλαχτη. Ο Αριστοτέλης θα μιλούσε για τη ψυχοδυναμική επίδραση της μουσικής, θα  έλεγε πως όταν ακούς τη μουσική να παίζεται άρτια, με τον σωστό τρόπο και για τον σωστό σκοπό και την ακούς με την ανάλογη  προσοχή, τότε αυτή η μουσική μπορεί να διεγείρει και ανασυντάξει ανάλογα  τα συναισθήματά σου, προς τη σωστή οδό. Έτσι αντιλαμβάνομαι εγώ την κάθαρση, ξεμπλέκει όλη την κακία που είναι μέσα μας και μας αναμορφώνει.

Μια άλλη διαπίστωση που θα ήθελα να μου σχολιάσεις. Στο δημοτικό τραγούδι τόσο η ζωή και ο έρωτας, είναι άμεσα συνδεδεμένα με τον θάνατο, ο οποίος αποκαλείται με την αρχαία του ονομασία «χάρος». Επίσης δεν υπάρχει αναφορά σε παράδεισο ή κόλαση, δεν υπάρχει η ενοχή με την δυτική έννοια. Όμως υπάρχει ένας κάτω κόσμος, γκρίζος, όμοιος με αυτόν που επισκέφθηκε ο Οδυσσέας στη Νέκυια, στη ραψωδία της Οδύσσειας, για να πάρει χρησμό που θα τον βοηθήσει να γυρίσει στην Ιθάκη.

Βέβαια, φυσικά και το έχω παρατηρήσει και αυτό είναι μια από τις αρετές, από τις αξίες του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού ενστερνίζεται τη ζωή και το θάνατο με ίσους όρους.


Προ ημερών στα email που ανταλλάσσαμε μου είπες πως έπαιξες τη συλλογή με τα δημοτικά στα κεντρικά της Third Man Records στο Νάσβιλ και μου εξέφρασες τον ενθουσιασμό σου για το γεγονός ότι συγκεντρώθηκαν πάρα πολλοί Έλληνες δεύτερης γενιάς που δεν είχαν ξανακούσει αυτή τη μουσική και μάλιστα σου είπαν πως ήταν σαν το γάλα της μάνας!

Ναι, ναι ενθουσιάστηκαν, δεν την είχαν ξανακούσει αυτή τη μουσική, δεν ήταν η μουσική που έχουν στο σπίτι και ακούν οι γονείς τους. Και όμως τους χτύπησε, τους χτύπησε κάτι μέσα τους. Ήταν σαν να τους ενεργοποίησε κάτι γενετικό, θα μπορούσαμε να πούμε την ελληνικότητα τους, αν και θα υποστήριζα πως πρόκειται για κάτι πανανθρώπινο.

«Tο δημοτικό τραγούδι είναι ένα άυλο πνευματικό κεφάλαιο, ένα ανεκτίμητο περιουσιακό στοιχείο που έχετε στην Ελλάδα και είναι καθαρά δικό σας. Ο κόσμος έρχεται στη Ελλάδα και βλέπει τα αρχαία, πάει στα νησιά, όμως η μουσική είναι άυλη δεν μπορείς να την κρατήσεις στα χέρια σου πρέπει να εμπλακείς με αυτή για να τη νιώσεις και αυτό από μόνο του την κάνει (τη δημοτική μουσική) ακόμη πιο εύθραυστη από τα αρχαία μνημεία του παρελθόντος»

Στην Ελλάδα έχουμε αρκετούς νέους που έχουν γυρίσει την πλάτη στην παραδοσιακή μας μουσική, θεωρώντας τη οπισθοδρομική, εκτιμώντας πως δεν έχει να τους πει πλέον τίποτα. Επίσης και πολλά πανηγύρια έχουν χάσει την αθωότητα τους. Εσύ έρχεσαι συχνά. Πώς το αντιλαμβάνεσαι αυτό;

Στη Βίτσα τα πανηγύρια είναι σχεδόν τέλεια. Οι μουσικοί παίζουν αριστοτεχνικά, το χωριό βρίσκεται σε αρμονία με τη μουσική και το γλέντι, όμως οι ενισχυτές και τα ηχεία είναι αυτά που χαλάνε την ποιότητα. Τα παλιά χρόνια έπαιζαν δύο ή τρεις ορχήστρες, ανάλογα με τον κόσμο. Μακάρι να μπορούσα να τους πείσω να μην παίζουν με ενισχυτές ή τουλάχιστον να προβαίνουν στην κατάλληλη ρύθμιση, που να μην αλλοιώνει τον ήχο.

Στο άλλο σκέλος της ερώτησης, για παράδειγμα στο Ζαγόρι, η μουσική είναι σχετικά αγνή, καθαρή, δεν υπάρχει εκφυλισμός του ήχου ή του στυλ με το οποίο παίζεται η μουσική. Ωστόσο σε κάποιες άλλες περιοχές κάτι έχει χαθεί και αυτό που παίζουν θα το αποκαλούσα ηπειρώτικη μουσική για ασανσέρ. Εξαρτάται λοιπόν ποιες περιοχές επισκέπτεσαι, και ναι το έχω διαπιστώσει αυτό που είπες για την απαξίωση της παραδοσιακής σας μουσικής από αρκετούς Έλληνες.

Έχουμε υψηλή ποίηση και μουσική, αριστουργήματα που δημιουργήθηκαν από πάμφτωχους και αγράμματους, και σήμερα που έχουμε τα πάντα αδυνατούμε να δημιουργήσουμε λαϊκό πολιτισμό τέτοιου επιπέδου. Πού το αποδίδεις;

Ενδιαφέρουσα ερώτηση... Πώς να απαντήσω;... Πιστεύω ότι για να ανακτήσει το στάτους που είχε η Ελλάδα, ακόμη και αυτό πριν από 100 χρόνια, θα πρέπει να απορρίψει αυτό που έρχεται από το εξωτερικό, την εμπορευματοποίηση, την εμποροκρατία και να επικεντρωθεί στις αξίες που ήδη έχει . Συμφωνώ μαζί σου ότι αν κοιτάξουμε στο παρελθόν, θα δούμε ανθρώπους που δεν είχαν επίσημη παιδεία και δημιουργούσαν αριστουργήματα και το κατάφερναν αυτό γιατί εμπιστεύονταν τον εαυτό τους, εμπιστεύονταν την κουλτούρα τους και τις αξίες τους. Δυστυχώς, σήμερα τον 21ο αιώνα, και όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού στο κόσμο, όλοι θέλουν να είναι μοντέρνοι, να είναι κατά κάποιο τρόπο Ευρωπαίοι ή Αμερικάνοι και αντιγράφουν συμπεριφορές και κουλτούρες. Πρόκειται για τραγικό λάθος.


Ξέρω ότι γράφεις ένα βιβλίο για την ηπειρώτικη μουσική, όσο ψάχνεις και μελετάς δεν αλλάζεις, δεν διαμορφώνεται η ψυχολογία σου; Να τολμήσω να ρωτήσω; Μήπως γίνεσαι λίγο Έλληνας;

(Γέλια) Όσο γράφω και ερευνώ και ακούω τη μουσική, γίνομαι όλο και πιο εμμονικός και εύχομαι για τη στιγμή που θα επιστρέψω στην Ήπειρο. Σκέφτομαι πως θα βελτιώσω τα ελληνικά μου έτσι ώστε να νιώθω πιο άνετα όταν βρίσκομαι εκεί.  Σου μιλάω ειλικρινά και δεν υπερβάλλω, όταν είμαι στην Ήπειρο, όταν φτάνω στο χωριό κάθε χρόνο νιώθω πως κουβαλάω τα μισά μου χρόνια, νιώθω απόλυτα υγιής, είμαι απαλλαγμένος από κάθε άγχος και στεναχώρια, τα πάντα είναι τέλεια. Και όταν δουλεύω για τη συγγραφή του βιβλίου, κυριολεκτικά  αισθάνομαι την ανάγκη να επιστρέψω στα πάτρια εδάφη (home soil), θέλω να επιστρέψω εκεί από όπου ήρθα. Όταν δε ακούω ελληνική δημοτική μουσική, ιδίως τα ακούσματα της Ηπείρου, με διαμορφώνει κάθε φορά. Όπως προείπες πρόκειται για κάθαρση. Είναι όμως και θεραπευτική αυτή η μουσική, επιδιορθώνει την τραυματισμένη ψυχή, την ψυχή που υποφέρει. Εκτιμώ πως αυτός ο τόπος στην Ήπειρο και αλλού στην Ελλάδα έχει υποφέρει πολύ και με κάποιον τρόπο αυτός ο πόνος πέρασε στη μουσική. Όταν αυτή η μουσική παίζεται και ακούγεται, δρα σαν τέλεια πανάκεια , γίνεται η γιατρειά μας. Όλη μου τη ζωή την έχω αφιερώσει στη μουσική, μου δίνει νόημα, είναι η πνευματική τροφή που με συντηρεί. Ωστόσο η δημοτική μουσική της Ελλάδας και ειδικότερα αυτή της Ηπείρου, μου προσφέρει το βαθύτερο και ουσιαστικότερο νόημα.

Η καταγωγή σου ποια είναι Κρις, ξέρω ότι είσαι Αμερικανός αλλά οι γονείς σου, ο τόπος που μεγάλωσες οι σπουδές σου;

Μεγάλωσα, όπως σου είπα, σε μια πολύ αγροτική περιοχή, όπως ήταν η Ήπειρος, στη Βιρτζίνια. Σπούδασα και έκανα μεταπτυχιακό στη φιλοσοφία, όμως μετά την αποφοίτησή μου, τα τελευταία 19 χρόνια, ασχολούμαι με τη συλλογή πολύ παλιάς μουσικής, με ιστορικές συλλογές και παράλληλα ως τεχνικός ήχου αλλά και ως συγγραφέας.

Και είσαι πρώτης, δεύτερης γενιάς Αμερικανός;

Πιθανότατα δέκατης γενιάς (γέλια) με καταγωγή, οι μακρινοί μου πρόγονοί, σκοτσέζικη και ιρλανδική.

Λένε ότι έχουμε κοινά στοιχεία.

(Γέλια) Έχει πλάκα. Όταν με καλούν σε κάποιο σπίτι, για παράδειγμα οι σαρακατσιάνοι, είναι βέβαιο ότι σε ένα ορισμένο σημείο της κουβέντας σταματούν και μου λένε «ξέρεις ίσως τελικά να είσαι σαρακατσάνος» (γέλια). Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες περιπτώσεις. Μου λένε «πρέπει να έχεις κάτι ελληνικό», αλλά δεν ξέρω τι είδους Έλληνας είμαι.

Ίσως να είσαι οικουμενικός Έλληνας

Ναι, ναι μάλλον οικουμενικός Έλληνας.

Από αυτά που έχουμε πει μέχρι τώρα και από άλλες συζητήσεις που έχω κάνει, αλλά και από παρατηρήσεις, διαπιστώνω ότι η ταυτότητα προσφέρει αυτοπεποίθηση, μπορεί να σε κάνει δημιουργικό, δεν σε απομονώνει και σου δίνει τη δυνατότητα να συμμετέχεις σε διάλογους. Όπως ξέρεις, η Ελλάδα διέρχεται εδώ και χρόνια μια σοβαρή κρίση, υποστηρίζω πάντα ότι πρόκειται πρωτίστως για πνευματική κρίση και δευτερεύοντος οικονομικής. Κατά τη γνώμη σου, τι μπορεί να μας διδάξει η παράδοση μας την οποία με τόση θέρμη μελετάς.

Ότι και να πω κινδυνεύει να ακουστεί απλοποιημένο. Αλλά αυτό που θα υποστηρίξω είναι το έξης. Η Ελλάδα, ως έθνος δεν πρέπει να θαυμάζει αυτά που είναι έξω από τα όρια της, τα σύνορά της. Οι Έλληνες πρέπει να εμπιστευθούν τον εαυτό τους και να νιώσουν σίγουροι με αυτό που είναι και να αρχίσουν να εκτιμούν αξίες που έχαιραν εκτίμησης εδώ και χιλιάδες χρόνια. Να αρχίσουν να εκτιμούν ξανά εκείνες τις πνευματικές αξίες που συγκροτούσαν τη βασική δομή του είναι τους.

Θα προσπαθήσω να σου περιγράψω πως αντιλαμβάνομαι το τωρινό πρόβλημα της Ελλάδας όπως το έγραψα πρόσφατα σ’ ένα βιβλίο. Σκέφτηκα λοιπόν και περιέγραψα μια ομάδα που απαρτίζεται από πέντε άνδρες οι οποίοι διαπληκτίζονται για ένα πιστόλι. Διαπληκτίζονται λοιπόν για το ποιος θα το πρωτοκρατήσει και το πιστόλι αλλάζει χέρια με αυτούς να λένε: «όχι, εγώ θα το κρατήσω!» «όχι, εγώ θα το κρατήσω!» «πόσες σφαίρες έχει μέσα;» κτλ και στο τέλος καταλήγουν να πυροβολούν επανειλημμένα το πόδι τους. Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω. Πιστεύω ότι εάν οι Έλληνες ενωθούν και συνεργαστούν, αντί να ζουν μέσα σε μια διαρκή αντιπαλότητα και να προωθεί ο καθένας το δικό του συμφέρον έναντι του άλλου, και αρχίσουν να εκτιμούν τις αξίες τους όπως είπαμε, αλλά και την άυλη πνευματική όσο και υλική κληρονομιά τους,  τότε η Ελλάδα ξαφνικά θα γίνει ασύγκριτα πιο δυνατή από οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη. Έχετε απίστευτο υλικό πλούτο τόσο στον αγροτικό τομέα, να πω μόνο λίγα από αυτά όπως για παράδειγμα το κρασί σας, το λάδι και φυσικά έχετε και το αγαπημένο μου τσίπουρο, έχετε τον ήλιο για ηλιακή ενέργεια. Εάν μπορούσατε να διαχειριστείτε μόνοι σας τις πλουτοπαραγωγικές σας πηγές, δεν θα μπορούσε κανείς να σας φτάσει στην Ευρώπη. Το ίδιο  ισχύει και με τις πολιτισμικές σας αξίες. Θα μπορούσα να πάω σε ένα οποιοδήποτε μέρος στη Γερμανία, στην κεντρική Ευρώπη, στην ανατολική, στη βόρεια Ευρώπη, σας διαβεβαιώνω ότι δεν μπορώ να βρω καμία μουσική παράδοση που να έχει τη ζωντάνια που έχει η δική σας και αυτό από μόνο του λέει πολλά.

Τι σε γοητεύει σε εμάς. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτού του λαού που ακουμπούν τη καρδιά σου

Είναι αυτή η συγκλονιστική, θεσπέσια ομορφιά των Ελλήνων, η γενναιοδωρία τους, η ευφυΐα τους και ακόμη περισσότερο η φιλοξενία τους. Δεν  υπάρχει πιο φιλόξενο μέρος για εμένα από το Ζαγόρι. Με το που φτάνω εκεί, αυτομάτως βρίσκομαι στο σπίτι μου. Και όταν αναφέρομαι στη φιλοξενία αναφέρομαι για αυτή την ασυνείδητη γενναιοδωρία που δεν στοχεύει σε κάποιου είδους αντάλλαγμα. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, όπου κανείς δεν κάνει τίποτα χωρίς αντάλλαγμα.

Πες μου και κάτι αρνητικό

Το μόνο αρνητικό που εντοπίζω είναι το γεγονός ότι πολλοί Έλληνες έχουν πρόβλημα, όπως είπατε και εσείς, να αποδεχθούν το παρελθόν τους. Έχουν σταματήσει να ασχολούνται με την παράδοσή τους και αντίθετα θέλουν να εκσυγχρονιστούν με τον λάθος τρόπο. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από την παράδοση.

Να μπορείς όμως να την παντρέψεις με το νέο...

Ναι, φυσικά!

Τι νομίζεις ότι πιστεύει για τον εαυτό της η πλειονότητα των Ελλήνων, πιστεύεις ότι διακρίνεται από κάποια τάση χαμηλής αυτοεκτίμησης;

Ανάλογα με την περιοχή και την ηλικία. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε γενικά. Όταν είμαι στην Αθήνα οι άνθρωποι εκεί τείνουν να έχουν μια τάση χαμηλής αυτοεκτίμησης. Δε νιώθουν καλά με τον εαυτό τους και είναι κατανοητό αφού είναι ένα αστικό κέντρο και ο κόσμος εκεί έχει αποκοπεί από το ουσιώδες, το αναγκαίο μητρικό γάλα (γάλα της μάνας) που μπορεί να υπάρχει στην επαρχία, δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις. Ιδίως οι νέοι δεν μπορούν να αντισταθούν στην αφομοίωση και πραγματικά επιθυμούν να αστικοποιηθούν, δυτικοποιηθούν και εναγκαλιστούν με την παγκοσμιοποιημένη κουλτούρα και τον τρόπο ζωής. Όμως, πρόκειται για μια τάση που επικρατεί σε όλες τις πόλεις του κόσμου. Αντίθετα γνωρίζω πολλούς Έλληνες από τα χωριά της Ηπείρου, που είναι ιδιαίτερα περήφανοι για τη μουσική τους, την ιστορία τους και την κουλτούρα τους. Γι’ αυτό αγαπάω τόσο πολύ τη Βίτσα, το Ζαγόρι, την Ήπειρο. Αντιστέκονται στην αφομοίωση και νιώθουν τόσο περήφανοι για τον τρόπο ζωής τους και γυρνάνε την πλάτη στην παγκοσμιοποίηση.

Μιλώντας για παράδοση και μουσική μπορείτε να δείτε σύνδεση μεταξύ της βυζαντινής μουσικής και δημοτικής μουσικής;

Ναι, καταλαβαίνω ότι υπάρχει ισχυρός δεσμός μεταξύ της δημοτικής μουσικής με τη βυζαντινή και μπορώ να το δω και στις μουσικές του Ζαγορίου. Για παράδειγμα, αν ακούσεις τον Γρηγόρη Καψάλη ο οποίος παίζει εκπληκτικό κλαρίνο, καταλαβαίνεις ότι μεταφράζει τη φωνή του στο κλαρίνο, είναι σαν να τραγουδά, σαν να περνάει τη φωνή του μέσα από το κλαρίνο του.

Ξέρεις είμαι Αμερικανός, είμαι ξένος, όμως θα σου πω το εξής: έχω γίνει μάρτυρας στον κόσμο και ειδικά στις ΗΠΑ της κυριολεκτικής εξαφάνισης αξιόλογων πολιτισμικών κεφαλαίων όπως η μουσική, γιατί ο κόσμος ενέδωσε στην παγκοσμιοποίηση και στο μοντέρνο. Για παράδειγμα, στη νοτιοδυτική Λουιζιάνα είχαν το μουσικό είδος cajun, ένα είδος που λατρεύω. Όμως, εάν πάτε τώρα εκεί, δεν θα τη βρείτε. Χάθηκε, δεν τη παίζει πλέον κανείς, εξαφανίσθηκε, εξαϋλώθηκε!

Προτείνεις πολιτισμική αντίσταση...

Ναι, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι και καλείται να αποφασίσει εάν θα προχωρήσει με τη δυτικοποίησή της, εάν θα προσχωρήσει στην παγκοσμιοποίηση, στον εξευρωπαϊσμό της, εάν θα γίνει πολύ μοντέρνα ή εάν θα προχωρήσει σε μια ενδοσκόπηση και επιστρέψει στις παραδοσιακές της αξίες,  τις οποίες θα τις προβάλει. Αξίες όπως η φιλοξενία, η αισθητική, η ομορφιά. Όταν είμαι στην Ελλάδα, περιβάλλομαι από ομορφιά.

Ναι, όμως αυτή την ομορφιά πουλάνε με τον τουρισμό και μετατρέπουν τον τόπο σε εμπόρευμα με όλες τις γνωστές συνέπειες: αλλοίωση του περιβάλλοντος, αλλαγή των νοοτροπιών για να πω μόνο μερικά.

Καταλαβαίνω τι θέλεις να πεις και συμφωνώ απόλυτα μαζί σου. Αυτό θα μπορούσε να γίνει και πρέπει να γίνει είναι μια προσέγγιση στον πολιτισμικό τουρισμό. Αντί να προσφέρεις ένα υποπροϊόν, όπου οι τουρίστες θα πάνε σε ένα επίγειο παράδεισο για να χαρούν τις ομορφιές του τόπου και φεύγοντας θα αφήσουν τα σκουπίδια τους, και θα έχει αλλοιωθεί το περιβάλλον για τη δημιουργία ξενοδοχειακών μονάδων και ότι συνεπάγεται με την τουριστική ανάπτυξη, αντί λοιπόν να γίνει αυτό θα μπορούσε να υπάρξει μια διαφορετική προσέγγιση. Να μην αντιμετωπίζεις τους τουρίστες ως ηλίθιους, αλλά ως ευφυείς ανθρώπους, μορφωμένους και καλλιεργημένους που μπορεί να τους προσφέρεις κάτι διαφορετικό. Για παράδειγμα, συνεργάζομαι με έναν τουριστικό οργανισμό στο Ζαγόρι που ονομάζεται ΖΕΝ (Zagori Excellence Network). Ένας από τους στόχους μου είναι να προβάλλω συγκεκριμένα πολιτισμικά στοιχεία του τόπου, όπως τη μουσική, την ιστορία, την κουζίνα, την κουλτούρα. Αυτό το κάνω όχι όταν έχουν τα πανηγύρια, αλλά σε περιόδους που είναι ήρεμες. Επίσης το κάνουμε με τέτοιον τρόπο που καλούμε μόνο έναν συγκεκριμένο αριθμό επιλεγμένων ανθρώπων. Καλώ ανθρώπους που τους εμπιστεύομαι και ξέρω πως θα φερθούν, όταν έρθουν. Και όταν έρχονται, απολαμβάνουν τα αγαθά του τόπου, ακούν και βιώνουν τη μουσική και τις θεραπευτικές ιδιότητές της. Όταν δε, φεύγουν, δεν αφήνουν πίσω τους σκουπίδια, δεν αλλοιώνεται το περιβάλλον εξαιτίας τους. Αντίθετα, αφήνουν κάποια χρήματα και πολύ μεγάλο σεβασμό.

Κρις σ΄ ευχαριστώ πολύ.

Θέλω πραγματικά να σε ευχαριστήσω που μου ζήτησες να συμμετέχω σ’ ένα τέτοιο θέμα που αφορά την ελληνική ταυτότητα. Με τιμά αφάνταστα. Δεν είμαι ακαδημαϊκός, είμαι ένας άνθρωπος που λατρεύει τη μουσική και την ακούω στο βάθος της. Μπορώ να κάνω άλλους μουσικούς να παίξουν με όλη τους την καρδιά και την ψυχή και να καταθέσουν όλες τις δυνατότητες τους και μου αρέσει να νιώθω κατά αυτό τον τρόπο!

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

«Δυσαρμονία» κυβέρνησης προς το κοινό περί δικαίου αίσθημα

 Η συμπαράσταση του κόσμου στους γονείς που παλεύουν για να τιμωρηθούν όλοι όσοι προκάλεσαν την σιδηροδρομική τραγωδία, η οποία χτύπησε τις οικογένειές τους, είναι παλλαϊκή.

Η αντίδραση της πολιτείας, με παλινωδίες

  • αλληλοαναιρούμενων δικαιολογιών για τα πεπραγμένα της, 
  • αυθαιρέτων αλλά βολικών ερμηνειών των γεγονότων 
  • απόκρυψης/παράλειψης νόμιμων αποδεικτικών 
  • κι εφεύρεσης άλλων, έωλων, αποδεικτικών,

είναι ανεπαρκής ως απάντηση στα τραγικά γεγονότα, και κυρίως ουσιαστικά ανύπαρκτη ως απάντηση στους γονείς που έχασαν τα παιδιά τους και τους οικείους τους. Είναι, επίσης, απαράδεκτη και κάθε προσβολή καθώς και η εξύβριση των συγγενών και των οικογενειών των θυμάτων, αλλά και των πολιτών που διαφωνούν με τις κυβερνητικές εξαγγελίες.

Η συμπαράταξη όλων των Ελλήνων στο παλλαϊκό αίτημα για δικαιοσύνη, ισότητα, τιμωρία των ενόχων, πειθαρχία στους νόμους και διάκριση των εξουσιών, μαρτυράει 

  • δυσαρμονία μεταξύ κυβέρνησης και του λαϊκού αισθήματος. 
  • Δυσαρμονία ανάμεσα στην πολιτκή που ασκεί η κυβέρνηση και στα ζητούμενα από τον λαό. 
  • Δυσαρμονία ανάμεσα στον τρόπο που η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τα παραπτώματα των πολιτών και τα παραπτώματα του πολιτικού προσωπικού.

Η δυσαρμονία αυτή είναι τόσο γενικευμένη στη δημόσια ζωή μας, που δεν καταλείπεται έδαφος για εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση, ότι πράγματι είναι θεραπαινίδα της κοινωνίας. Το αντίθετο μάλιστα. Καθημερινά αναδεικνύεται ένας αγώνας των κυβερνητικών για την πολιτική τους επιβίωση, που δεν ορρωδούν προ ουδενός, οσοδήποτε τραγικού γεγονότος, το οποίο αφορά και πληγώνει θανάσιμα την ζωή πολλών πολιτών. Μερικοί μάλιστα,  καθύβρισαν τους πονεμένους γονείς,  και τους ενέταξαν στις αμελητέες ποσότητες της εποχής, ενόψει άλλων -τάχα μειζόνων- ζητημάτων, τα οποία όμως δεν μπορούν να θεωρηθούν σημαντικότερα από τη ζωή των ανθρώπων και την απώλεια της αναντικατάστατης ανθρώπινης ζωής. 

Το επανειλημμένως απαξιωτικό ύφος των κυβερνητικών προς την παλλαϊκή απαίτηση για διαφάνεια, δικαιοσύνη, και διάκριση των εξουσιών, αλλά και η επίμονη αντίδραση του λαού στον εμπαθή αυταρχισμό της εξουσίας  μαρτυρά προφανή δυσαρμονία της εξουσίας προς το λαϊκό αίσθημα.

Η πρόσδεση ενός προσώπου σε θώκο που είναι φορέας πολιτικού αξιώματος, όσο και σημαντική να την θεωρεί κάποιος δι' εαυτόν, δεν σημαίνει ότι είναι σημαντική και για όλους τους άλλους. Η κατοχή ενός πολιτικού θώκου μπορεί να είναι προσωπική επιδίωξη, αλλά δεν είναι αναγκαστικά και κοινωνική επιδίωξη. Γιατί, με όχημα το πολιτικό του αξίωμα, μπορεί κάποιος να επιδιώκει τα προσωπικά, τα οικογενειακά και πάσης φύσεως ιδιωτικά  και ιδιοτελή συμφέροντά του, σε βάρος των συμφερόντων των άλλων πολιτών.

Η τάχα σε υψηλότατο επίπεδο προστασία του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη (λίγο μετά το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ) είναι μια αδόκιμη, όψιμη και προσχηματική μέριμνα για τα όσια και τα ιερά της πατρίδας μας.

Η δεδηλωμένη συνιστά απόλυτο μέγεθος. Η σχετικώς ισχυρότερη  μειοψηφία, επ' ουδενί συνιστά λευκή επιταγή διακυβέρνησης. 

Οι πολιτικοί και οι πολιτικές τους, έρχονται και παρέρχονται, ο λαός, όμως, και το έθνος, παραμένουν κι έχουν ανάγκη διακυβέρνησης και προοπτικής.

Οι εξαχρειωμένοι πολιτικοί και οι διαβρωμένοι πολίτες-μαθητές τους, δεν συνιστούν πηγές δημιουργίας κοινωνικής αποδοχής, αλλά αποκρουστέα και επικίνδυνα πρότυπα.  Συνιστούν  φευκτέες εστίες σήψης και αποσύνθεσης.

 

Τρίτη 15 Ιουλίου 2025

Η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά (2)

 

Στις μέρες μας η καθαριότητα είναι μια πολύ εύκολη υπόθεση, γιατί έχουμε στη διάθεσή μας ό,τι μας είναι παραίτητο για το έργο αυτό.

Η ατομική καθαριότητα και υγιεινή είναι ένα πράγμα. Αυτή, μαθαίνεις να σου αρέσει, από μικρό παιδί. Επιθυμείς να είσαι καθαρός, να είναι καθαρό το περιβάλλον που ζείς, και να μη βρωμίζεις τους χώρους και τα πράγματα τα δικά σου και των άλλων. Η ατομική μας καθαριότητα είναι υγεία, είναι ομορφιά, είναι αξιοπρέπεια, αυτοσεβασμός και σεβασμός των γύρω μας. Είναι «τάξη» στα πράγματα.

Η ανάγκη για καθαριότητα και η μέριμνα για τη διατήρησή της είναι θέμα αγωγής και στάσης ζωής.

Η εμμονή με την καθαριότητα είναι «ψυχική νόσος», που καμμιά φορά δεν θεραπεύεται εύκολα. Ο άνθρωπος, στην περίπτωση αυτή, δεν αγωνίζεται -εν τοις πράγμασιν- για να ζεί και να έχει συνθήκες υγείας, ευπρέπειας και άνεσης, αλλά, με τον αλλοπρόσαλλο αυτόν τρόπο, προσπαθεί να ελέγξει πράγματα και καταστάσεις κακώς κείμενα στη σκέψη και τη ζωή του, ή να διευθετήσει τις αδιέξοδες σχέσεις του.

Από την άλλη πλευρά, η παντελής αδιαφορία για την καθαριότητα, είναι επίσης «ψυχική νόσος» που υποδηλώνει ανωριμότητα, και μια αγωνία ακ΄πμα και για να συγκεντρώσει ο ακάθαρτος το ενδιαφέρον των άλλων στο πρόσωπό του.

Πέρα από τα στενά όρια της ατομικής και προσωπικής καθαριότητας, η καθαριότητα του περιβάλλοντος ημάς χώρου, δηλαδή του δρόμου, της πόλης, του γειτονικού ακινήτου, της θάλασσας και των υδάτων, των δασών και των ορέων, των κάμπων και των κτιρίων που ζούμε ή εργαζόμαστε, είτε αυτά είναι δημόσια είτε είναι ιδιωτικά, είναι ευθύνη όλων μας. Επίσης, είναι ζήτημα παιδείας, αγωγής του πολίτη, πολιτείας και αρχόντων, εκπαίδευσης και εκπαιδευτικών. Είναι προφανές, πως σε τούτη τη χώρα υπάρχει τεράστιο έλλειμμα σχετικής προσοχής και πρόνοιας για την καθαριότητα. Και τούτο είναι δείγμα νοσηρότητας της κοινωνίας μας και της ηγεσίας μας. Απάσης της ηγεσίας. Πολιτικής και πνευματικής. Γιατί δεν νοείται να όζει μια ολόκληρη πόλη (και μάλιστα μια κρατική πρωτεύουσα) και οι αρχές της να μην το γνωρίζουν ή να μην το αντιμετωπίζουν. Αν δεν το γνωρίζουν είναι γιατί αδιαφορούν, κι αν δεν το αντιμετωπίζουν είναι γιατί τους ταιριάζει η βρωμιά και η δυσοσμία.

Κοιτάξτε, για παράδειγμα τους κάδους των απορριμμάτων: Όπου και να είναι τοποθετημένοι, βρωμοκοπούν και νιώθεις αηδία από τη δυσοσμία καθώς πλησιάζεις για να αποθέσεις τα απορρίμματα που κρατάς. Ο έλεγχος της καθαριότητας των κάδων είναι ασφαλώς ζήτημα που υπάγεται στην ευθύνη των ΟΤΑ, αλλά από την άλλη πλευρά, όλοι εμείς πρέπει να φροντίζουμε ώστε κατά την τοποθέτηση στους κάδους των διαφόρων απορριμμάτων μας, να μην ρυπαίνουμε το χώρο και τους κάδους και να μην αφήνουμε να σκορπίζονται αυτά που απορρίπτουμε. Οσμηρά ή όχι, είναι απορρίμματα.

Ένα άλλο τραγικό παράδειγμα, στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της πατρίδας μας είναι η ρύπανση των πεζοδρομίων και των πάρκων από περιττώματα σκύλων. Πολλοί άνθρωποι που απολαμβάνουν τη συντροφιά των ζώων τους, θεωρούν αναφαίρετο δικαίωμά τους να απολαμβάνουμε εμείς την κόπρο τους, και μάλιστα όχι μόνο έξω, στο δρόμο ή στο πάρκο, αλλά και μπροστά στην πόρτα μας, στο σκαλοπάτι μας! Έτσι, αυθαίρετα, αντικοινωνικά, ανεπίτρεπτα, προκλητικά, προσβλητικά και αναιδώς, καθώς βολτάρουν με το κατοικίδιό τους, στέκονται μπροστά στην πόρτα σου και σου αφήνουν ένα αχνιστό απόβλητο, οσμηρό, αηδιαστικό, ρυποφόρο και ρυπογόνο, που μπορεί να το κουβαλήσεις, ακόμη και μέσα στο σπίτι σου!

Έχει συμβεί να διαμαρτυρηθώ για την πρόκληση και την προσβολή να ρυπαίνουν το σκαλοπάτι μου, την είσοδο του σπιτιού μου ή το λιγοστό χώμα στο δεντράκι που είναι μπροστά στην πόρτα μου, και έλαβα την απάντηση πως «τα ζώα είναι καθαρώτερα από τους ανθρώπους!»

Άλλη φορά έλαβα την απάντηση πως θα έπρεπε να διαμαρτύρομαι «και για τους ρύπους των αδέσποτων», παρακινώντας με δηλαδή να ανοίξω διάλογο με τα ζώα αυτά (που όμως ποτέ δεν είδα να ρυπαίνουν μπροστά στην πόρτα μου), ενώ εκείνα που τα κρατά ο κύριός τους με το λουρί, στέκονται και κοπρίζουν αναίσχυντα και σκόπιμα το χώρο μου, με υπαιτιότητα του κυρίου του ζώου, αφού το χαριτωμένο πλάσμα που ζητά μια ματιά καλωσύνης κι αγάπης, ποτέ δεν θα ήθελε να με βλάψει, ή να με προσβάλει.

Βλέπετε, η αγάπη για προσβολή και για πρόκληση ψυχικών τραυμάτων, είναι ... ανθρώπινο χάρισμα!

Σε κάποιον που διάλεξε να αφήσει το ζωάκι του να ουρήσει στο σκαλοπάτι μου, προθυμοποιήθηκα να κάνω το ίδιο στο δικό του σκαλοπάτι, αλλά δεν το δέχθηκε και με κοίταξε επιθετικά και εξαπορημένος, σε βαθμό που μού 'δειξε πως με θεωρούσε ανισόρροπη! Τί εγωϊσμός! Δεν σκέφτηκε ότι αυτός ο ίδιος μόλις είχε βιαιοπραγήσει στην αξιοπρέπεια και την προσωπικότητά μου; Μου είχε φερθεί προσβλητικά και περιφρονητικά. Είχε ρυπάνει το χώρο μου! Ασφαλώς, αυτό είναι παράνομο, αλλά δεν έδειχνε ούτε να το υποψιάζεται.

Ας μην αφήσουμε απ' έξω από τούτη την πολεμική μας, εκείνους που πετάνε τις αθλιότητές τους (αποτσίγαρα, μυξομάντηλα, κλπ. απόβλητα) έξω από το αυτοκίνητό τους, καθώς κινούνται μέσα στην πόλη ή έξω από αυτήν, στην ύπαιθρο. Αυτοί μπορεί να γίνουν εμπρηστές από ηλιθιότητα ή από αδιαφορία. Και γίνονται ρυπαντές από πρόθεση, αδιαφορία και αναίδεια. Απολίτιστοι, εγωπαθείς, ατομιστές και αντικοινωνικοί. 
 
Ας μην αφήσουμε απέξω, ούτε τις κυρίες που αγαπάνε τα ζωάκια τους, στα οποία επιτρέπουν να χώνονται στο κρεβάτι τους, και μετά, τινάζουν το σεντόνι τους στην (από κάτω ευρισκόμενη) βεράντα σου. Τινάζουν μέσα στον καφέ σου, πάνω στα απλωμένα ρούχα του μωρού σου. Στα απλωμένα σου προσόψια και εσώρουχα. Κι είσαι κακός κι ακατανόητος, αν πεις πως στις πολυώροφες οικοδομές δεν μπορούμε να τινάζουμε τα απόβλητά μας στους αποκάτω, σαν να τους θεωρούμε άξιους  αποδέκτες των σκουπιδιών μας. Αυτό είναι πράξη άδικη, αστικά ανεπίτρεπτη γιατί συνιστά προσβολή της προσωπικότητας και του ρυπαινομένου χώρου του γείτονά μας. Είναι αξιόποινο, ανήθικο, αναξιοπρεπές, αυθαίρετο και επί πλέον δείγμα έλλειψης παιδείας, ενσυναίσθησης και αγωγής του πολίτη. 

Το θέμα της μη-καθαριότητας στην πόλη, όταν κάθε μέρα ζείς σε ένα βρώμικο περιβάλλον, το συνηθίζεις σιγά-σιγά, και η αρχική σου αντίδραση καταντά μια απελπισμένη αηδία. Παράλληλα, σου δημιουργεί την ψυχολογία του φτωχού και απολύτως ενδεούς, του κακομοίρη, του εγκαταλελειμένου. Γιατί δεν γίνεται νά 'σαι πλούσιος και νά 'σαι γεμάτος σκουπίδια και βρώμα! Θα βάλεις τους υπηρέτες σου να καθαρίσουν! Ούτε γίνεται να ζείς σε ένα χώρο, σπίτι ή πόλη που είναι σκουπιδότοπος! Εδώ, πρέπει κανείς να μην έχει το παραμικρό ενδιαφέρον!

Όμως σαν γυρίζεις από την εξοχή, όπου προς στιγμήν ανέπνευσες καθαρό αέρα κι έμεινες λιγάκι στη φύση, αυτή η κακοσμία, η βρωμερή σκόνη, τα σκουπίδια παντού, τα χιλιοβρωμισμένα πεζοδρόμια, σε ενοχλούν αφάνταστα, κι η ναρκωμένη και αδρανής πολιτεία, που εμφανίζεται στην τηλεόραση για μια ακόμη πολιτική φανφάρα και ανοησία, μοιάζει πτώμα που κουνήθηκε μέσα στο φέρετρό της.

Εξοργίστηκα, θυμήθηκα τραγούδια, ταινίες και λογοτεχνήματα να λένε για τις παλιές τις γειτονιές που λάμπανε από πάστρα, και που τα φτωχικά σπιτάκια παλάτια γινόντανε από τον ασβέστη και τα γεράνια στα παράθυρα. Κι έκανα μόνη μου, εκείνο που κάναν οι κυράδες, στα χρόνια της φτώχειας, της οικονομικής δυσπραγίας που φέραν οι πόλεμοι, τότε στα χρόνια της αγάπης για το καθαρό και τ' όμορφο, στα χρόνια της αξιοπρέπειας του φτωχού, στα χρόνια που η καθαριότητα ήταν μισή αρχοντιά. Και πήρα τη σκούπα μου, και βγήκα στο πεζοδρόμιο, να διώξω την πράσινη μύγα και την κόπρο του δεσποζόμενου σκύλου, που ο κύριός του αποφάσισε να βρωμίσει το σκαλοπάτι μου καθώς το φώτιζε ο πρωϊνός ήλιος.

Σε πείσμα των καιρών, και (χωρίς να «περιμένω την πρόσληψη δημοτικών υπαλλήλων για την καθαριότητα», -πάγια απάντηση των υπαλλήλων του δημοσίου για την έως απραξίας δυσκινησία των υπηρεσιών του-) έκανα από μόνη μου, το πεζοδρόμιο μπροστά από το σπίτι μου -κι απ' τα διπλανά μου- ν' αστράψει από καθαριότητα. Κι αυτό δεν με προσέβαλε, ούτε με μείωσε. Μου έδωσε τη χαρά της δράσης και της απόλυτης αντίδρασης στην παγιωμένη σήψη, την αδιαφορία, τη φθορά, το θάνατο, τη μιζέρια και την διοικητική ανικανότητα.

Τί λέτε: Δεν δοκιμάζουμε όλοι μας να κρατάμε καθαρή, τουλάχιστον την είσοδο του σπιτιού μας, αποδιώχνοντας τη μιζέρια της εγκατάλειψης, της βρωμιάς και της αδιαφορίας; Μπορεί νά σκορπιστεί ο ζόφος της αθλιότητας και της δυσωδίας που φράζει την πνοή μας !

Μπορεί, τέλος, ν' αλλάξουμε ψυχολογία και να εγκατασταθεί στη σκέψη μας η φρεσκάδα και η ομορφιά.

Μπορεί ν' αρχίσουμε να αποκτάμε και μια διάθεση για δράση και δημιουργία, για όχι άλλη ανοχή στη στασιμότητα και την απραξία, και έτσι να πάρουμε στα χέρια μας την πολιτική πρόταση περί του πρακτέου. Πολύ εμείναμε μέσα στο αδιέξοδο, παρακολουθώντας άβουλοι κι άφωνοι θεατές, τους εναλλασσόμενους  πολιτικούς ρύπους να σκεπάζουν το χαμόγελο και να εξαφανίζουν την ελπίδα μας! 
 
Σημείωση: Για το θέμα αυτό είχα  γράψει και στο παρελθόν (http://www.filareti.gr/2015/08/blog-post_23.html), αλλά επανέρχομαι, με εμπλουτισμένο το αναδημοσιευόμενο σημείωμα, επειδή η εκούσια ρύπανση εκδηλώνεται με άπειρους τρόπους και την συναντάμε στην καθημερινότητά μας με τις πιο απίθανες μορφές!

Κυριακή 16 Μαρτίου 2025

Καλλιτεχνικές ανησυχίες που μπορεί να γίνουν καλλιτεχνικές ανοησίες

 Διαβάζω  εδώ (και σας το μεταφέρω γιατί αποτελεί αντίλογο ειδικού) τα παρακάτω:

 ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ «ΕΚΘΕΣΗΣ» ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ*

  " Όλοι οι άτεχνοι, άσχετοι, με τεράστια συμπλέγματα κατωτερότητος, που προσπαθούν να βγουν στην κοινωνία υβρίζοντας τον Χριστό, την πίστη μας, κάνουν ακριβώς αυτό το πράγμα. Το θέμα είναι ότι και αυτοί που υποστηρίζουν τέτοια αίσχη, δεν καταλαβαίνουν ότι μπαίνουν στην ίδια κατηγορία με τους υβριστές της Πίστεως του άλλου.
   Θα μου άρεσε πάρα πολύ να υποστηριχθεί από ειδικούς της *τέχνης* η βεβήλωση της Ισλαμικής πίστης. Εκεί θα ήθελα να διαβάσω τα σχόλια και τις κριτικές των ειδικών. Νομίζω ότι αυτό που έκανε η πινακοθήκη οδηγεί στον Μεσαίωνα και όχι οι αντιδράσεις του κόσμου που πολύ σωστά αντέδρασαν. Να σας θυμίσω ότι στην Ευρώπη που διατείνονται όλοι για την πρόοδό της, οι προσβολές κατά των θρησκειών δεν βρίσκουν καμία θέση, ούτε και στην πιο κακοφτιαγμένη γκαλερί των υπόγειων του Λονδίνου ή του Παρισιού. Είναι ένα θέμα που πολύ λίγο απασχόλησε τους ιστορικούς τέχνης, ακόμα και τους άθεους, στα τέλη της δεκαετίας του 60 και λίγο στις αρχές του 70. Επίσης να σας πω ότι αν ο κύριος αυτός προσπαθούσε να κάνει την ίδια *έκθεση* σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα, οι αθλιότητές του θα επέπλεαν σχισμένες πάνω στα νερά κάποιου ευρωπαϊκού ποταμού.
   Όλα αυτά τα γνωρίζω γιατί έζησα 7 χρόνια στο Παρίσι, έκανα Μάστερ στη Σορβόννη, στην Ιστορία της Τέχνης και διδακτορικό, δούλεψα σε γκαλερί και έχω άποψη επί του θέματος. Μιλώ σαν ιστορικός τέχνης κι όχι σαν απλός πιστός που αγαπάει τον Χριστό. Επίσης, στην πίστη του άλλου δεν χωράνε καλλιτεχνικές διατυπώσεις περί ελευθερίας της έκφρασης, γιατί εδώ, θίγεται μόνο μια πίστη, η ελευθερία θα ήταν να οργανώσετε μια έκθεση με ύβρεις για όλες τις θρησκείες που υπάρχουν στην γη, κάτι σαν exposition rétrospective, αυτό θα έπρεπε να το γνωρίζουν όσοι το παίζουν ειδικοί. Επίσης θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι όταν καταπιάνεται ένα μουσείο με ένα θέμα θα πρέπει να δουν οι *ειδικοί* αν το θέμα αυτό έχει κάποια πέραση, ή θα προκαλέσει. Αν προκαλεί το αίσθημα με ύβρεις και χυδαιότητες όπως η *έκθεση* αυτή, τότε δεν ανήκει στον χώρο της Τέχνης αλλά της πρόκλησης και της ασεβείας. Η τέχνη ποτέ δεν είναι πρόκληση κι ασέβεια.
   Μάλλον η Εθνική Πινακοθήκη εξάντλησε ό,τι καλό είχε βγάλει η Ελλάδα και ως μη έχουσα πλέον τι να κάνει πέρασε στον χώρο της κατρακύλας και της καλλιτεχνικής και μουσειακής αφάνειας. Και θέλοντας να ξεφύγει από ένα βέβαιο θάνατο επέλεξε το δρόμο της δυσσέβειας.
   Κλασσικό παράδειγμα απελπισμένου. Καμιά Διεύθυνση Ευρωπαϊκού Μουσείου δεν θα δεχόταν να βάλει τέτοια *έργα* στους χώρους της. Στην Ελλάδα δυστυχώς τέτοιες *εκθέσεις* βγαίνουν στο φως, υπογραμμίζοντας όμως, ευτυχώς! και το *καλλιτεχνικό* επίπεδο αυτών που τις φιλοξενούν.

*Μετά τιμής
Ζωγράφος Φίλιππος
Ιστορικός της Τέχνης"

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2025

Η Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου

 

Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου

Ἀπόδειπνο μετὰ Κανόνος καὶ τῶν Χαιρετισμών ὄπως Διαβάζονται, τῇ Παρασκευῇ τῆς Ε´ ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν.

Ὁ ἱερεύς· Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντοτε· νῦν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Δόξα σοι Χριστέ, ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, δόξα σοι.

Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών, καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, καὶ ζωῆς χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος, καὶ σῶσον, Ἀγαθέ, τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ὁ ἀναγνώστης· Ἀμήν.

Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (ἐκ γ´)

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν. Δέσποτα, συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.

Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον.

Δόξα Πατρί, καὶ Υἱῷ, καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι,
καὶ νῦν, καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου. Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου. Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον. Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν. Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ.

Ὁ ἱερεύς· Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Ὁ ἀναγνώστης· Ἀμήν. Κύριε, ἐλέησον (ιβ´).

Δόξα. Καὶ νῦν.

Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν τῷ Βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ.
Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ Βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ.
Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ, Χριστῷ τῷ Βασιλεῖ καὶ Θεῷ ἡμῶν.

Μετανοίας (γ´) καὶ εὐθὺς τοὺς Ψαλμούς.

Ὁ Ψαλμὸς Ν´(50)

 
Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἐλεός σου, καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου· ἐπὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με. Ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω, καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστι διαπαντός. Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου ἐποίησα, ὅπως ἂν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις σου, καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί σε. Ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου. Ἰδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς σοφίας σου ἐδήλωσάς μοι. Ῥαντιεῖς με ὑσσώπῳ, καὶ καθαρισθήσομαι· πλυνεῖς με, καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μὴ ἀποῤῥίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου σου καὶ τὸ Πνεῦμά σου τὸ Ἅγιον μὴ ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τὴν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καὶ πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με. Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς σου, καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲ ἐπιστρέψουσι. Ῥῦσαί με ἐξ αἱμάτων, ὁ Θεὸς ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου· ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνην σου. Κύριε τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου. Ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἂν· ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσίᾳ τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου τὴν Σιών, καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ· τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα· τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους.
Ψαλμὸς ΞΘ΄(69).

Ὁ Θεός, εἰς τὴν βοήθειάν μου πρόσχες· Κύριε, εἰς τὸ βοηθῆσαί μοι σπεῦσον. Αἰσχυνθήτωσαν καὶ ἐντραπήτωσαν οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχήν μου· ἀποστραφήτωσαν εἰς τὰ ὀπίσω, καὶ καταισχυνθήτωσαν οἱ βουλόμενοί μου κακά. Ἀποστραφήτωσαν παραυτίκα αἰσχυνόμενοι οἱ λέγοντές μοι εὖγε, εὖγε! Ἀγαλλιάσθωσαν καὶ εὐφρανθήτωσαν ἐπὶ σοὶ πάντες οἱ ζητοῦντές σε, ὁ Θεός, καὶ λεγέτωσαν διαπαντός· Μεγαλυνθήτω ὁ Κύριος, οἱ ἀγαπῶντες τὸ σωτήριόν σου. Ἐγὼ δὲ πτωχός εἰμι καὶ πένης· ὁ Θεός, βοήθησόν μοι· βοηθός μου καὶ ῥύστης μου εἶ σύ, Κύριε· μὴ χρονίσῃς.

Ψαλμὸς ΡΜΒ΄(142).

Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τὴν δέησίν μου ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου, εἰσάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου. Καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου σου, ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν. Ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου· ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τὴν ζωήν μου. Ἐκάθισέ με ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκροὺς αἰῶνος, καὶ ἠκηδίασεν ἐπ᾿ ἐμὲ τὸ πνεῦμά μου, ἐν ἐμοὶ ἐταράχθη ἡ καρδία μου. Ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων. Διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου· ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρός σοι. Ταχὺ εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ἐξέλιπε τὸ πνεῦμά μου. Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπ᾿ ἐμοῦ, καὶ ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. Ἀκουστὸν ποίησόν μοι τὸ πρωῒ τὸ ἔλεός σου, ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα. Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι, ὅτι πρὸς σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου. Ἐξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, πρὸς σὲ κατέφυγον· δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου, ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεός μου. Τὸ Πνεῦμά σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ· ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου, Κύριε, ζήσεις με. Ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τὴν ψυχήν μου· καὶ ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τοὺς ἐχθρούς μου· καὶ ἀπολεῖς πάντας τοὺς θλίβοντας τὴν ψυχήν μου, ὅτι ἐγὼ δοῦλός σού εἰμι.

Δοξολογία.

Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία. Ὑμνοῦμέν σε, εὐλογοῦμέν σε, προσκυνοῦμέν σε, δοξολογοῦμέν σε, εὐχαριστοῦμέν σοι, διὰ τὴν μεγάλην σου δόξαν. Κύριε Βασιλεῦ, ἐπουράνιε Θεέ, Πάτερ παντοκράτορ· Κύριε Υἱὲ μονογενές, Ἰησοῦ Χριστέ, καὶ ἅγιον Πνεῦμα. Κύριε, ὁ Θεός, ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Υἱὸς τοῦ Πατρός, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, ἐλέησον ἡμᾶς, ὁ αἴρων τὰς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου. Πρόσδεξαι τὴν δέησιν ἡμῶν, ὁ καθήμενος ἐν δεξιᾷ τοῦ Πατρὸς καὶ ἐλέησον ἡμᾶς. Ὅτι σὺ εἶ μόνος Ἅγιος, σὺ εἶ μόνος Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός· Ἀμήν. Καθ᾿ ἑκάστην ἑσπέραν εὐλογήσω σε, καὶ αἰνέσω τὸ ὄνομά σου εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος. Κύριε, καταφυγὴ ἐγενήθης ἡμῖν ἐν γενεᾷ καὶ γενεᾷ. Ἐγὼ εἶπα· Κύριε, ἐλέησόν με· ἴασαι τὴν ψυχήν μου, ὅτι ἥμαρτόν σοι. Κύριε, πρὸς σὲ κατέφυγον· δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου, ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεός μου. Ὅτι παρὰ σοὶ πηγὴ ζωῆς· ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς. Παράτεινον τὸ ἔλεός σου τοῖς γινώσκουσί σε. Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ, ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς. Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε, ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν, καὶ αἰνετὸν καὶ δεδοξασμένον τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς αἰῶνας· Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε, τὸ ἔλεός σου ἐφ᾿ ἡμᾶς, καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπὶ σέ. Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε· δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σου. Εὐλογητὸς εἶ, Δέσποτα· συνέτισόν με τὰ δικαιώματά σου. Εὐλογητὸς εἶ, Ἅγιε· φώτισόν με τοῖς δικαιώμασί σου. Κύριε, τὸ ἔλεός σου εἰς τὸν αἰῶνα· τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου μὴ παρίδῃς. Σοὶ πρέπει αἶνος, σοὶ πρέπει ὕμνος, σοὶ δόξα πρέπει, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως.

Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητὴν οὐρανοῦ καὶ γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων. Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων· φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι᾿ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο. Τὸν δι᾿ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου καὶ παθόντα, καὶ ταφέντα. Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς Γραφάς. Καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός. Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος. Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν. Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν. Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν. Καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.

Θεοτοκίον.

Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον, καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως, Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον σὲ μεγαλύνομεν.

Ἦχος πλ. δ΄. Αὐτόμελον·

Τὸ προσταχθέν μυστικῶς, λαβών ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνή τοῦ Ἰωσήφ, σπουδή ἐπέστη, ὁ Ἀσώματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμῳ, ὁ κλίνας τῇ καταβάσει τοὺς οὐρανούς, χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοί. Ὄν καὶ βλέπων ἐν μήτρα σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζειν σοι, χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε!

Ὁ Ἱερεὺς ἱστάμενος εἰς τὸν σωλέα πρὸ τῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου, ἀπαγγέλλει ἐμμελῶς τὴν Α´ Στάσιν τῶν Χαιρετισμῶν.

ΣΤΑΣΙΣ ΠΡΩΤΗ

Ἄγγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη, εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τό, Χαῖρε (ἐκ γ´)· καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ, σωματούμενόν σε θεωρῶν Κύριε, ἐξίστατο, καὶ ἵστατο κραυγάζων πρὸς αὐτὴν τοιαῦτα·

Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει·
χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις·
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς·
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον, καὶ Ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα·
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν Ἥλιον·
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις·
χαῖρε, δι᾿ ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Βλέπουσα ἡ Ἁγία, ἑαυτὴν ἐν ἁγνείᾳ, φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως· τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς, δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται· ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως τὴν κύησιν πῶς λέγεις; κράζων·

Ἀλληλούϊα.

Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι, ἡ Παρθένος ζητοῦσα, ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα· ἐκ λαγόνων ἁγνῶν Υἱόν, πῶς ἐστι τεχθῆναι δυνατόν; λέξον μοι. Πρὸς ἣν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ, πλὴν κραυγάζων οὕτω·

Χαῖρε, βουλῆς ἀποῤῥήτου μύστις·
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον·
χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι᾿ ἧς κατέβη ὁ Θεός·
χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς Οὐρανόν.
Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα·
χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τὸ φῶς ἀῤῥήτως γεννήσασα·
χαῖρε, τὸ πῶς, μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν·
χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Δύναμις τοῦ Ὑψίστου, ἐπεσκίασε τότε, πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρογάμῳ· καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν, ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι, τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν, ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ἔχουσα θεοδόχον, ἡ Παρθένος τὴν μήτραν, ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ· τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθύς, ἐπιγνὸν τὸν ταύτης ἀσπασμόν, ἔχαιρε! καὶ ἅλμασιν ὡς ᾄσμασιν, ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·

Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμαράντου κλῆμα·
χαῖρε, καρποῦ ἀκηράτου κτῆμα.
Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον·
χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν φύουσα.
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν·
χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.
Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις·
χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.
Χαῖρε, δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα·
χαῖρε, παντὸς τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία·
χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παῤῥησία.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων, λογισμῶν ἀμφιβόλων, ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη, πρὸς τὴν ἄγαμόν σε θεωρῶν, καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε· μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν ἐκ Πνεύματος ἁγίου, ἔφη·

Ἀλληλούϊα.

Εἶτα ἄρχονται οἱ Χοροὶ ψάλλοντες τὸν Κανόνα τῆς Θεοτόκου, οὗ ἡ ἀκροστιχίς·
Χαρᾶς δοχεῖον, σοὶ πρέπει χαίρειν μόνῃ. Ἰωσήφ.
Ποίημα Ἰωσὴφ τοῦ Ὑμνογράφου.

ᾨδὴ α΄. Ἦχος δ΄. Ὁ Εἱρμός.

“ Ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ πληρωθήσεται πνεύματος, καὶ λόγον ἐρεύξομαι, τῇ βασιλίδι Μητρί· καὶ ὀφθήσομαι, φαιδρῶς πανηγυρίζων, καὶ ᾄσω γηθόμενος, ταύτης τὰ θαύματα. ” (δὶς)

Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.

Χριστοῦ βίβλον ἔμψυχον, ἐσφραγισμένην σε Πνεύματι, ὁ μέγας Ἀρχάγγελος, Ἁγνὴ θεώμενος, ἐπεφώνει σοι· χαῖρε χαρᾶς δοχεῖον, δι᾿ ἧς τῆς Προμήτορος, ἀρὰ λυθήσεται.

Ἀδὰμ ἐπανόρθωσις, χαῖρε Παρθένε Θεόνυμφε, τοῦ ᾅδου ἡ νέκρωσις· χαῖρε πανάμωμε, τὸ παλάτιον, τοῦ μόνου Βασιλέως· χαῖρε θρόνε πύρινε, τοῦ Παντοκράτορος.

Δόξα.

Ῥόδον τὸ ἀμάραντον, χαῖρε ἡ μόνη βλαστήσασα· τὸ μῆλον τὸ εὔοσμον, χαῖρε ἡ τέξασα· τὸ ὀσφράδιον, τοῦ πάντων Βασιλέως· χαῖρε Ἀπειρόγαμε, κόσμου διάσωσμα.

Καὶ νῦν.

Ἁγνείας θησαύρισμα, χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐκ τοῦ πτώματος, ἡμῶν ἐξανέστημεν· χαῖρε ἡδύπνοον, κρίνον Δέσποινα, πιστοὺς εὐωδιάζον· θυμίαμα εὔοσμον, μύρον πολύτιμον.

ᾨδὴ γ´. Ὁ Εἱρμός.

“ Τοὺς σοὺς ὑμνολόγους Θεοτόκε, ἡ ζῶσα καὶ ἄφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας, πνευματικὸν στερέωσον· καὶ ἐν τῇ θείᾳ δόξῃ σου, στεφάνων δόξης ἀξίωσον. ” (δὶς)

Στάχυν ἡ βλαστήσασα τὸν θεῖον, ὡς χώρα ἀνήροτος σαφῶς, χαῖρε ἔμψυχε τράπεζα, ἄρτον ζωῆς χωρήσασα· χαῖρε τοῦ ζῶντος ὕδατος, πηγὴ ἀκένωτος Δέσποινα.

Δάμαλις τὸν μόσχον ἡ τεκοῦσα, τὸν ἄμωμον, χαῖρε τοῖς πιστοῖς· χαῖρε Ἀμνὰς κυήσασα, Θεοῦ Ἀμνὸν τὸν αἴροντα, κόσμου παντὸς τὰ πταίσματα· χαῖρε θερμὸν ἱλαστήριον.

Δόξα.

Ὄρθρος φαεινὸς χαῖρε, ἡ μόνη, τὸν Ἥλιον φέρουσα Χριστόν, φωτὸς κατοικητήριον· χαῖρε τὸ σκότος λύσασα, καὶ τοὺς ζοφώδεις δαίμονας, ὁλοτελῶς ἐκμειώσασα.

Καὶ νῦν.

Χαῖρε Πύλη μόνη, ἣν ὁ Λόγος, διώδευσε μόνος, ἡ μοχλούς, καὶ πύλας ᾅδου Δέσποινα, τῷ τόκῳ σου συντρίψασα· χαῖρε ἡ θεία εἴσοδος, τῶν σῳζομένων Πανύμνητε.

Ἦχος πλ. δ΄. Αὐτόμελον.

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια,
Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια,
Ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.
Ἀλλ᾿ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον,
Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
Ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὁ Ἱερεὺς ἱστάμενος εἰς τὸν σωλέα πρὸ τῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου, ἀπαγγέλλει ἐμμελῶς τὴν Β´ Στάσιν τῶν «Χαιρετισμῶν».

ΣΤΑΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ

Ἤκουσαν οἱ Ποιμένες, τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων, τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν· καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα, θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον, ἐν τῇ γαστρὶ Μαρίας βοσκηθέντα, ἣν ὑμνοῦντες, εἶπον·

Χαῖρε, ἀμνοῦ καὶ ποιμένος Μήτηρ·
χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.
Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον·
χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.
Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ·
χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα·
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, στεῤῥὸν τῆς Πίστεως ἔρεισμα·
χαῖρε, λαμπρὸν τῆς χάριτος γνώρισμα.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐγυμνώθη ὁ ᾅδης·
χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Θεοδρόμον Ἀστέρα, θεωρήσαντες Μάγοι, τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ· καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν, δι᾿ αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα· καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον, ἐχάρησαν, αὐτῷ βοῶντες· Ἀλληλούϊα.

Ἴδον παῖδες Χαλδαίων, ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου, τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους· καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν, εἰ καὶ δούλου ἔλαβε μορφήν, ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι, καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ·

Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ·
χαῖρε, αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα·
χαῖρε, τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα.
Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς·
χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.
Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας·
χαῖρε, ἡ τοῦ βορβόρου ῥυομένη τῶν ἔργων.
Χαῖρε, πυρὸς προσκύνησιν παύσασα·
χαῖρε, φλογὸς παθῶν ἀπαλλάττουσα.
Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγὲ σωφροσύνης·
χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κήρυκες θεοφόροι, γεγονότες οἱ Μάγοι, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα· ἐκτελέσαντές σου τὸν χρησμόν, καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν, ἀφέντες τὸν Ἡρώδην ὡς ληρώδη, μὴ εἰδότα ψάλλειν·

Ἀλληλούϊα.

Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ, φωτισμὸν ἀληθείας, ἐδίωξας τοῦ ψεύδους τὸ σκότος· τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ, μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχύν, πέπτωκεν· οἱ τούτων δὲ ῥυσθέντες, ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον·

Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων·
χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα·
χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὸν δόλον ἐλέγξασα.
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν·
χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωήν.
Χαῖρε, πύρινε στῦλε, ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει·
χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα νεφέλης.
Χαῖρε, τροφὴ τοῦ μάννα διάδοχε·
χαῖρε, τρυφῆς ἁγίας διάκονε.
Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας·
χαῖρε, ἐξ ἧς ῥέει μέλι καὶ γάλα.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μέλλοντος Συμεῶνος, τοῦ παρόντος αἰῶνος, μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος, ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ, ἀλλ᾿ ἐγνώσθης τούτῳ καὶ Θεὸς τέλειος· διό περ ἐξεπλάγη, σοῦ τὴν ἄῤῥητον σοφίαν, κράζων·

Ἀλληλούϊα.

ᾨδὴ δ´. Ὁ Εἱρμός.

“ Ὁ καθήμενος ἐν δόξῃ, ἐπὶ θρόνου Θεότητος, ἐν νεφέλῃ κούφῃ, ἦλθεν Ἰησοῦς ὁ ὑπέρθεος, τῇ ἀκηράτῳ παλάμῃ, καὶ διέσωσε, τοὺς κραυγάζοντας· δόξα Χριστὲ τῇ δυνάμει σου. ”

Ἐν φωναῖς ἆσμάτων πίστει, σοὶ βοῶμεν Πανύμνητε· χαῖρε πῖον ὄρος, καὶ τετυρωμένον ἐν Πνεύματι· χαῖρε λυχνία καὶ στάμνε, μάννα φέρουσα, τὸ γλυκαῖνον, τὰ τῶν εὐσεβῶν αἰσθητήρια.

Ἱλαστήριον τοῦ κόσμου, χαῖρε ἄχραντε Δέσποινα· χαῖρε κλῖμαξ γῆθεν, πάντας ἀνυψώσασα χάριτι· χαῖρε ἡ γέφυρα ὄντως, ἡ μετάγουσα, ἐκ θανάτου, πάντας, πρὸς ζωὴν τοὺς ὑμνοῦντάς σε.

Οὐρανῶν ὑψηλοτέρα, χαῖρε γῆς τὸ θεμέλιον, ἐν τῇ σῇ νηδύϊ, Ἄχραντε ἀκόπως βαστάσασα, χαῖρε κογχύλη, πορφύραν θείαν βάψασα, ἐξ αἱμάτων σου, τῷ Βασιλεῖ τῶν Δυνάμεων.

Δόξα.

Νομοθέτην ἡ τεκοῦσα, ἀληθῶς χαῖρε Δέσποινα, τὸν τὰς ἀνομίας, πάντων δωρεὰν ἐξαλείφοντα· ἀκατανόητον βάθος, ὕψος ἄῤῥητον, Ἀπειρόγαμε, δι᾿ ἧς ἡμεῖς ἐθεώθημεν.

Καὶ νῦν.

Σὲ τὴν πλέξασαν τῷ κόσμῳ, ἀχειρόπλοκον στέφανον, ἀνυμνολογοῦμεν, Χαῖρέ σοι Παρθένε κραυγάζοντες, τὸ φυλακτήριον πάντων καὶ χαράκωμα, καὶ κραταίωμα, καὶ ἱερὸν καταφύγιον.

ᾨδὴ ε´. Ὁ Εἱρμός.

“ Ἐξέστη τὰ σύμπαντα, ἐπὶ τῇ θείᾳ δόξῃ σου· σὺ γὰρ ἀπειρόγαμε Παρθένε, ἔσχες ἐν μήτρᾳ τὸν ἐπὶ πάντων Θεόν, καὶ τέτοκας ἄχρονον Υἱόν, πᾶσι τοῖς ὑμνοῦσί σε, σωτηρίαν βραβεύοντα. ”

Ὁδὸν ἡ κυήσασα, ζωῆς, χαῖρε Πανάμωμε, ἡ κατακλυσμοῦ τῆς ἁμαρτίας, σώσασα κόσμον· χαῖρε Θεόνυμφε, ἄκουσμα καὶ λάλημα φρικτόν· χαῖρε ἐνδιαίτημα, τοῦ Δεσπότου τῆς κτίσεως.

Ἰσχὺς καὶ ὀχύρωμα, ἀνθρώπων, χαῖρε Ἄχραντε, τόπε ἁγιάσματος τῆς δόξης· νέκρωσις ᾅδου, νυμφὼν ὁλόφωτε· χαῖρε τῶν Ἀγγέλων χαρμονή· χαῖρε ἡ βοήθεια, τῶν πιστῶς δεομένων σου.

Πυρίμορφον ὄχημα, τοῦ Λόγου, χαῖρε Δέσποινα, ἔμψυχε Παράδεισε, τὸ ξύλον, ἐν μέσῳ ἔχων ζωῆς τὸν Κύριον· οὗ ὁ γλυκασμὸς ζωοποιεῖ, πίστει τοὺς μετέχοντας, καὶ φθορᾷ ὑποκύψαντας.

Δόξα.

Ῥωννύμενοι σθένει σου, πιστῶς ἀναβοῶμέν σοι· Χαῖρε πόλις τοῦ Παμβασιλέως, δεδοξασμένα καὶ ἀξιάκουστα, περὶ ἧς λελάληνται σαφῶς· ὄρος ἀλατόμητον, χαῖρε βάθος ἀμέτρητον.

Καὶ νῦν.

Εὐρύχωρον σκήνωμα, τοῦ Λόγου, χαῖρε Ἄχραντε· κόχλος ἡ τὸν θεῖον μαργαρίτην, προαγαγοῦσα, χαῖρε πανθαύμαστε· πάντων πρὸς Θεὸν καταλλαγή, τῶν μακαριζόντων σε, Θεοτόκε ἑκάστοτε.

ᾨδὴ Ϛ´. Ὁ Εἱρμός.

“ Τὴν θείαν ταύτην καὶ πάντιμον, τελοῦντες ἑορτὴν οἱ θεόφρονες, τῆς Θεομήτορος, δεῦτε τὰς χεῖρας κροτήσωμεν, τὸν ἐξ αὐτῆς τεχθέντα Θεὸν δοξάζοντες. ” (δὶς)

Παστὰς τοῦ Λόγου ἀμόλυντε, αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως, χαῖρε Πανάχραντε, τῶν Προφητῶν περιήχημα· χαῖρε τῶν Ἀποστόλων τὸ ἐγκαλλώπισμα.

Ἐκ σοῦ ἡ δρόσος ἀπέσταξε, φλογμὸν πολυθεΐας ἡ λύσασα· ὅθεν βοῶμέν σοι· χαῖρε ὁ πόκος ὁ ἔνδροσος, ὃν Γεδεὼν Παρθένε προεθεάσατο.

Δόξα.

Ἰδού σοι, χαῖρε, κραυγάζομεν, λιμὴν ἡμῖν γενοῦ θαλαττεύουσι, καὶ ὁρμητήριον, ἐν τῷ πελάγει τῶν θλίψεων, καὶ τῶν σκανδάλων πάντων τοῦ πολεμήτορος.

Καὶ νῦν.

Χαρᾶς αἰτία χαρίτωσον, ἡμῶν τὸν λογισμὸν τοῦ κραυγάζειν σοι· χαῖρε ἡ ἄφλεκτος βάτος, νεφέλη ὁλόφωτε, ἡ τοὺς πιστοὺς ἀπαύστως ἐπισκιάζουσα.

Ἦχος πλ. δ΄. Αὐτόμελον.

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια,
Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια,
Ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.
Ἀλλ᾿ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον,
Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
Ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὁ Ἱερεὺς ἱστάμενος εἰς τὸν σωλέα πρὸ τῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου, ἀπαγγέλλει ἐμμελῶς τὴν Γ´ Στάσιν τῶν Χαιρετισμῶν.

ΣΤΑΣΙΣ ΤΡΙΤΗ

Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης, ἡμῖν τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ γενομένοις· ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός, καὶ φυλάξας ταύτην, ὥσπερ ἦν, ἄφθορον· ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες, ὑμνήσωμεν αὐτήν, βοῶντες·

Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας·
χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα·
χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.
Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί·
χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ᾿ οὗ σκέπονται πολλοί.
Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις·
χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις·
χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.
Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παῤῥησίας·
χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες· διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός, ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος, τοὺς αὐτῷ βοῶντας·

Ἀλληλούϊα.

Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω, καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος· συγκατάβασις γὰρ θεϊκή, οὐ μετάβασις δὲ τοπικὴ γέγονε· καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου, ἀκουούσης ταῦτα·

Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα·
χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.
Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα·
χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ·
χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ.
Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα·
χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐλύθη παράβασις!
χαῖρε δι᾿ ἧς ἠνοίχθη Παράδεισος.
Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας·
χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων, κατεπλάγη τὸ μέγα, τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον· τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον· ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα, ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ῥήτορας πολυφθόγγους, ὡς ἰχθύας ἀφώνους, ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε· ἀποροῦσι γὰρ λέγειν τό, πῶς καὶ Παρθένος μένεις, καὶ τεκεῖν ἴσχυσας· ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριον θαυμάζοντες, πιστῶς βοῶμεν·

Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον·
χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα·
χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Χαῖρε, ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί·
χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα·
χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα·
χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι·
χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων Κοσμήτωρ, πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε· καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός, δι᾿ ἡμᾶς ἐφάνη καθ᾿ ἡμᾶς ἄνθρωπος· ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας, ὡς Θεὸς ἀκούει·

Ἀλληλούϊα.

ᾨδὴ ζ´. Ὁ Εἱρμός.

“ Οὐκ ἐλάτρευσαν, τῇ κτίσει οἱ θεόφρονες, παρὰ τὸν Κτίσαντα· ἀλλὰ πυρὸς ἀπειλήν, ἀνδρείως πατήσαντες, χαίροντες ἔψαλλον· Ὑπερύμνητε, ὁ τῶν Πατέρων Κύριος, καὶ Θεὸς εὐλογητὸς εἶ. ”

Ἀνυμνοῦμέν σε, βοῶντες· χαῖρε ὄχημα, Ἡλίου τοῦ νοητοῦ· ἄμπελος ἀληθινή, τὸν βότρυν τὸν πέπειρον, ἡ γεωργήσασα, οἶνον στάζοντα, τὸν τὰς ψυχὰς εὐφραίνοντα, τῶν πιστῶς σε δοξαζόντων.

Ἰατῆρα, τῶν ἀνθρώπων ἡ κυήσασα, χαῖρε Θεόνυμφε· ἡ ῥάβδος ἡ μυστική, ἄνθος τὸ ἀμάραντον, ἡ ἐξανθήσασα· χαῖρε Δέσποινα, δι᾿ ἧς χαρᾶς πληρούμεθα, καὶ ζωὴν κληρονομοῦμεν.

Ῥητορεύουσα, οὐ σθένει γλῶσσα Δέσποινα, ὑμνολογῆσαί σε· ὑπὲρ γὰρ τὰ Σεραφίμ, ὑψώθης κυήσασα, τὸν Βασιλέα Χριστόν· ὃν ἱκέτευε, πάσης νῦν βλάβης ῥύσασθαι, τοὺς πιστῶς σε προσκυνοῦντας.

Δόξα.

Εὐφημεῖ σε, μακαρίζοντα τὰ πέρατα, καὶ ἀνακράζει σοι· Χαῖρε ὁ τόμος ἐν ᾧ, δακτύλῳ ἐγγέγραπται, Πατρὸς ὁ Λόγος Ἁγνή· ὃν ἱκέτευε, βίβλῳ ζωῆς τοὺς δούλους σου, καταγράψαι Θεοτόκε.

Καὶ νῦν.

Ἱκετεύομεν, οἱ δοῦλοί σου καὶ κλίνομεν, γόνυ καρδίας ἡμῶν· κλῖνον τὸ οὖς σου, Ἁγνή, καὶ σῶσον τοὺς θλίψεσι, βυθιζομένους ἡμᾶς, καὶ συντήρησον, πάσης ἐχθρῶν ἁλώσεως, τὴν σὴν Πόλιν Θεοτόκε.

ᾨδὴ η´. Ὁ Εἱρμός.

“ Παῖδας εὐαγεῖς ἐν τῇ καμίνῳ, ὁ τόκος τῆς Θεοτόκου διεσώσατο, τότε μὲν τυπούμενος· νῦν δὲ ἐνεργούμενος, τὴν οἰκουμένην ἅπασαν, ἀγείρει ψάλλουσαν· τὸν Κύριον ὑμνεῖτε τὰ ἔργα, καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. ”

Νηδύϊ τὸν Λόγον ὑπεδέξω, τὸν πάντα βαστάζοντα ἐβάστασας· γάλακτι ἐξέθρεψας, νεύματι τὸν τρέφοντα, τὴν οἰκουμένην ἅπασαν, Ἁγνή, ᾧ ψάλλομεν· τὸν Κύριον ὑμνεῖτε τὰ ἔργα, καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Μωσῆς κατενόησεν ἐν βάτῳ, τὸ μέγα Μυστήριον τοῦ τόκου σου· Παῖδες προεικόνισαν, τοῦτο ἐμφανέστατα, μέσον πυρὸς ἱστάμενοι, καὶ μὴ φλεγόμενοι, ἀκήρατε ἁγία Παρθένε· ὅθεν σε ὑμνοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Οἱ πρῴην ἀπάτῃ γυμνωθέντες, στολὴν ἀφθαρσίας ἐνεδύθημεν, τῇ κυοφορίᾳ σου· καὶ οἱ καθεζόμενοι, ἐν σκότει παραπτώσεων, φῶς κατωπτεύσαμεν, φωτὸς κατοικητήριον Κόρη· ὅθεν σε ὑμνοῦμεν, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Δόξα.

Νεκροὶ διὰ σοῦ ζωοποιοῦνται· ζωὴν γὰρ τὴν ἐνυπόστατον ἐκύησας· εὔλαλοι οἱ ἄλαλοι, πρῴην χρηματίζοντες, λεπροί, ἀποκαθαίρονται, νόσοι διώκονται, πνευμάτων ἀερίων τὰ πλήθη, ἥττηνται Παρθένε, βροτῶν ἡ σωτηρία.

Καὶ νῦν.

Ἡ κόσμῳ τεκοῦσα σωτηρίαν, δι᾿ ἧς ἀπὸ γῆς εἰς ὕψος ἤρθημεν, χαίροις Παντευλόγητε, σκέπη καὶ κραταίωμα, τεῖχος καὶ ὀχύρωμα τῶν μελῳδούντων Ἁγνή· τὸν Κύριον ὑμνεῖτε τὰ ἔργα, καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

ᾨδὴ θ´. Ὁ Εἱρμός.

“ Ἅπας γηγενής, σκιρτάτω τῷ πνεύματι, λαμπαδουχούμενος· πανηγυριζέτω δέ, ἀΰλων Νόων φύσις γεραίρουσα, τὴν ἱερὰν πανήγυριν, τῆς Θεομήτορος, καὶ βοάτω· χαίροις παμμακάριστε, Θεοτόκε ἁγνή ἀειπάρθενε. ”

Ἵνα σοι πιστοί, τὸ χαῖρε κραυγάζωμεν, οἱ διὰ σοῦ τῆς χαρᾶς, μέτοχοι γενόμενοι, τῆς ἀϊδίου, ῥῦσαι ἡμᾶς πειρασμοῦ, βαρβαρικῆς ἁλώσεως, καὶ πάσης ἄλλης πληγῆς, διὰ πλῆθος, Κόρη παραπτώσεων, ἐπιούσης βροτοῖς ἁμαρτάνουσιν.

Ὤφθης φωτισμός, ἡμῶν καὶ βεβαίωσις· ὅθεν βοῶμέν σοι· χαῖρε ἄστρον ἄδυτον, εἰσάγον κόσμῳ τὸν μέγαν Ἥλιον· χαῖρε Ἐδὲμ ἀνοίξασα, τὴν κεκλεισμένην Ἁγνή· χαῖρε στῦλε, πύρινε εἰσάγουσα, εἰς τὴν ἄνω ζωήν, τὸ ἀνθρώπινον.

Στῶμεν εὐλαβῶς, ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἡμῶν, καὶ ἐκβοήσωμεν· χαῖρε κόσμου Δέσποινα· χαῖρε Μαρία, Κυρία πάντων ἡμῶν· χαῖρε ἡ μόνη ἄμωμος, ἐν γυναιξὶ καὶ καλή· χαῖρε σκεῦος, μύρον τὸ ἀκένωτον, ἐπὶ σὲ κενωθὲν εἰσδεξάμενον.

Δόξα.

Ἡ περιστερά, ἡ τὸν ἐλεήμονα ἀποκυήσασα, χαῖρε Ἀειπάρθενε· Ὁσίων πάντων χαῖρε τὸ καύχημα, τῶν Ἀθλητῶν στεφάνωμα· χαῖρε ἁπάντων τε, τῶν Δικαίων, θεῖον ἐγκαλλώπισμα, καὶ ἡμῶν τῶν πιστῶν τὸ διάσωσμα.

Καὶ νῦν.

Φεῖσαι ὁ Θεός, τῆς κληρονομίας σου, τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, πάσας παραβλέπων νῦν, εἰς τοῦτο ἔχων ἐκδυσωποῦσάν σε, τὴν ἐπὶ γῆς ἀσπόρως σε κυοφορήσασαν, διὰ μέγα, ἔλεος θελήσαντα, μορφωθῆναι Χριστὲ τὸ ἀλλότριον.

Ἦχος πλ. δ΄. Αὐτόμελον.

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια,
Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια,
Ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.
Ἀλλ᾿ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον,
Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
Ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

 

Ὁ Ἱερεὺς ἱστάμενος εἰς τὸν σωλέα πρὸ τῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου, ἀπαγγέλλει ἐμμελῶς τὴν Δ´ Στάσιν τῶν Χαιρετισμῶν.

ΣΤΑΣΙΣ ΤΕΤΑΡΤΗ

Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων· ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, κατεσκεύασέ σε Ποιητὴς Ἄχραντε, οἰκήσας ἐν τῇ μήτρᾳ σου, καὶ πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας·

Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας·
χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτηρίας.
Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως·
χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.
Χαῖρε, σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς·
χαῖρε, σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.
Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα·
χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.
Χαῖρε, παστὰς ἀσπόρου νυμφεύσεως·
χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.
Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων·
χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε Ἁγίων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται, συνεκτείνεσθαι σπεύδων, τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου· ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ᾠδάς, ἂν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε, οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν, τοῖς σοὶ βοῶσιν·

Ἀλληλούϊα.

Φωτοδόχον λαμπάδα, τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν, ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον· τὸ γὰρ ἄϋλον ἅπτουσα φῶς, ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας, αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα, κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·

Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ Ἡλίου·
χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα·
χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν·
χαῖρε, ὅτι τὸν πολύῤῥητον ἀναβλύζεις ποταμόν.
Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον·
χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ῥύπον.
Χαῖρε, λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν·
χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.
Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας·
χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χάριν δοῦναι θελήσας, ὀφλημάτων ἀρχαίων, ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων, ἐπεδήμησε δι᾿ ἑαυτοῦ, πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ χάριτος· καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον, ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ψάλλοντές σου τὸν τόκον, ἀνυμνοῦμέν σε πάντες, ὡς ἔμψυχον ναὸν Θεοτόκε· ἐν τῇ σῇ γὰρ οἰκήσας γαστρί, ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος, ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοι πάντας·

Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου·
χαῖρε, Ἁγία Ἁγίων μείζων.
Χαῖρε, Κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι·
χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.
Χαῖρε, τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν·
χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος·
χαῖρε, τῆς βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐγείρονται τρόπαια·
χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία·
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων Ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον (ἐκ γ´)· δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας· καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως, τοὺς σοὶ βοῶντας·

Ἀλληλούϊα.

Καὶ πάλιν τὸν πρῶτον Οἶκον·

Ἄγγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη, εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τό, Χαῖρε (ἐκ γ´)· καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ, σωματούμενόν σε θεωρῶν Κύριε, ἐξίστατο, καὶ ἵστατο κραυγάζων πρὸς αὐτὴν τοιαῦτα·

Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει·
χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις·
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς·
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον, καὶ Ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα·
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστήρ ἐμφαίνων τὸν Ἥλιον·
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις·
χαῖρε, δι᾿ ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Εἶτα οἱ Χοροὶ ἐναλλάξ, τό· Τῇ ὑπερμάχῳ… (σύντομον).
Τρισάγιον. Δόξα. Καὶ νῦν. Παναγία Τριάς. Κύριε, ἐλέησον (γ´). Δόξα. Καὶ νῦν. Πάτερ ἡμῶν. Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία…

Κύριε, ἐλέησον (μ´)

Καὶ τὴν Εὐχὴν ταύτην·

Ὁ ἐν παντὶ καιρῷ, καὶ πάσῃ ὥρᾳ, ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς προσκυνούμενος, καὶ δοξαζόμενος Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ μακρόθυμος, ὁ πολυέλεος, ὁ πολυεύσπλαγχνος, ὁ τοὺς δικαίους ἀγαπῶν καὶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἐλεῶν, ὁ πάντας καλῶν πρὸς σωτηρίαν διὰ τῆς ἐπαγγελίας τῶν μελλόντων ἀγαθῶν· Αὐτός, Κύριε, πρόσδεξαι καὶ ἡμῶν ἐν τῇ ὥρᾳ ταύτῃ τὰς ἐντεύξεις, καὶ ἴθυνον τὴν ζωὴν ἡμῶν πρὸς τὰς ἐντολάς σου· τὰς ψυχὰς ἡμῶν ἁγίασον, τὰ σώματα ἅγνισον, τοὺς λογισμοὺς διόρθωσον, τὰς ἐννοίας κάθαρον, καὶ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης θλίψεως, κακῶν καὶ ὀδύνης. Τείχισον ἡμᾶς ἁγίοις σου Ἀγγέλοις, ἵνα, τῇ παρεμβολῇ αὐτῶν φρουρούμενοι, καὶ ὁδηγούμενοι, καταντήσωμεν εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀπροσίτου σου δόξης· ὅτι εὐλογητὸς εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Κύριε, ἐλέησον (γ´).
Δόξα. Καὶ νῦν.

Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως, Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, Σὲ μεγαλύνομεν.

Ἐν ὀνόματι Κυρίου, εὐλόγησον, Πάτερ.

Ὁ ἱερεύς· Ὁ Θεὸς οἰκτειρήσαι ἡμᾶς, καὶ εὐλογήσαι ἡμᾶς, ἐπιφάναι τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς, καὶ ἐλεήσαι ἡμᾶς.

Ὁ ἀναγνώστης· Κύριε, ἐλέησον (γ´).

Καὶ σῶσον ἡμᾶς Παναγία Παρθένε.

Εὐχὴ εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον.
(Παύλου Μοναχοῦ, Μονῆς Εὐεργέτιδος)

Ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνὴ Παρθένε, Θεόνυμφε Δέσποινα, ἡ Θεὸν Λόγον τοῖς ἀνθρώποις, τῇ παραδόξῳ σου κυήσει, ἑνώσασα, καὶ τὴν ἀπωσθεῖσαν φύσιν τοῦ γένους ἡμῶν τοῖς οὐρανίοις συνάψασα, ἡ τῶν ἀπηλπισμένων μόνη ἐλπίς, καὶ τῶν πολεμουμένων βοήθεια, ἡ ἑτοίμη ἀντίληψις τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων, καὶ πάντων τῶν Χριστιανῶν τὸ καταφύγιον, μὴ βδελύξῃ με τὸν ἁμαρτωλόν, τὸν ἐναγῆ, τὸν αἰσχροῖς λογισμοῖς καὶ λόγοις καὶ πράξεσιν ὅλον ἐμαυτὸν ἀχρειώσαντα, καὶ τῇ τῶν ἡδονῶν τοῦ βίου ῥᾳθυμίᾳ γνώμης, δοῦλον γενόμενον. Ἀλλ᾿ ὡς τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ Μήτηρ, φιλανθρώπως σπλαγχνίσθητι ἐπ᾿ ἐμοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ καὶ ἀσώτῳ, καὶ δέξαι μου τὴν ἐκ ῥυπαρῶν χειλέων προσφερομένην σοι δέησιν, καὶ τὸν σὸν Υἱόν, καὶ ἡμῶν Δεσπότην καὶ Κύριον, τῇ μητρικῇ σου παῤῥησίᾳ χρωμένη, δυσώπησον, ἵνα ἀνοίξῃ κἀμοὶ τὰ φιλάνθρωπα σπλάγχνα τῆς αὑτοῦ ἀγαθότητος, καί, παριδών μου τὰ ἀναρίθμητα πταίσματα, ἐπιστρέψῃ με πρὸς μετάνοιαν, καὶ τῶν αὑτοῦ ἐντολῶν ἐργάτην δόκιμον ἀναδείξῃ με. Καὶ πάρεσό μοι ἀεὶ ὡς ἐλεήμων, καὶ συμπαθής, καὶ φιλάγαθος, ἐν μὲν τῷ παρόντι βίῳ, θερμὴ προστάτις καὶ βοηθός, τὰς τῶν ἐναντίων ἐφόδους ἀποτειχίζουσα, καὶ πρὸς σωτηρίαν καθοδηγοῦσά με, καὶ ἐν τῷ καιρῷ τῆς ἐξόδου μου, τὴν ἀθλίαν μου ψυχὴν περιέπουσα, καὶ τὰς σκοτεινὰς ὄψεις τῶν πονηρῶν δαιμόνων πόῤῥω αὐτῆς ἀπελαύνουσα· ἐν δὲ τῇ φοβερᾷ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, τῆς αἰωνίου με ῥυομένη κολάσεως, καὶ τῆς ἀποῤῥήτου δόξης τοῦ σοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ ἡμῶν κληρονόμον με ἀποδεικνύουσα. Ἧς καὶ τύχοιμι, Δέσποινά μου, ὑπεραγία Θεοτόκε, διὰ τῆς σῆς μεσιτείας καὶ ἀντιλήψεως· χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ, τοῦ μονογενοῦς σου Υἱοῦ, τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. ᾯ πρέπει πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, σὺν τῷ ἀνάρχῳ αὐτοῦ Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ αὐτοῦ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Εὐχὴ εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.
(Ἀντιόχου Μοναχοῦ, τοῦ Πανδέκτου)

Καὶ δὸς ἡμῖν, Δέσποτα, πρὸς ὕπνον ἀπιοῦσιν, ἀνάπαυσιν σώματος καὶ ψυχῆς· καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ ζοφεροῦ ὕπνου τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἀπὸ πάσης σκοτεινῆς καὶ νυκτερινῆς ἡδυπαθείας. Παῦσον τὰς ὁρμὰς τῶν παθῶν, σβέσον τὰ πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ, τὰ καθ᾿ ἡμῶν δολίως κινούμενα· τὰς τῆς σαρκὸς ἡμῶν ἐπαναστάσεις κατάστειλον, καὶ πᾶν γεῶδες καὶ ὑλικὸν ἡμῶν φρόνημα κοίμησον. Καὶ δώρησαι ἡμῖν, ὁ Θεός, γρήγορον νοῦν, σώφρονα λογισμόν, καρδίαν νήφουσαν, ὕπνον ἐλαφρόν, καὶ πάσης σατανικῆς φαντασίας ἀπηλλαγμένον. Διανάστησον δὲ ἡμᾶς ἐν τῷ καιρῷ τῆς προσευχῆς, ἐστηριγμένους ἐν ταῖς ἐντολαῖς σου, καὶ τὴν μνήμην τῶν σῶν κριμάτων ἐν ἑαυτοῖς ἀπαράθραυστον ἔχοντας. Παννύχιον ἡμῖν τὴν σὴν δοξολογίαν χάρισαι εἰς τὸ ὑμνεῖν, καὶ εὐλογεῖν, καὶ δοξάζειν τὸ πάντιμον καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομά σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Καὶ πάλιν.

Ὑπερένδοξε, ἀειπάρθενε, εὐλογημένη Θεοτόκε, προσάγαγε τὴν ἡμετέραν προσευχὴν τῷ Υἱῷ σου καὶ Θεῷ ἡμῶν, καὶ αἴτησαι, ἵνα σώσῃ διὰ σοῦ τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

(Εὐχὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωαννικίου).
Ἡ ἐλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, Τριὰς ἁγία, δόξα σοι.

Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ· φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.

Ὁ Ἱερεὺς ἀμέσως τὴν Ἀπόλυσιν·

Δόξα σοι, ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, δόξα σοι. Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν, ταῖς πρεσβείαις τῆς παναχράντου καὶ παναμώμου ἁγίας αὐτοῦ Μητρός, τῶν ἁγίων ἐνδόξων καὶ πανευφήμων Ἀποστόλων, (τοῦ Ἁγίου τοῦ Ναοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου τῆς ἡμέρας, ἐφ᾿ ὅσον ἑορτάζηται), καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, ἐλεήσαι καὶ σώσαι ἡμᾶς ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος. Ἀμήν.

Εἶτα ὁ Ἱερεὺς λέγει (ἀποκρινομένων ἡμῶν τό· Κύριε, ἐλέησον, συνεχῶς).

Εὐξώμεθα ὑπὲρ εἰρήνης τοῦ κόσμου.
Ὑπὲρ τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Ὑπὲρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεῖνος) καὶ πάσης τῆς ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος.
Ὑπὲρ τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν Ἔθνους πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας ἐν αὐτῷ.
Ὑπὲρ εὐοδώσεως καὶ ἐνισχύσεως τοῦ φιλοχρίστου στρατοῦ.
Ὑπὲρ τῶν ἀπολειφθέντων πατέρων καὶ ἀδελφῶν ἡμῶν.
Ὑπὲρ τῶν διακονούντων καὶ διακονησάντων ἡμῖν.
Ὑπὲρ τῶν μισούντων καὶ ἀγαπώντων ἡμᾶς.
Ὑπὲρ τῶν ἐντειλαμένων ἡμῖν τοῖς ἀναξίοις εὔχεσθαι ὑπὲρ αὐτῶν.
Ὑπὲρ ἀναῤῥύσεως τῶν αἰχμαλώτων.
Ὑπὲρ τῶν ἐν θαλάσσῃ καλῶς πλεόντων.
Ὑπὲρ τῶν ἐν ἀσθενείαις κατακειμένων.
Εὐξώμεθα καὶ ὑπὲρ εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς.
Καὶ ὑπὲρ πάσης ψυχῆς χριστιανῶν Ὀρθοδόξων.
Μακαρίσωμεν τοὺς εὐσεβεῖς ἄρχοντας, τοὺς ὀρθοδόξους Ἀρχιερεῖς. Τοὺς κτίτορας τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας ταύτης, τοὺς γονεῖς ἡμῶν καὶ διδασκάλους καὶ πάντας τοὺς προαπελθόντας πατέρας καὶ ἀδελφοὺς ἡμῶν τοὺς ἐνθάδε εὐσεβῶς κειμένους, καὶ τοὺς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξους.

Εἴπωμεν καὶ ὑπὲρ ἑαυτῶν, τό· Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.

Ὁ Χορός, ψάλλει· Ἦχος γ´.

Τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου, καὶ τὸ ὑπέρλαμπρον τὸ τῆς ἁγνείας σου, ὁ Γαβριὴλ καταπλαγείς, ἐβόα σοι Θεοτόκε, ποῖόν σοι ἐγκώμιον, προσαγάγω ἐπάξιον; τί δὲ ὀνομάσω σε; ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι. Διὸ ὡς προσετάγην βοῶ σοι· χαῖρε, ἡ Κεχαριτωμένη.

Ὁ ἱερεύς· Δι’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἡμῶν,
Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Ἀμήν.

 

ΠΗΓΗ:  https://www.proseyxi.com/akolouthia-tou-akathistou-ymnou/

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2025

Βιβλιοδρόμιο: "Παναγιώτης Γιαννάκης. Τρωτός Άτρωτος" του Παντελή Βλαχόπουλου

 Έτυχε τούτον τον καιρό να βρίσκομαι  κοντά σε κοινό με φίλαθλο πνεύμα, και διαβάζω βιβλία αναφερόμενα σε αθλητές. Προηγήθηκε το εντυπωσιακό βιβλίο για τον Γιάννη Ιωαννίδη.

Το επόμενο, είναι τούτο για τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Ενα βιβλίο συστηματικό, όπως ο βιβλιογραφούμενος!

Το βιβλίο, στο πέρασμά μου, έγινε κατάστικτο. Γιατί δεν διάβασα απλώς, την ιστορία του Π. Γιαννάκη. Διάβασα τις υποθήκες του "ποιητή". Γιατί ο Π. Γιαννάκης, "εποίησε" πρότυπο. 

Τόσο συμπυκνωμένη έκφραση σοφίας, ηθικών αρχών, ήθους και χαρακτήρα του προσώπου, βρίσκεις στην ιστορία, και μάλιστα για πρόσωπα που άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στο Ιστορικό μας γίγνεσθαι.

Το πάθος, η αφοσίωση, η συνέχεια και η συνέπεια του Παναγιώτη Γιαννάκη σε ό,τι πίστευε και στο οποίο με χαρά και αγάπη αφιερώθηκε, ψυχή τε και σώματι, ήταν ασίγαστο, απόλυτο, αδιάλειπτο.

Ο Άνδρας έχει χαρίσματα που διατρέχουν όλη την ιστορία και την παράδοσή μας.

Όπως, το πάθος και η επιμονή του για σπουδαίο αποτέλεσμα. Η πίστη του για ανάγκη στη συλλογικότητα κατά την δράση προς επίτευξη του στόχου. Η ταπεινότητα στις αντιδράσεις και στην πίεση που υφίστατο κατά καιρούς και περιστάσεις, και η συγχωρητικότητα, η ανεκτικότητα, αλλά  και η σταθερότητα στις αρχές του αυτές, μοιάζουν βγαλμένες από αφηγήσεις γερόντων, στα απανθίσματα των γεροντικών και την Φιλοκαλία. Η αγνότητα, η πραότητα, η προσήλωση μέχρις εσχάτων στο δέον, το σύνολο ήθος του ανδρός, είναι στοιχεία του παραδοσιακού και οικουμενικού Έλληνα.

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης,  είναι ένας "ποιητής", είναι μια φλόγα, που άναψε τις δάδες του αθλήματος που αγάπησε και υπηρέτησε από πολλά μέτωπα, για να φωτίσουν το δρόμο σε περισσότερους νέους. Η διαδρομή του είναι ένας κινούμενος πυρσός που  φωτίζει τη λεωφόρο των επιδόσεων που επέτυχε στην καθόλου καριέρα του. Με την θριαμβευτική του συμβολή περιποίησε τιμή στην πατρίδα μας επανειλημμένα, στις διάφορες αθλητικές διοργανώσεις. Ο Π. Γιαννάκης είναι άξιο πρότυπο Έλληνα.

Στην καριέρα του, από την αρχή της,  αναγνωρίζει πως είχε σπουδαίο  στυλοβάτη τους πρώτους του δασκάλους στο άθλημα, αλλά και την ευρύτερη οικογένειά του. Για όλους αυτούς, επανειλημμένως εκφράζει την ευγνωμοσύνη  και την αγάπη του. 

 Ό,τι και να έκανες, Παναγιώτη Γιαννάκη, με αυτό το ήθος, το πάθος και την εργατικότητα, θα ήσουν στο πάνω όριο της επίδοσης. Τέτοιοι Έλληνες είναι πια λίγοι, και δεν είναι πολιτικοί.  

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης, ναί, είναι  ένας τρωτός Άτρωτος. Είναι ένας Έλληνας που άφησε πίσω του άτρωτο έργο. Όπως και πολλοί άλλοι που δεν λογάριασαν τον εαυτό τους πρώτον στην απόλαυση, αλλά πρώτον στην ευθύνη.

Τέτοιοι Έλληνες υπήρξαν πολλοί στην ιστορία μας και στην παράδοσή μας. Γι' αυτό υπάρχουμε ακόμη σήμερα. Κι όταν συμβαίνει και εμφανίζονται άνθρωποι με τέτοιο ήθος και πίστη, με τέτοιες αρχές και τόση εργατικότητα, με τόση συνέπεια και τόση επιμονή στο στόχο τους, ο οποίος υπερβαίνει τις προσωπικές και ατομικές τους φιλοδοξίες, αντίστοιχου διαμετρήματος έργο παράγουν. Εις τους αιώνας.

Σημείωση: Δεν αναφέρομαι στο πώς παρουσιάζονται τα γραφόμενα, αλλά μόνο στην εντύπωση που μου προκάλεσαν. Γιατί δεν είμαι τεχνικός της συγγραφής, αλλά διψασμένη για ουσία ιστορικής και ζώσης μαχητικής ζωής, που υπερβαίνει το εγώ.

Διαβάστε το. Είναι ένα πυκνό Σεμινάριο ήθους, πορείας,  έργου και αρχών ενός σημαντικού προσώπου της σύγχρονης ιστορίας της πατρίδας μας.


 



Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2025

Βιβλιοδρόμιο: Γιάννης Ιωαννίδης. Γεννημένος Νικητής

 Ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο προπονητής μπάσκετ, πολλών ελληνικών ομάδων της Χώρας, πέθανε πριν λίγο καιρό.

Ένα είναι σίγουρο: πως δεν πέθανε μαζί του και το έργο του. Μπορεί να τελείωσε, να σταμάτησε η προπόνηση, αλλά η καθοδήγησή του δεν σταμάτησε ποτέ, Και δεν μπορεί να σταματήσει, γιατί δεν ήταν μόνο οδηγίες και εντολές. Ήταν κατάθεση προτύπου ζωής, και υπόδειγμα βίου. Το χαρακτηριστικό του ήταν ο έρωτας και η συνέπεια. Οι δυνατές και βαθειές σχέσεις με τους ανθρώπους που είχε στον κύκλο και στην ευθύνη του. Αυτό διδάσκεται και κατατίθεται με την αυτοβιογραφία του.

Το βιβλίο, 250 περίπου σελίδων, ρέει σαν ένα παιχνίδι μπάσκετ. Είναι γρήγορο, είναι λεπτομερές, είναι πανηγύρι, είναι αγώνας, είναι προσπάθεια ακάματη, είναι έρωτας, είναι πάθος, είναι φλόγα ακοίμητη.

Δεν ασχολήθηκα ποτέ μου με τον αθλητισμό, ούτε παρακολούθησα συστηματικά αθλητικές συναντήσεις. Για τον λόγο αυτόν δεν είχα παρακολουθήσει και ομάδες και ανθρώπους του σχετικού χώρου. Επομένως όταν το σχετικό βιβλίο ήρθε στο σπίτι, και το διάβασα απλώς για την πληροφόρησή μου, έμεινα εκστατική.

Ένας άνθρωπος τόσο αληθινός, τόσο αφοσιωμένος, τόσο πληθωρικός, δεν μπορεί παρά να εντυπωσιάσει το περιβάλλον του και να κερδίσει πολλές καρδιές.

Όμως εκείνο που ήταν τόσο σημαντικό σε αυτόν τον άνθρωπο ήταν η τόλμη του, η επιμονή, αλλά  και  η προσήλωση στον στόχο του, καθώς και η ανελαστική αυστηρότητα στις αρχές του και το ήθος του. Πράγματα που σήμερα σπανίζουν.

Ο Γιάννης Ιωαννίδης, θα ζεί και με εκείνο το πλατύ του χαμόγελο θα μας δίνει πάντα το παράγγελμα του αγώνα της ζωής! Θα μας διδάσκει να δίνουμε, με πίστη, με αρχές και με αγάπη, τον καλύτερο εαυτό μας στο αγώνισμά του ο καθένας από μας, για να φέρουμε το καλύτερο αποτέλεσμα.

 Αιωνία σου η μνήμη μεγάλε Έλληνα προπονητή!