Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Oικογένεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Oικογένεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Ένα σημείωμα αλλιώτικο από τ' άλλα

Image result for εικονες άνοιξη

Ένα Ευχαριστώ
σε όσους μοιράζονται μαζί μου τις σκέψεις
που στεγάζει η «Φιλαρέτη»,
    και τις έγραψα, 
  • σαν κόρη, 
  • σαν μάνα, με τα παιδιά μου στην ξενητειά, 
  • σαν αδελφή, μακριά από τ' αδέλφια μου, 
  • σαν θεία, με πολλά αγαπημένα ανήψια, μακριά μου
  • σαν γιαγιά αγαπημένων και φιλομαθών νεαρών βλαστών, προσδοκώντας και τους επόμενους, δικούς μου και άλλους...να 'ρθούν στην παρέα μας... για να μαθαίνουμε, και να δενόμαστε, λέγοντας τις ιστορίες και τα παραμύθια μας.
  • σε ώρες αναλογισμού ευθυνών και υποχρεώσεων
  • σε ώρες μνήμης ευεργεσιών και αγάπης
  • σε ρομαντικές ώρες
  • σε ώρες θλίψης
  • σε ώρες αποχαιρετισμού αγαπημένων
  • σαν καλή και καρδιακή φίλη, 
  • για πολλούς κι αγαπημένους ζωής παραστάτες... και, τέλος
  • σαν χαμόγελο
  • και σαν καλωσόρισμα, σε όσους καλοπροαίρετα επισκέπτονται το στέκι αυτό
  • μαζί με μια ευχή για την ημέρα: Καλή κι Ευλογημένη Χρονιά το 2017!

Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

Αναστασία είναι το όνομά της




Image result for εικόνες δασκάλες 

Η Ελένη είναι δασκάλα. Είναι μι'αέρινη, αεικίνητη ύπαρξη, που της έλαχε να ζει με δυο άντρες.  Δυο επιχειρηματίες, τον άντρα και τον γιό της, που δουλεύουνε ακούραστα κι ασταμάτητα. Απορώ, πώς τους καταφέρνει. Ένας άνεμος, μπορεί και να τηνε πάρει. Αλλά την έχει σώσει το πείσμα της. Κι ετούτο, κι εκείνο, όλα τα κάνει. Και προσπαθεί, για τον Σωτήρη, που αναπολεί της μάνας του τις λιχουδιές και τις πίτες, τους μεζέδες και τα ρουμελιώτικα ψητά, να βολέψει τα πράγματα. Προσπαθεί, μα έτσι αέρινη που είναι, είναι φανερό πως η κουζίνα δεν είναι το δυνατό της σημείο. Και πόσο προσπαθεί! Μόνο η αγωνία της, σε λυγίζει. Όμως δεν εγκαταλείπει κανένα μέτωπο. Συχνά, μετά το σχολείο της, βρίσκεται μαζί τους, ακόμα και στο βιβλιοπωλείο, βοηθός και συντροφιά.

Α! αυτό το βιβλιοπωλείο, η ψυχή της γειτονιάς, για όλους εμάς που η ζωή μας είναι -η μισή τουλάχιστον- μ' ένα βιβλίο στο χέρι!

Όταν τους βλέπεις μαζί, λές πως αυτοί γεννηθήκανε αυτοκόλλητοι. Κανείς τους δεν κάνει χωρίς τον άλλον, και όλοι μαζί χωρίς το βιβλιοπωλείο. Βλέπετε το βιβλιοπωλείο δεν είναι μι' απλή δουλειά, που την κάνεις και τελειώνει, είναι τρόπος ζωής. Είναι οικογένεια, είναι γειτονιά, είναι σχολείο, είναι παρέα, είναι φιλία μακρά, είναι πνευματική συγγένεια!

Αμα δεν την συναντήσω, νιώθω πως μου λείπει. Έτσι έγινε τις προάλλες και την αναζήτησα. Μα, πόσο ξαφνικό μου ήρθε που την βρήκα στο γιατρό!

Γιατί τα γράφω όλα τούτα; Για ένα πράγμα μόνο: Γιατί σαν πήγα να τη δώ, βρήκα εκεί, την αδελφή της. Την Τασούλα. Είναι δίδυμες, αλλά δεν μοιάζουνε καθόλου! Από άλλο χωριό η καθε μιά τους! Η Τασούλα, δραστήρια, ήρεμη, κι ακούραστη. Ασφαλώς και δεν θα μπορούσε να λείπει από δίπλα. Είναι -παρά την νεότητά της- μια μορφή, γαλήνια, με μητρική πληρότητα, στοργική και περιποιητική, σου εμπνέει ασφάλεια και βεβαιότητα. Κι εκείνο το χαμόγελο! Πώς με υποδέχθηκε, σαν έφτασα! Σαν να με γνώριζε χρόνια, την ώρα που πρώτη φορά μου την συναντούσα! Φιλόξενη, εγκάρδια κι ανοιχτή, έτσι, που σού 'ρχεται να την αγκαλιάσεις αμέσως! 'Ετσι έκανα κι εγώ μόλις την είδα, γιατί η ματιά της μου μαρτύρησε πως είναι κάποιος πολύ κοντινός της καλής μου φίλης, κάποιος αχώριστος από αυτήν. Κάποιος που τον χρειάζεται πολύ, και  που δεν κάνει χωρίς αυτήν. Γι' αυτό, κι εγώ την αγάπησα, μόλις έζησα λίγες ώρες εκεί, μαζί με τις δυό τους. Τις αγάπησα, έτσι μαζί κι αχώριστες, κι όσο το σκέφτομαι, ένας κόμπος δάκρυ μου κατεβαίνει, γιατί έτσι αγαπώ κι εγώ τις αδελφές μου.

Η Τασούλα, φροντίζει για όλους και για όλα. Τό 'χει. Θα την κάνει γρήγορα καλά την αέρινη αδερφούλα της. Γιατί η αγάπη της είναι τόση, που δεν χωράει επιφυλάξεις και αστεία. Κι η αγάπη του Σωτήρη, που δεν τσιγκουνεύεται κόπο, παρουσία κι έγνοια, κι εκείνη γιατρεύει. Κι η λαχτάρα του Αλέξανδρου για την μάνα του, είναι επιτακτική για την ίαση. Κι όλων ημών οι ευχές και η αγάπη, η συμπαράσταση και η καλή σκέψη, το ίδιο πράγμα ζητάνε: να γίνει γρήγορα καλά η Ελενίτσα μας.

Δεν μπορεί, μικρούλα μας αέρινη, δεν μπορεί, με τόση αγάπη και τόση προσευχή στο προσκέφαλό σου,  περαστικά όλα θα είναι και γρήγορα θα γειάνεις για να τιτιβίζεις κοντά μας, πως δεν σου αρέσουν οι κατσαρόλες!

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

Ο Παππούς: Μνήμη Αγγελική και Ευθύφρων


Image result for εικόνες ευθύφρων

Πλάτωνος, Ευθύφρων! Τί βιβλίο! Δεν είναι από τα ξακουστά, μα βρέθηκε εδώ, ανάμεσα σε τόσα πράγματα, λόγια, μνήμες, χαμόγελα! Παλιό, ξεφτισμένο, από το 1933. Ξεχωριστή και σπουδαία μετάφραση κι επιμέλεια. Βρέθηκε εδώ, και θυμίζει μια ψυχούλα, που χρόνια τώρα, σαν τέτοιες μέρες, πέταξε μακριά μας απροσδόκητα, εν μια ριπή.

Ο Παππούς -έτσι τον λέγαμε όλοι, αφ' ότου έγινε παππούς- είχε μελετήσει για όλα τα πράγματα. Φιλοσοφία, ψυχολογία, παιδαγωγική, ιατρικά και διατροφή, ποίηση, λογοτεχνία ελληνική και ξένη, αρχαία γραμματεία, πολιτικά κείμενα, ακόμα και τις Γραφές, και τόσα άλλα! Και τούτο έχει τεράστια σημασία, γιατί δεν ήταν αυτό που λέμε «άνθρωπος των γραμμάτων», δεν ήταν η μελέτη η δουλειά του, γιατί ήτανε άνθρωπος της ζωής και της βιοπάλης. Αλλά ήτανε τρόπος ζωής! γιατί ο Παππούς πίστευε -και σάρκωνε- την πνευματική, συνειδητή και ηθική ζωή του ανθρώπου, που πρέπει διαρκώς να αυτοελέγχεται και να ενημερώνεται.

Θυμόσοφος, φιλόσοφος, φιλομαθής και περίεργος, πληροφορημένος και ενήμερος, γλωσσομαθής, βιβλιόφιλος. Μα προ πάντων, Παππούς!

Γαλήνιος, ήρεμος, μακάριος, χαμογελαστός, και πάντα χαρούμενος με τα παιδιά! Τί συμβουλές για τα παιδιά, τί συμβουλές για τα εγγόνια του! Πόσα παιχνίδια είχε μαζί τους κάμει, πόσες χαρές και τι πανηγύρι οι συναντήσεις τους!

Πόσους είχε συνδράμει με τις γνώσεις και τις ικανότητές του, ιδιαίτερα στα δύσκολα χρόνια του μεγάλου σεισμού, που χαθήκανε τα πάντα μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας!

Εκείνες τις ώρες, τις τραγικές, και μετά, εκείνος στεκόταν να βοηθήσει και να προστατέψει, να εξυπηρετήσει, όσους γινόταν. Τη  μέρα εκείνη, σαν κοίταζε ανάμεσα στα ερείπια του σπιτιού του για να συμμαζέψει και να προστατέψει κάτι που ο σεισμός δεν τό'χε ολότελα καταστρέψει, είδε σ' ένα θραύσμα καθρέφτη, πως τα μαύρα μαλλιά του μέσα στις λίγες στιγμές του σεισμού και της καταστροφής είχανε γίνει κάτασπρα, κι ήταν μονάχα σαράντα χρονών!

Ο Παππούς, παρ' όλα αυτά, δεν τό' βαλε κάτω. Ήταν για όλα άξιος! Ικανός, δυνατός. Ήταν, γιατί η ζωή τον δίδαξε, από πολύ μικρόν. Και την πήρε στα χέρια του, όπου και να βρέθηκε. Εδώ -στο χωριό του και στην πόλη- ή στην Αίγυπτο.

Κι όταν εγώ μπήκα στη ζωή του, ήταν ένας άνθρωπος που πήρε αμέσως θέση στην καρδιά μου. Για το λόγο του, που ήταν αληθινός και πατρικός μαζί. Και για τη στάση του, σε όλα τα θέματα που μπορεί να μας ένωναν ή να μας χώριζαν, και που ποτέ δεν ήταν αρνητική ή εμπαθής, αλλά αντικειμενική και υπεύθυνη. Μου στάθηκε πάντα Πατέρας στοργικός, και φίλος, και χαιρόταν που ήμουνα η γυναίκα του γιού του.

22 χρόνια πριν.

Εκείνο το πρωΐ, ένα τηλεφώνημα, ματαίωσε την αναχώρηση των παιδιών για το σχολείο. Ο Παππούς, είχε χτυπήσει σε τροχαίο, έξω σχεδόν από το σπίτι του, και βρισκόταν στο νοσοκομείο.

Τί ταραχή! Ο μονάκριβος γιός του, βρέθηκε αμέσως κοντά του, μα ήταν -ήδη, από αμέσως- πολύ αργά!

Ένα σφοδρότατο χτύπημα από ταχύτατα κινούμενο αυτοκίνητο, κι η ψυχούλα, αμέσως, πέταξε!

Παππού! Παππού! Σ' αναζητούσαμε, όλοι μας. Πού να βρίσκεσαι τώρα! Έφυγες, χωρίς ν' αρρωστήσεις, χωρίς ένα ποτήρι νερό από τα χέρια μας, χωρίς την αγάπη και την φροντίδα μας! Μόνος στο δρόμο, εσύ που πάντα ερχόσουν για να μας δείς, να χαρείς και να καμαρώσεις τα εγγόνια σου, και να φύγεις, για να μη μας κουράσεις, να μη διακόψεις τη μελέτη μας, να μην ενοχλήσεις!

Αχ! Παππού, δεν μπορώ να το ξεχάσω που έφυγες, και συχνά τα μάτια μου καίνε, πλημμυρισμένα από δάκρυα πόνου κι αναζήτησης. Γιατί ήμουν μικρή σαν σε γνώρισα και παιδί σου με πήρες, τόσα και τόσα με έμαθες, με συμβούλεψες, με παρηγόρησες, με καμάρωσες, με βοήθησες. Πώς να ξεχάσω και στ' όνειρο, που σε συνάντησα,  θλιμμένη, κλαμένη -και πεθαμένο- σε ρώτησα: «Αχ! Παππού, γιατί έφυγες έτσι ξαφνικά;» Πάντα σου σοφός, ήρεμος, γαλήνιος, «άνθρωπος εν γνώσει του ανθρωπίνου του», χαμογελαστός μου απάντησες, μέσα στο όνειρο, σαν να ήσουν μπροστά μου: «Αυτά τα πράγματα παιδί μου, δεν τ' αποφασίζουμε εμείς!», γέρνοντας μ' ένα χαμόγελο το κεφάλι σου στο πλάϊ. Αλησμόνητος, ακόμη και στ' όνειρο!

Ευθύφρων! Υπήρξες πάντα Παππού, και έμφρων. Ποτέ σου δεν στάθηκες άφρων!

Κι εγώ τώρα διαβάζω τον Ευθύφρονα, που ανάμεσα στα βιβλία σου βρήκα. Τον διάλογο «Ευθύφρονα», που ερωτήματα βάζει για τη ζωή και τον άνθρωπο, για τη γνώμη, την κρίση, τη δίκη και την τιμωρία. Τις εξουσίες ελέγχου και τα όρια.

Ζητήματα που πάντα σκεφτόσουν, και πάντα ζητούσες να βρεις την αιτία, το μέτρο και τον λόγο. Γιατί φιλοσοφούσες την ζωή και ζούσες την φιλοσοφία μέσα από όσα σάρκωνες για όλους μας.

Οι προσευχές μας, ας πληροφορούνε,  Παππού, την αγνή σου ψυχούλα, που τόσο μας αγαπούσε, για εμάς εδώ, και πρέσβευε από τους ουρανούς, να συντρέξει την πατρίδα μας ο Κύριος, γιατί ζούμε σε πολύ δύσκολους, κι απρόβλεπτους καιρούς.

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

Σύμφωνο Συμβίωσης ομοφύλων: γάμοι και οικογένειες. [Μια μαρτυρία από μέσα. Από την Dawn Stefanowicz]







Στα πλαίσια της ελευθερίας της σκέψης, του λόγου και της έκφρασης, μεταφέρω αυτό που διαβάζω:

”Εἶμαι ἕνα ἀπὸ τὰ ἕξι ἐνήλικα παιδιὰ ὁμοφυλόφιλων γονέων ποὺ πρόσφατα κατέθεσαν στὸ Ἀνώτατο Δικαστήριο τῶν ΗΠΑ, ζητώντας ἀπὸ τὸ Δικαστήριο νὰ σεβαστεῖ τὴν ἀρχὴ τῶν πολιτῶν νὰ διατηρήσουν τὸν ἀρχικὸ ὁρισμὸ τοῦ γάμου: τὴν ἕνωση μεταξὺ ἑνὸς ἄνδρα καὶ μίας γυναίκας ποὺ ἀποκλείει ὅλους τους ἄλλους, ἔτσι ὥστε τὰ παιδιὰ νὰ γνωρίζουν καὶ νὰ μποροῦν νὰ ἀνατραφοῦν ἀπὸ τοὺς βιολογικοὺς γονεῖς τους. Ἐπίσης ζῶ στὸν Καναδά, ὅπου ὁ γάμος τοῦ ἰδίου φύλου κατοχυρώθηκε μὲ ὁμοσπονδιακὴ ἐντολὴ τὸ 2005.

Εἶμαι ἡ κόρη ἑνὸς γκέι πατέρα ποὺ πέθανε ἀπὸ AIDS. Περιέγραψα τὴν ἐμπειρία μου στὸ βιβλίο μου: Ἡ Ἐπίδραση τῶν Ὁμοφυλόφιλων Γονέων. Πάνω ἀπὸ πενήντα ἐνήλικα παιδιὰ ποὺ μεγάλωσαν μὲ ὁμοφυλόφιλους γονεῖς ἔχουν ἐπικοινωνήσει μαζί μου γιὰ νὰ μοιραστοῦν τὶς ἀνησυχίες μου γιὰ τὸ γάμο ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου καὶ τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν. Πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς παλεύουμε μὲ τὴν δική μας σεξουαλικότητα καὶ τὴν αἴσθηση τοῦ φύλου, λόγωτῶν ἐπιδράσεων στὰ οἰκιακὰ περιβάλλοντα ποὺ μεγαλώνουμε.

Ἔχουμε μεγάλη συμπόνια γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγωνίζονται μὲ τὴ σεξουαλικότητα καὶ τὴν ταυτότητα τοῦ φύλου τους, ὄχι ἔχθρα. Καὶ ἐμεῖς ἀγαπᾶμε τοὺς γονεῖς μας. Ὡστόσο, ὅταν λέμε στὸ κοινὸ τὶς ἱστορίες μας, ἀντιμετωπίζουμε συχνὰ ἐξοστρακισμό, φίμωση, καὶ ἀπειλές.

Θέλωνὰ προειδοποιήσω τὴν Ἀμερικὴ νὰ περιμένει σοβαρὴ διάβρωση τῶν ἐλευθεριῶν τῆς Πρώτης Τροπολογίας ἂν τὸ Ἀνώτατο Δικαστήριο τῶν ΗΠΑ ὑποχρεώσει τὸν γάμο ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου. Οἱ συνέπειες διαδραματίζονται στὸν Καναδὰ γιὰ δέκα χρόνια τώρα, καὶ εἶναι πραγματικὰ ὀργουελιανὲς στὴ φύση καὶ τὴν ἔκταση.

Τὰ μαθήματα τοῦ Καναδᾶ

Στὸν Καναδά, οἱ ἐλευθερίες τοῦ λόγου, τοῦ τύπου, τῆς θρησκείας, καὶ τοῦ συνεταιρίζεσθαι, ὑποφέρουν σὲ μεγάλο βαθμὸ λόγω τῆς πίεσης ἀπὸ τὴν κυβέρνηση. Ἡ συζήτηση γιὰ τὸν γάμο ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου, ποὺ λαμβάνει χώρα στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἔχει νομικὴ ὑπόσταση στὸν Καναδὰ σήμερα. Λόγω τῶν νομικῶν περιορισμῶν σχετικὰ μὲ τὴν ὁμιλία, ἂν ποῦν ἢ γράψουν ὁτιδήποτε θεωρεῖται «ὁμοφοβικό» (συμπεριλαμβανομένων, ἐξ ὁρισμοῦ, ὁτιδήποτε ἀμφισβητεῖ τὸν γάμο ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου), θὰ μποροῦσαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν πειθαρχία, τὴ λήξη τῆς ἐργασίας, ἢ δίωξη ἀπὸ τὴν κυβέρνηση.

Γιατί ἡ ἀστυνομία διώκει τὴν ὁμιλία ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς ἐξάλειψης τῆς “ρητορικῆς μίσους” ὅταν ὑπάρχουν ὑφιστάμενα ἔνδικα μέσα καὶ ποινικὴ προστασία ἀπὸ τὴ συκοφαντία, τὴ δυσφήμιση, τὶς ἀπειλὲς καὶ τὴν ἐπίθεση, ποῦ ἰσχύουν ἐξίσου γιὰ ὅλους τους Ἀμερικανούς; Πολιτικὲς μίσους-ἐγκλήματος ποὺ χρησιμοποιοῦν τοὺς ὅρους “γενετήσιου προσανατολισμοὺ” καὶ “ταυτότητας φύλου” δημιουργοῦν ἄνισες προστασίες στὸ νόμο, σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο προστατευόμενες ὁμάδες λαμβάνουν μεγαλύτερη νομικὴ προστασία ἀπὸ ὅ, τί ἄλλες ὁμάδες.

Ἔχοντας δεῖ πὼς ἡ ὑστερία τοῦ ὄχλου στὴν Ἰντιάνα προκάλεσε τὸ νομοθέτη νὰ κάνει πίσω σὲ μία Ἀποκατάσταση Πράξης Θρησκευτικῆς Ἐλευθερίας, πολλοὶ Ἀμερικανοὶ ἀρχίζουν νὰ καταλαβαίνουν ὅτι κάποιοι ἀκτιβιστὲς τῆς Ἀριστερᾶς θέλουν νὰ ἐγκαινιάσουν τὸν κρατικὸ ἔλεγχο πάνω σὲ κάθε ἵδρυμα καὶ ἐλευθερία. Σὲ αὐτὸ τὸ σχῆμα, ἡ προσωπικὴ αὐτονομία καὶ ἡ ἐλευθερία τῆς ἔκφρασης δὲν γίνονται τίποτα περισσότερο ἀπὸ ὁράματα, καὶ τὰ παιδιὰ γίνονται ἐμπορεύματα.

Τὰ παιδιὰ δὲν εἶναι ἐμπορεύματα ποὺ μποροῦν νὰ διαχωριστοῦν δικαιολογημένα ἀπὸ τοὺς φυσικούς τους γεννήτορες καὶ ἀποτελοῦν ἀντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξὺ μὴ συνδεδεμένων ἐνηλίκων. Τὰ παιδιὰ οἰκογενειῶν τοῦ ἴδιου φύλου θὰ ἀρνηθοῦν πολλὲς φορὲς τὴ θλίψη τους καὶ προσποιοῦνται ὅτι δὲν τοὺς λείπει ἕνας βιολογικὸς γονέας, νιώθουν πιεσμένα νὰ μιλοῦν θετικὰ λόγω τῆς πολιτικῆς γύρω ἀπὸ τὰ ὁμοφυλόφιλα νοικοκυριά. Ὡστόσο, ὅταν τὰ παιδιὰ χάνουν ὁποιονδήποτε ἀπὸ τοὺς βιολογικοὺς γονεῖς τοὺς λόγω θανάτου, διαζυγίου, υἱοθεσίας ἢ τεχνολογίας τεχνητῆς γονιμοποίησης, βιώνουν ἕνα ὀδυνηρὸ κενό. Εἶναι τὸ ἴδιο γιά μας, ὅταν ὁ γκέι γονιός μας φέρνει τὸν/τὴν σύντροφο τοῦ ἰδίου φύλου στὴ ζωή μας. Ὁ σύντροφός τους δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ ἀντικαταστήσει τὸν χαμένο βιολογικό μας γονέα.

Τὸ κράτος ὡς τελικὸς κριτὴς τῆς Γονεϊκότητας

Ξανὰ καὶ ξανά, μᾶς λένε ὅτι “τὸ νὰ ἐπιτραπεῖ στὰ ζευγάρια τοῦ ἰδίου φύλου ἡ πρόσβαση στὸ χαρακτηρισμὸ τοῦ γάμου δὲν θὰ στερήσει ἀπὸ κανέναν ὁποιαδήποτε δικαιώματα.” Αὐτὸ εἶναι ψέμα.

Ὅταν ὁ γάμος τοῦ ἰδίου φύλου νομιμοποιήθηκε στὸν Καναδὰ τὸ 2005, ἡ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν ἀμέσως ἐπαναπροσδιορίστηκε. Ὁ νόμος τοῦ Καναδᾶ γιὰ τὸν γκέι γάμο, Bill C-38, περιελάμβανε μία διάταξη γιὰ νὰ διαγραφεῖ ὁ ὅρος «φυσικὸς γονέας» καὶ νὰ ἀντικατασταθεῖ σὲ ὅλους τους τομεῖς μὲ τὸ οὐδέτερο φύλου “νόμιμος γονέας” στὸν ὁμοσπονδιακὸ νόμο. Τώρα ὅλα τὰ παιδιὰ ἔχουν μόνο «νόμιμους γονεῖς», ὅπως ὁρίζεται ἀπὸ τὸ κράτος. Διαγράφοντας νομικὰ τὴ βιολογικὴ γονεϊκότητα μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, τὸ κράτος ἀγνοεῖ τὸ βασικότερο δικαίωμα τῶν παιδιῶν: τὴν ἀμετάβλητη, τὴν ἐγγενῆ τους λαχτάρα νὰ γνωρίζουν καὶ νὰ ἀνατραφοῦν ἀπὸ τοὺς δικούς τους βιολογικοὺς γονεῖς.

Οἱ μητέρες καὶ οἱ πατέρες φέρουν μοναδικὰ καὶ συμπληρωματικὰ δῶρα στὰ παιδιά τους. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴ λογική του γάμου ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου, τὸ φύλο τῶν γονέων ἔχει σημασία γιὰ τὴν ὑγιῆ ἀνάπτυξη τῶν παιδιῶν. Γνωρίζουμε, γιὰ παράδειγμα, ὅτι ἡ πλειοψηφία τῶν φυλακισμένων ἀνδρῶν δὲν εἶχαν πατέρες στὸ σπίτι. Οἱ πατέρες ἀπὸ τὴ φύση τοὺς ἀσφαλίζουν τὴν ταυτότητά τους, ἐνσταλάζουν τὴν κατεύθυνση, παρέχουν τὴν πειθαρχία, τὰ ὅρια, καὶ τὴν ἀνάληψη κινδύνων στὶς περιπέτειες, καὶ δίνουν διὰ βίου παραδείγματα γιὰ τὰ παιδιά. Ἀλλὰ οἱ πατέρες δὲν μποροῦν νὰ γαλουχήσουν τὰ παιδιὰ στὴ μήτρα ἢ νὰ γεννήσουν καὶ νὰ θηλάζουν τὰ μωρά τους. Οἱ μητέρες γαλουχοῦν τὰ παιδιὰ μὲ μοναδικοὺς καὶ εὐεργετικοὺς τρόπους ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἀναπαραχθοῦν ἀπὸ τοὺς πατέρες.

Δὲν χρειάζεται νὰ εἶσαι ἐπιστήμονας πυραύλων γιὰ νὰ γνωρίζεις ὅτι οἱ ἄνδρες καὶ οἱ γυναῖκες εἶναι ἀνατομικά, βιολογικά, φυσιολογικά, ψυχολογικά, ὁρμονικά, καὶ νευρολογικὰ διαφορετικοὶ μεταξύ τους. Αὐτὲς οἱ μοναδικὲς διαφορὲς παρέχουν διὰ βίου ὀφέλη γιὰ τὰ παιδιὰ ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἀναπαραχθοῦν ἀπὸ τοὺς “νομικούς” γονεῖς ἰδίου φύλου παίζοντας διαφορετικοὺς ρόλους τῶν δυὸ φύλων ἢ ἐπιχειρώντας νὰ ὑποκαταστήσουν τὸ χαμένο ἀρσενικὸ ἢ θηλυκὸ πρότυπο στὸ σπίτι.

Στὴν πραγματικότητα, ὁ γάμος τοῦ ἰδίου φύλου ὄχι μόνο στερεῖ τὰ παιδιὰ τῶν δικῶν τους δικαιωμάτων στὴ φυσικὴ συγγένεια, ἀλλὰ δίνει στὸ κράτος τὴν ἐξουσία νὰ παρακάμψει τὴν αὐτονομία τῶν βιολογικῶν γονέων, πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι τὰ δικαιώματα τῶν γονιῶν σφετερίζονται ἀπὸ τὴν κυβέρνηση.

Ἔρχονται Δικαστήρια μίσους

Στὸν Καναδά, θεωρεῖται διάκριση νὰ πεῖς ὅτι ὁ γάμος εἶναι μεταξὺ ἑνὸς ἄνδρα καὶ μίας γυναίκας ἢ ὅτι κάθε παιδὶ θὰ πρέπει νὰ γνωρίζει καὶ νὰ ἀνατρέφεται ἀπὸ τοὺς βιολογικοὺς παντρεμένους γονεῖς του. Δὲν εἶναι μόνο πολιτικὰ μὴ ὀρθὸ στὸν Καναδὰ νὰ τὸ πεῖτε. Μπορεῖ νὰ ἐπιβαρυνθεῖτε μὲ δεκάδες χιλιάδες δολάρια σὲ νομικὰ ἔξοδα, πρόστιμα, καὶ νὰ ἀναγκαστεῖτε νὰ πάρετε ἐκπαίδευση εὐαισθησίας.

Ὅποιος προσβάλλεται ἀπὸ κάτι ποὺ ἔχετε πεῖ ἢ γράψει μπορεῖ νὰ κάνει μία καταγγελία στὰ Δικαστήρια Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στὸν Καναδά, οἱ ὀργανώσεις αὐτὲς ἀστυνομεύουν τὴν ὁμιλία, τιμωροῦν τοὺς πολίτες γιὰ ὁποιαδήποτε ἔκφραση θεωρεῖται ὅτι ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἰδιαίτερη σεξουαλικὴ συμπεριφορὰ ἢ προστατευμένες ὁμάδες ποὺ προσδιορίζονται βάση τοῦ «γενετήσιου προσανατολισμοῦ». Χρειάζεται μόνο ἕνα παράπονο ἐναντίον ἑνὸς προσώπου γιὰ νὰ ἔρθει ἐνώπιον τοῦ δικαστηρίου, ποὺ θὰ κοστίσει στὸν κατηγορούμενο δεκάδες χιλιάδες δολάρια σὲ ἰδιωτικὲς κατοικίες καὶ νὰ ἀπομακρύνουν ὅλα τὰ ἀντικείμενα χρήσιμα γιὰ τὶς ἔρευνές τους, ἐλέγχοντας γιὰ ὁμιλία μίσους.

Ὁ ἐνάγων ποὺ κάνει τὴν καταγγελία ἔχει ὅλα τὰ νομικὰ τοῦ ἔξοδα πληρωμένα ἀπὸ τὴν κυβέρνηση. Ὄχι ὅμως ὁ ἐναγόμενος. Ἀκόμη καὶ ἂν ὁ κατηγορούμενος κριθεῖ ἀθῶος, δὲν μπορεῖ νὰ ἀνακτήσει τὰ δικαστικὰ τοῦ ἔξοδα. Ἂν βρεθεῖ ἔνοχος, πρέπει νὰ πληρώσει πρόστιμα στὸ πρόσωπο (-ἅ) ποὺ ἔφερε στὸ προσκήνιο τὴν καταγγελία.

Ἂν οἱ πεποιθήσεις σας, οἱ ἀξίες καὶ οἱ πολιτικές σας ἀπόψεις εἶναι διαφορετικὲς ἀπὸ τὸ κράτος, κινδυνεύετε νὰ χάσετε τὴν ἐπαγγελματική σας ἄδεια, τὴ δουλειὰ ἢ ἐπιχείρηση, καὶ ἀκόμη καὶ τὰ παιδιά σας. Δὲν χρειάζεται νὰ κοιτάξετε περαιτέρω ἀπὸ τὴν σέκτα Lev Tahor, μία ὀρθόδοξη ἑβραϊκὴ σέκτα. Πολλὰ μέλη της, τὰ ὁποία εἶχαν ἐμπλακεῖ σὲ μία πικρὴ μάχη ἐπιμέλειας μὲ τὶς ὑπηρεσίες προστασίας τοῦ παιδιοῦ, ἄρχισαν νὰ φεύγουν ἀπὸ τὸ Chatham τοῦ Ὀντάριο γιὰ τὴ Γουατεμάλα τὸν Μάρτιο τοῦ 2014, γιὰ νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὴ δίωξη γιὰ τὴ θρησκευτική τους πίστη, ἡ ὁποία ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς κατευθυντήριες γραμμὲς τοῦ ὁμόσπονδου κράτους γιὰ τὴ θρησκευτικὴ ἐκπαίδευση. Ἀπὸ τὰ διακόσια μέλη τῆς σέκτας, μόνο μισῆ ντουζίνα οἰκογένειες παραμένουν στὸ Chatham.

Οἱ γονεῖς μποροῦν νὰ περιμένουν τὴν κρατικὴ παρέμβαση ὅταν πρόκειται γιὰ τὶς ἠθικὲς ἀξίες, τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν καὶ τὴν ἐκπαίδευση, καὶ ὄχι μόνο στὸ σχολεῖο. Τὸ κράτος ἔχει πρόσβαση στὸ σπίτι σας γιὰ νὰ σᾶς ἐπιβλέπει ὡς γονέα, νὰ κρίνει τὴν καταλληλότητά σας. Καὶ ἂν στὸ κράτος δὲν ἀρέσει αὐτὸ ποὺ διδάσκετε στὰ παιδιά σας, τὸ κράτος θὰ προσπαθήσει νὰ τὰ πάρει ἀπὸ τὸ σπίτι σας.

Οἱ ἐκπαιδευτικοὶ δὲν μποροῦν νὰ κάνουν σχόλια στὰ κοινωνικά τους δίκτυα, νὰ γράφουν ἐπιστολὲς πρὸς τοὺς συντάκτες, νὰ συζητοῦν δημόσια, ἢ νὰ ψηφίζουν σύμφωνα μὲ τὴ δική τους συνείδηση στὸν δικό τους χρόνο. Μποροῦν νὰ εἶναι πειθαρχημένοι ἢ νὰ χάσουν κάθε πιθανότητα θητείας. Μπορεῖ νὰ ἀποκλεισθοῦν ἀπὸ τὴν ἰδιοτροπία ἑνὸς γραφειοκράτη νὰ παρακολουθήσουν μαθήματα ἐπανεκπαίδευσης καὶ κατάρτισης εὐαισθησίας ἢ νὰ ἀπολυθοῦν ἐπειδὴ σκέφτηκαν πολιτικὰ μὴ ὀρθὲς σκέψεις.

Ὅταν ὁ γάμος τοῦ ἰδίου φύλου δημιουργήθηκε στὸν Καναδά, ἡ οὐδέτερη γλώσσα ἀπὸ ἄποψη φύλου κατέστη νομικὴ ἐντολή. Τὸ νέο λεξιλόγιο (Newspeak) διακηρύσσει ὅτι ἀποτελεῖ δυσμενῆ διάκριση νὰ ὑποθέσεις ὅτι ἕνα ἀνθρώπινο ὂν εἶναι ἀρσενικὸ ἢ θηλυκό, ἢ ἑτεροφυλόφιλο. Ἔτσι, γιὰ νὰ εἶμαι περιεκτική, εἰδικὴ γλώσσα χωρὶς φύλο χρησιμοποιεῖται στὰ μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης, τὴν κυβέρνηση, τοὺς χώρους ἐργασίας, καὶ κυρίως τὰ σχολεῖα, γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ νὰ ἐμφανίζεται ἀδαής, ὁμοφοβικὴ ἢ ὅτι κάνει διακρίσεις. Ἕνα εἰδικὸ πρόγραμμα σπουδῶν χρησιμοποιεῖται σὲ πολλὰ σχολεῖα γιὰ νὰ διδάξει στοὺς μαθητὲς πὼς νὰ χρησιμοποιοῦν τὴν κατάλληλη γλώσσα οὐδέτερη ἀπὸ ἄποψη φύλου. Ἐν ἀγνοίᾳ πολλῶν γονιῶν, ἡ χρήση τῶν ὄρων τῶν δυὸ φύλων γιὰ νὰ περιγράψουν τὸν ἄντρα καὶ τὴ γυναίκα, τὸν πατέρα καὶ τὴ μητέρα, τὴν Ἡμέρα τῆς Μητέρας καὶ τὴν Ἡμέρα τοῦ Πατέρα, καὶ «αὐτόν» καὶ «αὐτήν», σταδιακὰ ἐξαλείφονται στὰ σχολεῖα τοῦ Καναδᾶ.

Τί εἶναι πιὸ σημαντικό: Ἡ σεξουαλικὴ αὐτονομία ἢ ἡ Πρώτη Τροπολογία;

Πρόσφατα, ἕνας Ἀμερικανὸς καθηγητὴς ποῦ ἔδωσε ἀνώνυμα συνέντευξη στὴν American Conservative ἀμφισβήτησε τὸ κατὰ πόσον ἡ σεξουαλικὴ αὐτονομία πρόκειται νὰ σᾶς κοστίσει τὶς ἐλευθερίες σας: “Εἴμαστε τώρα στὸ σημεῖο, εἶπε, στὸ ὁποῖο εἶναι θεμιτὸ νὰ ρωτήσω ἂν ἡ σεξουαλικὴ αὐτονομία εἶναι πιὸ σημαντικὴ ἀπὸ ὅ, τί ἡ Πρώτη Τροπολογία;”

Σύμφωνα μὲ τὸν Καναδικὸ Χάρτη Δικαιωμάτων καὶ Ἐλευθεριῶν, οἱ Καναδοὶ ἔπρεπε νὰ ἔχουν ἐγγυημένα: (1) τὴν ἐλευθερία τῆς συνείδησης καὶ τῆς θρησκείας (2) τὴν ἐλευθερία τῆς σκέψης, τῆς πεποίθησης, τῆς ἄποψης, καὶ τῆς ἔκφρασης, συμπεριλαμβανομένης τῆς ἐλευθερίας τοῦ Τύπου καὶ τῶν ἄλλων μέσων ἐπικοινωνίας (3) τὴν ἐλευθερία τοῦ συνέρχεσθαι εἰρηνικώς, καὶ (4) τὴν ἐλευθερία τοῦ συνεταιρίζεσθαι. Στὴν πραγματικότητα, ὅλες αὐτὲς οἱ ἐλευθερίες ἔχουν περιοριστεῖ μὲ τὴ νομιμοποίηση τοῦ γάμου ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου.

Σχεδιαστὲς γάμου, ἐνοικιαστὲς αἰθουσῶν, ἰδιοκτῆτες ‘bed and breakfast’, ἀνθοπωλεῖα, φωτογράφοι καὶ ἀρτοποιοί, ἔχουν ἤδη δεῖ τὶς ἐλευθερίες τους νὰ διαβρώνονται, τὰ δικαιώματα συνείδησης νὰ ἀγνοοῦνται, καὶ οἱ θρησκευτικὲς ἐλευθερίες νὰ ποδοπατοῦνται στὸν Καναδά. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν εἶναι μόνο γιὰ τὴ βιομηχανία τοῦ γάμου. Ὁποιοσδήποτε κατέχει μία ἐπιχείρηση μπορεῖ νόμιμα νὰ μὴν ἐπιτρέψει στὴ συνείδησή του νὰ ἐνημερώσει γιὰ ἐπιχειρηματικὲς πρακτικὲς ἢ ἀποφάσεις, ἂν οἱ ἀποφάσεις αὐτὲς δὲν εἶναι σύμφωνες μὲ τὶς ἀποφάσεις τῶν δικαστηρίων καὶ τοὺς νόμους μή-διακρίσεων τῆς κυβέρνησης γιὰ τὸν σεξουαλικὸ προσανατολισμὸ καὶ τὴν ταυτότητα φύλου. Στὸ τέλος, αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ κράτος ὑπαγορεύει οὐσιαστικὰ τὸ ἂν καὶ πὼς οἱ πολίτες μποροῦν νὰ ἐκφραστοῦν.

Ἡ ἐλευθερία νὰ συγκεντρωθεῖς καὶ νὰ μιλήσεις ἐλεύθερα γιὰ τὸ γάμο ἄνδρα-γυναίκας, τὴν οἰκογένεια καὶ τὴν σεξουαλικότητα, εἶναι τώρα περιορισμένη. Οἱ περισσότερες θρησκευτικὲς κοινότητες ἔχουν γίνει «πολιτικὰ ὀρθές» γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὰ πρόστιμα καὶ τὴν ἀπώλεια τοῦ κοινωφελοῦς στάτους. Τὰ καναδικὰ μέσα ἐνημέρωσης περιορίζονται ἀπὸ τὸ καναδικὸ Ραδιόφωνο, τὴν Τηλεόραση καὶ τὴν Ἐπιτροπὴ Τηλεπικοινωνιῶν (CRTC), ἡ ὁποία εἶναι παρόμοια μὲ τὴν FCC. Ἂν τὸ ὁτιδήποτε μέσο ἐνημέρωσης θεωρεῖται ὅτι εἰσάγει διακρίσεις, οἱ ἄδειες μετάδοσης μπορεῖ νὰ ἀνακληθοῦν, καὶ «φορεῖς γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα» μποροῦν νὰ χρεώνουν πρόστιμα καὶ νὰ περιορίσουν τὶς μελλοντικὲς μεταδόσεις στὸν ἀέρα.

Ἕνα παράδειγμα νόμιμου περιορισμοῦ τοῦ λόγου σχετικὰ μὲ τὴν ὁμοφυλοφιλία στὸν Καναδὰ ἀφορᾶ τὴν περίπτωση τοῦ Bill Whatcott, ὁ ὁποῖος συνελήφθη γιὰ ὁμιλία μίσους τὸν Ἀπρίλη τοῦ 2014, μετὰ τὴ διανομὴ φυλλαδίων ποὺ ἦταν ζωτικῆς σημασίας γιὰ τὴν ὁμοφυλοφιλία. Εἴτε συμφωνεῖτε εἴτε ὄχι μὲ αὐτὸ ποὺ λέει, θὰ πρέπει νὰ μείνετε κατάπληκτοι ἀπὸ αὐτὴ τὴν κατάσταση κυρώσεων-φίμωσης ἀπὸ τὸ κράτος. Βιβλία, DVD, καὶ ἄλλα ὑλικὰ μποροῦν ἐπίσης νὰ κατασχεθοῦν στὰ καναδικὰ σύνορα, ἂν τὸ ὑλικὸ τοὺς θεωρηθεῖ «μισητό».

Οἱ Ἀμερικανοὶ πρέπει νὰ προετοιμαστοῦν γιὰ τὸ ἴδιο εἶδος τῆς ἐποπτείας τῆς κοινωνίας στὴν Ἀμερική, ἂν οἱ κανόνες τοῦ Ἀνωτάτου Δικαστηρίου ἀπαγορεύσουν τὸ γάμο ὡς ἕνα θεσμὸ ἀρσενικοῦ-θηλυκοῦ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν ἔχει σημασία τί πιστεύετε, ἡ κυβέρνηση θὰ εἶναι ἐλεύθερη νὰ ρυθμίζει τὴν ὁμιλία σας, τὰ κείμενά σας, τὶς ἑνώσεις σας, καὶ ἀνεξαρτήτως ἀπὸ τὸ ἂν μπορεῖτε νὰ ἐκφράσετε ἢ ὄχι τὴ συνείδησή σας. Οἱ Ἀμερικανοὶ πρέπει ἐπίσης νὰ καταλάβουν ὅτι τὸ φινάλε γιὰ μερικοὺς στὸ κίνημα τῶν δικαιωμάτων τῶν ὁμοφυλοφίλων περιλαμβάνει τὴν κεντρικὴ κρατικὴ ἐξουσία, καὶ τὸ τέλος τῶν ἐλευθεριῶν τῆς Πρώτης Τροπολογίας.”

[Η Dawn Stefanowicz εἶναι μία διεθνῶς ἀναγνωρισμένη ὁμιλήτρια καὶ συγγραφέας. Εἶναι μέλος τῆς Ἐπιτροπῆς Μαρτυρίας τοῦ Ἰνστιτούτου Δικαιωμάτων τοῦ Παιδιοῦ.

Τὸ βιβλίο της: Ἡ Ἐπίδραση τῶν Ὁμοφυλόφιλων Γονέων, εἶναι διαθέσιμο στο http://www.dawnstefanowicz.org. Η Dawn, πλήρως ἀπασχολούμενη λογίστρια μὲ ἄδεια, εἶναι παντρεμένη καὶ ἔχει δυὸ ἔφηβα παιδιά.]

agioritikovima.gr

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2015

Αποδημητικά πουλιά

Εδώ και δέκα χρόνια,
μια έρχεστε μια φεύγετε!

'Ερχεστε, μα ποτέ για να μείνετε
Ίσα-ίσα για να βαφτιστείτε στο φώς,

μ' αγαπημένους και φίλους  να σμίξετε
 στης γονικής αγκαλιάς την αγάπη να φωλιάσετε
σε φροντίδας νερά  να βουτήξετε
 κύματα υπερβολής να παλέψετε
 γονική στοργή να χορτάσετε
και να νιώστε ζεστή την πνοή μας
καθώς, στης ζωής τους ουρανούς,
 σας κόβει το πέταγμα!

Σαν έρχεστε, φρέσκες μας φέρνετε ιδέες,
και πριν να φύγετε πάλι,
εκσυγχρονίζετε τις λειτουργίες μας
και μας βάζετε στόχους καινούργιους!
Μας αναθέτετε κι εργασίες
ανανέωσης σκέψης και ζωής,
μήπως,
και μας κρατήσετε νέους και δημιουργικούς!

Θα σας ακούσω!
Θα είμαι εδώ μέχρι να ξανάρθετε,
Θα έχω κάνει όσα μου μάθατε!
κάθε φορά και πιο...μικρή,
σαν που εσείς μεγαλώνετε...

Αλλά κάθε που φεύγετε
η αγκαλιά μου ανοιχτή, αδειανή και μετέωρη
πάντα θα μένει
ώσπου νά 'ρθει καινούργια μια άνοιξη
τη φωλιά σας, το λίκνο, να βρείτε
Πασχαλιά, καλοκαίρι, για καταχείμωνο
ειναι η μέρα σα 'ρθείτε.

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015

Μπαλκόνι στον καιρό



Η βεράντα μας. Σαν προβάλλεις στην πόρτα του σπιτιού για να βγείς στην βεράντα, έχεις απέναντί σου ένα βουνό. Το όρος Καλόν. [Ο δικός μας Καλονόρος (του καλονόρου κλπ)]. Κατ’ ευφημισμόν, ασφαλώς, γιατί έτσι γυμνός όπως είναι μέχρι την κορυφή,  χαρακωμένος από φαράγγια μικρά και μεγάλα από πάνω μέχρι κάτω, σε εμβάλλει σε μέγα φόβο, πως αν βρεθείς στην αγκαλιά του κατακαλόκαιρο θα σε κάψει ο κεφαλονίτικος ήλιος, ή πως αν τύχεις σε χειμωνιάτικο καιρό, το αγιάζι θα σε ξεπαγιάσει. Αν σου τύχει, κακορίζικε, να βρέχει –πράγμα που αρχίζει και σταματημό δεν έχει στην Κεφαλονιά- η ανελέητη η βροχή θα σε κουτρουβαλήσει, μαζί με πέτρες, μέσα από  τα φαράγγια και θα σε κατεβάσει -άγνωστο αν, ζώντα ή νεκρό- στα πεδινά, στον Κυάνη, τον «μεγάλο κάμπο».

Ο Καλονόρος, το καλοκαίρι, από τη βεράντα, είναι όμορφος, χαρακωμένος σαν περιοχή ελληνικής πόλης με τους δρόμους της και τα πλατώματά της, με τα λίγα τα πράσινα και τα πολλά τα γκρίζα. Με τα χωριά του, που παίρνουν άλλη όψη τη νύχτα, καθώς χρυσή ζώνη ο φωτισμός τους περιδένει το βουνό από τη μια άκρη ως της άλλη της ορατής πλευράς του. Ήρεμος, τεράστιος, σκιερός ή ηλιόλουστος, ανάλογα την ώρα, συντροφιά ατίμητη, παντοτεινή, ό,τι ώρα και ν' αγναντεύεις απέναντι.

Σε τούτο το βουνό ξαπλώνουν και περιδιαβαίνουν, αφήνοντας μια μικρή, κινούμενη, τρεμάμενη σκιά -καθώς στοχάζονται τί δρόμο να τραβήξουν- άσπρα προβατάκια, τα σύννεφα που σηκώνονται από το Μύρτο, την όμορφη παραλία μας, περίφημη σειρήνα που καλεί τους ξένους στην Κεφαλονιά τα καλοκαίρια, για να τους κρατήσει στην αγκαλιά της, μέχρι τη ροδόχρυση δύση του ήλιου στα βαθυγάλαζα νερά του απέραντου κι ακύμαντου Ιονίου πελάγους.

Ο Καλονόρος, τις συννεφιασμένες νυχτιές, αδιάφορο αν πρόκειται για χειμώνα η καλοκαίρι, σαν οι βροντές κι οι αστραπές που μαίνονται πίσω του αναδεικνύουν την κορυφή και τον τεράστιο ασάλευτο όγκο του, φαντάζει σκοτεινός κι ατρόμητος γίγαντας. Μαβιές, πορτοκαλιές και κόκκινες φωτιές περιλούζουν τον ορίζοντα πίσω από το βουνό, κι ο κατάμαυρος Καλονόρος δεν φοβάται ούτε μια τους σπίθα! Σαν να τους βγάζει τη γλώσσα! Έρχονται και φεύγουν τα σύννεφα με τις φωτιές και τις βροχές τους, κι αυτός μένει εκεί, αγέρωχος, να καλωσορίζει, να δέχεται, να ανέχεται και να αντέχει όλες τις δράσεις και τις δυνάμεις της φύσης.

Τις συννεφιασμένες μέρες (ανεξάρτητα από την εποχή, γιατί συμβαίνει και μέσα στο κατακαλόκαιρο) τούτο το βουνό τυλίγεται μέσα στα βαρειά γκρίζα σύννεφα, που άλλοτε κατεβαίνουν μέχρι πολύ χαμηλά κρύβοντας ολότελα τα μικρά χωριά, άλλοτε στέκονται μονάχα καπέλλο στην κορυφή του. Μα σαν ανοίξουν οι ασκοί τ’ ουρανού, η βροχή είναι ένα πανηγύρι αισθήσεων. Κάποτε είδαμε μπροστά στα μάτια μας τέτοιο ανεμόβροχο, που δεν βλέπαμε πάνω από δέκα μέτρα μακριά. Κι ήταν 8 του Σεπτέμβρη, στο γενέθλιο της Παναγίας.

Το δέντρο της βεράντας, που μας χάριζε τη δροσιά του, χρόνια τώρα φυτεμένο από τον παππού, γέρικο πιά, εκείνη τη βραδιά, δεν άντεξε την ορμή του ανέμου, κι έγειρε γλυκά στο πλάι, αποκαμωμένο, από την υπηρεσία και το χρόνο, κι έπεσε. Δεν ακούμπησε κανέναν! Ένα αυτοκίνητο που είχε σταθεί στο δρόμο, μόλις λίγα λεπτά πιο πρίν είχε φύγει, και το δικό μας ήταν μακριά. Έφυγε όπως μας υπηρέτησε. Με αγάπη και διακριτικότητα. Αδιαμαρτύρητα. Σιωπηλά και χωρίς να τραυματίσει κανέναν. Ναι, δεν μας τραυμάτισε στο σώμα, μας πλήγωσε όμως τούτος ο χαμός. Δεν είχαμε φανταστεί, τόσο νέοι, τις απώλειες της ζωής. Ετούτη η απώλεια, σωρεύτηκε μαζί με την άλλη. Ο παππούς είχε ήδη φύγει, τώρα μας έφευγε και η φροντίδα του. Τώρα θα έπρεπε να φροντίσουμε εμείς για ένα νέο δέντρο. Αλλά, τι ωραία! σποράκια πεσμένα στο χώμα είχανε κιόλας δώσει ζωή σε νέα φυτά, κι εμείς έπρεπε να τα μεγαλώσουμε, να τα στηρίξουμε, να τα βοηθήσουμε. Να γενούν σαν εκείνο που έφυγε. Θα γενούν; Ποιος το ξέρει! Τώρα το ξέρουμε. Γενήκανε. Πάνε είκοσι χρόνια.. Μά ξέροντας όλα τούτα, πρέπει να φροντίζουμε για το επόμενο. Γιατί ένας κακός χαμός, θα μας αφήσει χωρίς σκιά. Κι ο καλοκαιριάτικος ήλιος της Κεφαλονιάς δεν αστειεύεται.

Από τούτη τη βεράντα μπορείς να βλέπεις τον χρυσοπόρφυρο ήλιο να ξεμυτίζει από τον Νήριτο, το βουνό της Ιθάκης. Οι αχτίνες του βελονίζουν το πέπλο της νυχτιάς και χρυσίζουν τον κόλπο της Αγίας Ευφημίας. Είναι και μι’ αμυγδαλιά που μου κόβει την απρόσκοπτη θέα προς τον κόλπο, [που έτσι μού ‘ρχεται να την κόψω! Μα τί θα ‘ταν ο τόπος προσαρμοσμένος στα ατομικά στιγμιαία μας γούστα!] Όμως ο κόλπος δε χάνει τίποτα από την ομορφιά του, γιατί διατηρεί -με τη μαγεία της φαντασίας- την ομορφιά που ευφραίνει. Κι όλο τούτο μοιάζει μ’ένα αξεδιάλυτο μυστήριο.

Απ΄το ίδιο σημείο βλέπεις -τον Αύγουστο- να προβάλλει και τ’ ολόγιομο φεγγάρι, που δίσκος χρυσός διασχίζει τον ουράνιο θόλο, χρυσίζοντας τα νερά του κόλπου, κι επισκιάζοντας κάθε άλλο αστέρι.

Κάθε πρωϊ καθώς το αεράκι θροϊζει τα φύλλα του δέντρου της βεράντας μας, ξέρουμε «τον καιρό». «Βλέπουμε» τον αέρα και διαλέγουμε παραλία για μπάνιο.

Σε τούτη την βεράντα, καθόμαστε το πρωί για να ξυπνήσουμε καλά, εδώ καθόμαστε να φάμε κι όταν αποκαμωμένοι γυρνάμε από το μπάνιο, εδώ καθόμαστε και σε δείπνο με φίλους κι αγαπημένους. Συζητήσεις, μουσική, ταινίες, διάβασμα, όλα εδώ. Προσφέρεται. Η ηρεμία και το τοπίο. Ακόμη και για να χαλαρώσουμε λίγο πριν από το βραδυνό μας ύπνο, εδώ καθόμαστε.

Σε τούτη την πλαγια της Αγια-Δυνατής, όλες οι βεράντες έχουνε τέτοια ή παραπλήσια θέα. Οι απέναντι, εκείνοι που ζουνε στις πλαγιές του Καλονόρου, δεν ξέρω πώ τάχα να βλέπουνε τις πλαγιές της Αγια-Δυνατής από τις βεράντες τους.

Ετούτη η βεράντα μ’ αιχμαλώτισε σαν πρώτη φορά, ήρθα εδώ καλοκαίρι. Καθόμουν ρεμβάζοντας όλη νύχτα, αντικρύζοντας φεγγαράδες, γαλαξίες, χαράματα κι ηλιοβασιλέματα, θάλασσα και βουνό, χωριά φωτισμένα και σκοτεινά, θαμπά μέσα στη συννεφιά και ολόφωτα απλωμένα στο χάδι του ήλιου, τον Κυάνη τον κάμπο να δένει σε κοιλάδα την Αγια- Δυνατή και τον Καλονόρο, και γύρισα στην πόλη κατάκοπη, από την αγρύπνια, κουρασμένη σαν από σκάψιμο. Αγρύπνια, μπάς και χορτάσω ομορφιά, που -σαν γεννημένη και μεγαλωμένη καταμεσής στον κάμπο του Ευρώτα, εκεί στης Σπάρτης τις πορτοκαλιές που λέει κι ο ποιητής- δεν είχα στη ζωή μου την ευκαιρία να βλέπω καθημερινά τον κόσμο από μακριά κι από πιο ψηλά. [Βλέπετε, μέσα στα χωριά του κάμπου, η θέα του τοπίου είναι αδύνατη. Βλέπεις τον διπλανό σου μόνο, κι αυτόν από το ίδιο επίπεδο].

Σαν γύρισα στην πόλη, στο γραφείο, θωρούσα τον τοίχο του δωματίου σαν φράχτη στο φώς. Τα μάτια μου πονούσαν που πιέζονταν για να βλέπω τόσο κοντά, και μόνο γκρίζους τοίχους.

Κάθε που βρίσκομαι εδώ, βλέπω και παίρνω μαζί μου ομορφιά, και ασκήσεις και σκέψεις, ώστε μαζί με τα παραδεδομένα να συνεχίζεται κι η ζωή του σπιτιού και των ανθρώπων του. Χαίρομαι σαν ξανανιώνουν οι αισθήσεις, και διατηρούνται οι αναμνήσεις. Χαίρομαι σαν γεννιούνται καινούργιες μνήμες από τη συντροφιές μας, κάθε φορά που είμαστε εδώ.

Κυριακή 9 Αυγούστου 2015

Καλοκαίρι, και πάλι στο νησί!

Image result for εικόνες κεφαλονιά 

Ετούτο το καλοκαίρι αργήσαμε κάπως. Να βρεθούμε στο νησί. Τι βάσανο το καλοκαίρι με τις μετακινήσεις! Μα τι θα σήμαινε ένα καλοκαίρι χωρίς αυτές;

Σε τούτο τον τόπο, όπου η «μητρόπολη» συγκεντρώνει όλους τους πληθυσμούς από όλους τους επί μέρους ελληνικούς τόπους, αν μέναμε όλοι στο κλεινόν άστυ, θα είχαμε ξεχάσει ποιοι είμαστε και γιατί βρεθήκαμε εδώ.

Ξαναγυρίζοντας πίσω, στα πάτρια, έχεις να φρεσκάρεις το σπίτι, να αποδιώξεις τα περιττά φορτία που με το χρόνο μαζεύουμε και γεμίζουμε τα σπίτια, και να αποκαταστήσεις τη λειτουργικότητά τους για νέες ανάγκες και για περισσότερους, κρατώντας τ’ ατίμητα και πολυτίμητα, για την παράδοση στα νέα μέλη της οικογένειας. Να φρεσκάρεις τις γλάστρες με τα γεράνια, τα γιασεμιά και τις μπουκαμβίλιες. Τα καλοκαίρια, μας βρίσκουν μ’ όλα τα σπίτια ν’ αστράφτουν, γεμάτα από την αγάπη των ξενιτεμένων.

Και ξαναθυμάμαι, πώς, σαν νέο μέλος μιας οικογένειας, ήρθα πριν από πολλά χρόνια στην Κεφαλονιά. Δεν βολεύτηκα στην αρχή. Ο καλός μου, ήταν μοναχοπαίδι. Εντάχθηκα στην οικογένειά του -ευτυχώς- χωρίς αξεπέραστες προκαταλήψεις μέσα μου, και με μια διάθεση να συμμετέχω σε τούτη την οικογένεια με όλες μου τις δυνάμεις. Δεν βρήκα πάντοτε ανοιχτές καρδιές. Είχα όμως ανοιχτή τη δική μου, και –φαίνεται πως- ήταν αρκετό.

[Η απόφασή μου, ήταν μια: «Μπαίνω σε έναν κόσμο που δεν τον γνωρίζω, οφείλω να τον σεβαστώ και να παραστώ, να σταθώ και να δημιουργήσω τη συνέχειά του με τις δυνάμεις μου. Με την επίγνωση πως αυτό που θα πράξω θα χαρακτηρίζει το πέρασμά μου. Τη συνέχεια που θα έχει τη σφραγίδα των δικών μου επιλογών». Έτσι έγινε.]

Σαν φτάναμε στην Κεφαλονιά, στην αρχή οι δυό μας, κι αργότερα περισσότεροι, τα βρίσκαμε όλα έτοιμα και χαρούμενα. Ασφαλώς και με τα προβλήματα της συμβιώσεως γενεών. Αλλά, τι χαρά για τα παιδιά, οι κουβέντες με τον παππού! Τα σχόλιά του, οι ατάκες του, η φιλοσοφία του, η μακροθυμία του! Τι εμπειρία ακόμη κι οι άσκοπες εριστικότητες, και δίπλα οι εγωϊστικές απαντήσεις! Πόσο μάταια κι ανώφελα! Τι μαθήματα ζωής, σαν -αφύλαχτος από στείρους εγωϊσμούς- πίσω ξανακοιτάζεις!

Αργότερα, ετοιμάζαμε εμείς το σπίτι για να το βρίσκει έτοιμο η γιαγιά.

[Πόσο μάταιο, πόσο λίγο ήτανε τούτο το έργο! Ανθρωπιά είχε μόνο, αλλά δεν είχε παρηγοριά! Η γιαγιά, στο λίγο καιρό που καθότανε μονάχη, όσο να ‘ρθούμε κι εμείς «οι εργαζόμενοι», δεν είχε με ποιόνε να ερίσει, να κουβεντιάσει, ποιόνε να διατάξει και ποιός να τη συντροφέψει. Η ζωή της είχε αλλάξει. Από τότε που έφυγε ο παππούς, η δασκάλα (ήτανε από πάντα της δασκάλα) ήτανε χωρίς ακροατήριο! Τώρα η μοναξιά της ήτανε αβάσταχτη. Και την έκανε περισσότερο δύστροπη. Εμείς, με τις δουλειές και τις βιοτικές μας φροντίδες, δεν είχαμε τον καιρό να σκεφτούμε, πως η μάνα, πέρα από μάνα που όλα τά ‘ξερε και τα φρόντιζε, ήτανε πια γερόντισσα, ήτανε μόνη, και πως εκείνο που είχε μπροστά της δεν ήτανε πια οι ευθύνες της για την τάξη της, το σπίτι και την οικογένειά της, αλλά η ζωή της που έφευγε και οι δυνάμεις της που λιγόστευαν, ενώ πολυστεύανε οι αδυναμίες της και οι ανασφάλειες…]

Εκείνα τα πρώτα χρόνια, τα καλοκαίρια στα πατρικά, αυτό που μού ‘δινε περίσσεια χαρά ήταν η χαρά του καλού μου, σαν βρισκόταν ανάμεσα σε ανθρώπους της παιδικής του ηλικίας και ζωής. Μέσα στο σπίτι που γεννήθηκε και μεγάλωσε, ανάμεσα στους ανθρώπους και στα πράγματα που συντρόφευαν τα παιδικά του όνειρα, τα βήματα και τα πρώτα του χρόνια.

Κι ύστερα, σαν οι δικοί του φύγαν, για το ταξίδι χωρίς γυρισμό, κι απόμεινε μόνος να σηκώνει το φορτίο της μνήμης και μονάχος να ΄χει το χρέος της ανασυγκρότησης για να παραδώσει στους γιούς του το σπίτι τους, τον τόπο που μικρούλικα πηγαίνανε και χαίρονταν τη θάλασσα, δεν τον άφησα στην ερημιά του. Γιατί, αφού συγκληρώθηκε η ζωή μου μαζί του, ό,τι τον αφορούσε, με αφορούσε. Ό,τι ήθελε, το ήθελα κι εγώ. Ό,τι τον συμπλήρωνε και τον «επλήρωνε», πληρούσε κι εμένα.

Σε όλη μας την ζωή, μοιράζαμε τις επισκέψεις μας στις οικογένειές μας και ζούσαμε ο καθένας μας ό,τι ο άλλος είχε ζήσει στην ζωή του, μέχρι που βρεθήκαμε μαζί. Η μεγάλη μου οικογένεια χάριζε στον καλό μου μια αγάπη, που -καθώς την εκδηλώνανε οι δικοί μου ο καθένας με τον τρόπο του- ήτανε «πολύτροπη και πολυπρόσωπη», και σαν τέτοια δεν είχε την ευκαιρία να τη βιώνει μέσα στους κόλπους της ολιγομελούς πατρικής του οικογένειας. Οι δικοί μου, τον έχουν όλοι για ένα ακόμη αδερφό. Αγαπημένο και φιλοξενούμενο. Κι ακριβός γιός της μάνας μου, που ήξερε από ερημιά, γιατί είχε χάσει τον πατέρα της και τ’ αδέρφια της από μικρή. Και τούτη τη μοναξιά του, τη συλλογιζότανε πολύ συχνά με συμπόνοια, κι έπασχε μαζί του για την ώρα που θα ‘ρχόταν, όπως κι  ήρθε, και θα βρισκόταν χωρίς την μάνα και τον πατέρα του.

Και τώρα βρίσκομαι, να καρτερώ μια στιγμή, και τα νέα μέλη της δικής μου οικογένειας. Και σκέφτομαι τις ετοιμασίες για την υποδοχή τους. Για την ευχάριστη παραμονή τους και την οικογενειακή μας συνεύρεση. Γιατί οι οικογένειες έχουνε λόγο να βρίσκονται. Να συγκεντρώνονται. Να ζούνε μαζί. Να περνάνε χρόνο μαζί. Γιατί ό,τι αγαπάς του δίνεις και το χρόνο να του το δείξεις.

Σάββατο 27 Ιουνίου 2015

Ένας τσαλαπετεινός θυμάται...


Image result for τσαλαπετεινός 


Σαν ήμουνα μικρό παιδάκι, άκουγα στο παραγώνι, τον πατέρα μου να μας λέει ιστορίες και παραμύθια. Όχι μόνο το χειμώνα, αλλά και κάθε εποχή, και σε κάθε περίσταση. Απλώς, ήτανε πιο «ζεστά», το χειμώνα.

 Άλλοτε για να μας διαπαιδαγωγήσει, άλλοτε για να μας μορφώσει, άλλοτε για να μας διασκεδάσει, κι άλλοτε για να μας υποβάλλει σε ένα τρόπο σκέψης, φρόνησης και ζωής. Μαζευόμασταν τριγύρω του και καθώς η μάνα μας έφτιαχνε κάτι για την όρεξη, (το χειμώνα κάστανα στη φωτιά, άλλοτε πιτούλες, ή φρούτα), εμείς τα παιδιά κοιτώντας τον προσηλωμένα, ρουφούσαμε την κάθε του λέξη.

Η αφηγηματικότητά του ήταν απαράμιλλη, ο λόγος του έρρεε σαν το νερό στο ρυάκι, και με τη γλυκειά και υποβλητική φωνή του έχτιζε σιγά-σιγά το παραμύθι του, και μας τραβούσε κοντά του, στο κέντρο της ιστορίας, να γίνουμε κι εμείς ήρωες, παλιάτσοι, μαχητές, αρχηγοί. Να διαλέξουμε πόστο.

Οι μεγαλύτεροι συχνά την είχανε ξανακούσει την ιστορία, αλλά η μυσταγωγία ήταν ανάγκη να επαναληφθεί και για τους μικρότερους. (Όποιος αδημονούσε, ή θορυβούσε υφίστατο υποχθονίως -από τον παρακαθήμενο- το επιτίμιο της ενόχλησης). Αλοίμονο, αν ο μπαμπάς έβαζε στη διήγησή του καμμιά πρόταση περισσότερο ή λιγότερο! (Αστοχία! μπαμπά ξέχασες..., όχι έτσι ακριβώς...) Μα εγώ ήμουνα από τους μικρούς, κι η μαγεία της αφήγησης δεν μ' άφηνε να σκίσω τούτο το πέπλο της ομορφιάς, και να διαπιστώσω ανακρίβειες! Ο μπαμπάς ήτανε ποιητής! Και μπορούσε να πλάθει την ιστορία του κατά την έμπνευση της στιγμής!

Μια από τις όμορφες ιστορίες που άκουγα στις τέτοιες μυσταγωγικές συγκεντρώσεις μας, ήταν η ιστορία του τσαλαπετεινού.

Ο τσαλαπετεινός είναι ένα όμορφο πουλί, που συχνά τον βλέπαμε τα καλοκαίρια που πηγαίναμε στα χωράφια μας. Τον βλέπαμε, να πετάει από δέντρο σε δέντρο και να στήνει τις συντροφιές του από εδώ κι από εκεί. Τραγουδιστής και εραστής της συντροφιάς, ο τσαλαπετεινός και η παρέα του, δε σταματούσανε το τιτίβισμα, κι άλλο δεν κάνανε παρά όπως ο τζίτζικας συνεδριάζανε όλα τα μεσημέρια στη συκιά και δε σταματούσανε ούτε για να φάνε. Ασε που σαν μαζευότανε κάποια στιγμή στο σπίτι του, άλλο δεν έκανε παρά να τσακώνεται με την κυρία του και με τα παιδιά του για τις δουλειές. Τις δουλειές που κανείς τους δεν έκανε. Και πλησίαζε και η ώρα του θερισμού!

Σαν ωριμάσανε τα γενήματά τους, ούτε και τότε δεν αφήσανε το τραγούδι. Ο τσαλαπετεινός, σαν οικογενειάρχης, ήξερε πως έπρεπε να φροντίσει. Αλλά... πώς; μόνος του; ήταν βαρειά η δουλειά! Τα παιδιά; είναι μικρά! Η κυρά του; Μα ποιός θα φτιάξει το φαΐ;

Μαζευτήκανε τότε οι φίλοι, κι αρχίσανε τα τιτιβίσματα. Ο τσαλαπετεινός τους εζήτησε βοήθεια, για να συνάξει τα γενήματά του, κι αυτοί του είπαν: αύριο!

Την άλλη μέρα, πήγε στο τιτιβισμιό (στη συκιά, όπου κάθονταν τις προηγούμενες μέρες) για να συναντήσει τους φίλους του, και να πάνε για το θερισμό, όπως του είχαν υποσχεθεί, αλλά... δεν βρήκε κανέναν εκεί! Περίμενε, περίμενε, και κάποια στιγμή, αργά το μεσημέρι φάνηκαν καμπόσοι! Συγγνώμη φίλε μου, μας πήρε ο ύπνος, του είπανε, και τώρα έπιασε ζέστη, δεν είναι ώρα για δουλειά, είναι ώρα για μπάνιο, άσε, αύριο τα λέμε!

Ο τεμπελάκος ο τσαλαπετεινός, βρήκε να 'χουν δίκιο οι φίλοι του, κάθησε μαζί τους και πέρασε την ώρα του και ξέχασε την ανάγκη του θερισμού!

Έτσι πέρασε όχι μια και δυό μέρες, αλλά όλο το καλοκαίρι!

Δεν βρέθηκε ούτε μια μέρα που να ξυπνήσανε πρωΐ, για να πάνε στο θερισμό!

Τα γενήματα μείνανε αθέριστα στο χωράφι, μέχρι που έφτασε το φθινόπωρο, κι αρχίσανε τα πρωτοβρόχια!

Η γή διψασμένη, παραδόθηκε σαν τον παράλυτο που χύνεται στο χώμα και δεν μπορεί να μαζέψει τα μέλη του.

Ο ουρανός φορτωμένος από το νερό, που εξατμίστηκε από την κάψα όλου του καλοκαιριού, άνοιξε τους ασκούς του κι έριξε ποτάμι τη βροχή του πάνω στα ξερά γενήματα, που λυγίσανε από το τόσο νερό, Σπάσανε οι καλαμιές, και πέσανε στο χώμα. Τα στάχυα, γκαστρωμένα με χοντρά κουκιά διπλές σειρές σκορπίσανε και θαφτήκανε στο χώμα. Δεν μπορούσες πια, τίποτε να μαζέψεις. Όλα χαθήκανε.

Ο τσαλαπετεινός, σαν είδε τούτη την καταστροφή, συλλογίστηκε τα παιδιά του, το χειμώνα, το κρύο, μα προ πάντων την πείνα, κι έπεσε να πεθάνει. Συλλογίστηκε, συλλογίστηκε και αποφάσισε: Ως εδώ! Αυτό δεν πρόκειται να ξαναγίνει! Αχ! στερνή μου γνώση, να σ' είχα πρώτα!

Μετά από τούτο το κακό, ο τσαλαπετεινός, άρχισε να κάνει κάθε μέρα κι από κάτι για να αντιμετωπίσει τα κακά που τον είχανε βρεί. Και δε σταμάτησε να λέει στα παιδιά του, πως η πολλή κουβέντα βλάφτει αν δεν γίνεται και η δουλειά.

Όχι πως σταμάτησε να τιτιβίζει, (πρώτα η ψυχή βγαίνει και μετά το χούι), αλλά, άρχισε να το σκέφτεται, πως δεν μπορεί να αφήνει τα πράγματα στην τύχη τους. Το κατάλαβε πολύ καλά, πως δεν μπορείς να περιμένεις από τους άλλους, να δούνε την ανάγκη σου σαν να είναι δική τους,. Γιατί, τότε, εξαρτάσαι από αυτούς και πρέπει να φοβάσαι πως θα απογοητευτείς. Εσύ μονάχα έχεις την ευθύνη να φροντίζεις για τις ανάγκες σου.

Την άλλη χρονιά, μόλις τα τσαλαπετεινάκια τελειώσανε το σχολείο, ο μπαμπάς τσαλαπετεινός (που θυμότανε τα περσινά) τα πήρε και πήγανε όλοι μαζί για να θερίσουνε και να φυλάξουνε τα γενήματα, ώστε να 'χουνε τροφή για το χειμώνα.

Τα τσαλαπετεινάκια, που είχανε περάσει ένα μαρτυρικό χειμώνα, καθώς ένιωθαν να είναι αδύναμα και να κρυώνουν από την πείνα, ήταν ευχαριστημένα για το χειμώνα που θα ερχόταν, γιατί είχαν λάβει όλα τους τα μέτρα εγκαιρα.

Σημείωση: 
Για τούτη την ιστορία ο πατέρας μου αφιέρωνε ώρα αρκετή. Ωρα κατήχησης και παιδαγωγικής μυσταγωγίας. 
Η μάνα μου για τη σχετική διδαχή αφιέρωνε μόλις μια φράση: αλοίμονο σ' εκείνον που τον δέρνουν δώδεκα, κι ο νούς του δεν τον δέρνει! (= αλοίμονο αν δεν μαθαίνεις από τα παθήματά σου!)

Πέμπτη 14 Μαΐου 2015

Γειτονιές της Αθήνας: Κουκάκι



 

Όταν σπουδάζεις σε μια πόλη, μακριά από το σπίτι σου, συνηθίζεις να ζεις σαν ξένος ανάμεσα σε πολλούς άγνωστους άνθρώπους. Και υπάρχουν κάποια μέρη, κάποιες γειτονιές, που φιλόξενα σ' αγκαλιάζουν, και βρίσκεις τη ζεστασιά που άφησες πίσω σου, σαν έφυγες από τ' αγαπημένα χώματα.

Πέρασα από πολλές γειτονιές της Αθήνας στη διάρκεια των σπουδών μου. Στην κάθε μιά τους βρήκα κάτι, που αιχμαλώτισε την καρδιά μου, τη δρόσισε και την παρηγόρησε. Σε κάποιες, δεν θέλω να ξαναβρεθώ. Μι' ανατριχίλα μ' αποτρέπει.

Ανάμεσα στις πρώτες, εντυπωσιακά φιλόξενες γειτονιές, ήταν το Κουκάκι.

Στο Κουκάκι ζούσε με τους γονείς του ο καλός μου, κι εγώ συχνά τον συναντούσα εκεί, στη γειτονιά του, που ήταν τόπος πρόσφορος για συντροφιές νέων, στις αρχές της δεκαετίας του '70. Από τότε η Δράκου, που δεν ήταν ακόμη πεζόδρομος, έσφυζε από ζωή, όνειρα για ζωή, δημιουργία, επιστήμη, τέχνη, επανάσταση που θα αλλάξει τον κόσμο. Όμως, ο κόσμος είναι ο ίδιος ακόμη, όπως τότε, με όλες του τις αντιφάσεις, ματαιότητες, κακίες κλπ. Αρα, άλλο είναι εκείνο που πρέπει να αλλάξει.

Εκεί, στη Δράκου, η Σοφία (δηλαδή οι γονείς της) είχε το περίπτερο. Η Σοφία! Η μορφή της, ακόμη, στολίζει τις σελίδες στο άλμπουμ του γάμου μου. Τί ομορφιά, τί κορμί, τι παιδί-γυναίκα, τί παιδί-παιδί! Δεν της άρεσε το σχολείο, της άρεσε η δράση, η ζωή. Τί κρίμα! έφυγε στα 25 της. Απέραντη και απέθαντη θλίψη. Μακαρία η οδός... Έγινε άγγελος, νωρίς. Έμεινε στις καρδιές μας παιδί, όπως τότε.

Ο Νίκος, είχε το ραφτάδικο. Ρίζωσε στη γειτονιά. Έγινε παππούς και επιχειρηματίας, με καταστήματα στη γειτονιά! 40 χρόνια ίδιος είναι!

Πόσες φορές η Diva, η θεϊκή πίτσα, δεν μας ελυσε τα προβλήματα σίτισης, κατά τη διάρκεια των μεγάλων και μάταιων μαχητικών προσπαθειών για τη λύση των πολιτικών προβληματων της εποχής ανά τον κόσμο!

Ο Αλέκος κι ο αδερφός του, μηχανικοί κι οι δυό. Καιρό τώρα, τους έχω χάσει. Κι η αδερφή τους, η ευγενική Ευγενία, που εργαζόταν στο Ευγενίδειο. Η γυναίκα του φαρμακοποιού της γειτονιάς. Διάβασε όλα μου τα βιβλία της Νομικής και πήρε δεύτερο πτυχίο.

Ένας άλλος Νίκος, κι ο Μπάμπης, αδέρφια, αγωνιστές κι οι δυό, ο ένας, μάλιστα, λίγο περισσότερο (αγωνιστής). Ο Νίκος απαθανάτισε το γάμο μου, και χάρις σ' αυτόν βλέπω τον εαυτό μου, σε στιγμές «μεγάλου θάρρους»!

[Ναί, ήθελε πολύ θάρρος, αφέλεια και πολύ μεγάλο έρωτα, να παντρευτείς στα 25 σου, μόλις πτυχιούχος νομικός, έναν μόλις πτυχιούχο μηχανικό, με μεγάλες επιστημονικές ανησυχίες που ήθελε να κάνει διδακτορικό! Ούτε που το φανταζόμουν τί θα ακολουθούσε, και είμαι ααπέραντα ευγνώμων στη σκιά του Κυρίου που επέβλεπε το δρόμο μου.]

Κι ύστερα, συχνά-πυκνά πήγαινα στη γειτονιά εκείνη να δώ τα πεθερικά μου. Και μετά για να πάω τα παιδιά να δουν τον παππού και την γιαγιά τους. Και μετά, που έφυγε ο παππούς, κι έφυγαν και τα παιδιά, πήγαινα για να κάνω συντροφιά και να δώ την πεθερά μου, που γερόντισσα πια, πάντα αποζητούσε παρέα. Αλλά σαν (αυτοκρατόρισσα) δασκάλα, δεν συμβιβαζόταν με διαρκείς παρουσίες (ούτε αυτή ούτε εγώ), κι η φιλοξενία μας ήταν κάποιες Κυριακές στο σπίτι μου, ή κάποιες ώρες εγώ στο δικό της. Σαν είμαστε οι δυό μας, περνούσαμε πολύ καλά. Μα σαν εμφανιζόταν ο γιός της, η αγάπη του μας χώριζε. Άλλαζε η όψη της. Άλλαζε κι η στάση του κορμιού της. Δεν ήταν Μάνα. Ήταν Κυρία. Κι εγώ χαιρόμουνα που λάβαινε η γερόντισσα τούτη τη χαρά -που την αποζητούσε- γιατί ήμουνα σίγουρη πως ο γιός της τώρα αγαπούσε εμένα τόσο, όσο αγαπούσε αυτήν κάποτε. Τώρα την προστάτευε από τους φόβους των γηρατειών της. Της κρατούσε το χέρι μια μέρα, κι εκείνη κοιμόταν αποκαμωμένη από τους φόβους αυτούς, κι ύστερα από κάμποσες ώρες, έτσι, απλά, έφυγε.

Και μετά, που έφυγε κι η γιαγιά, εγώ πήγα στο σπίτι. Τί να κάνεις με ένα σπίτι, γεμάτο από τόσες ζωές. Που το επισκέφτηκα για πρώτη φορά, κοριτσάκι, και μού 'κανε μεγάλη εντύπωση γιατ' ήταν καταστόλιστο, με τόσες ζωγραφιές και φωτογραφίες. Τόσα πρόσωπα, σε τόσες και διαφορετικές περιστάσεις: Τραυματίες πολέμου, γαμήλιες σκηνές, αναμνηστικές πόζες αδελφών, γονέων, τέκνων, εγγονών, από σεισμούς, από επισκέψεις σε Μουσεία, Παλάτια, Πυραμίδες. Πανέμορφες Κυρίες-θείες με γούνες και με καπέλλα, στολισμένα με φτερά. Ένα σπίτι όπου μεγαλώσανε τα παιδιά μου στην αγκαλιά μεσηλίκων που γεράσανε. Πώς να αδειάσεις ένα σπίτι γεμάτο μνήμες. Ένα σπίτι γεμάτο ζωή και φροντίδα.

Ο καλός μου, μ' αφήκε μονάχη σε τούτο το έργο. Δεν γινόταν να αδειάσει τη ζωή των γονιών του, μια που μονάχος του είχε απομείνει. Για χάρη του, εγώ, μάζεψα, φύλαξα, διάλεξα ό,τι γραμμένο απ' τα χέρια τους ήταν: συμβουλές, αναμνήσεις, εικόνες ζωής και την ιστορία της αγάπης τους, όποια ήταν.

Πόσα ενθυμήματα! πόση φροντίδα! ετούτη τώρα είναι η οικογένεια και η ιστορία του. Αυτά που απόμειναν στο σπίτι, είναι τ' αδέρφια του, κι η συνέχειά του με το ξεκίνημά του. Συλλογιέμαι, ώρες-ώρες, πόσο βαρύς είναι ο κλήρος του ανθρώπου που δεν έχει αδέρφια. Δεν έχει κάποιον να μοιραστεί την ιστορία του, μαζί και των γονιών του, το ξεκίνημά του, την εφηβεία του, τους παιδικούς τσακωμούς του, τις ευθύνες για τους γερόντους του, τη μοναξιά του μετά το χαμό τους! Ο καλός μου είναι τυχερός, που βρέθηκε μέσα στα τόσα αδέρφια μου να είναι ο μικρός! Όλοι τον αγαπούνε και τον τιμούνε, και πιστεύω, πως τον αγαπούνε πιο πολύ γιατί δεν έχει δικά του αδέρφια. Η μάνα μου τον «πονούσε» πολύ γι' αυτό, και μου τόλεγε συχνά-πυκνά: «μίλα στα παιδιά σου να προσέχουνε τον πατέρα τους, γιατί είναι μονάχος!»

Όλα τούτα τα χρόνια στο Κουκάκι, ένας  ολόκληρος κόσμος, είναι κι ο Κοσμίδης, που από πάντα γλύκαινε -με τις θαυμαστές ζαχαροπλαστικές δημιουργίες του- κάθε μας χαρά, γιορτή κι επέτειο. Δεν άλλαξε γειτονιά, αν και άλλαξε τις εστίες του.

Σε τούτη τη γειτονιά, πάντα μια νέα καρδιά θα χτυπάει. Μια καρδιά με ξεχωριστό στίγμα. Το "καινούργιο" περίπτερο, του Νίκου [εδώ και δέκα περίπου χρόνια!], είναι πια θεσμός. Δυναμικός, κοινωνικός, ο Νίκος κι όλο του το επιτελείο από δυναμικές γυναίκες, παρηγορούν, στέργουν και ανακουφίζουν τις στερήσεις μας: σε καπνό, τύπο, αναψυκτικό. Όλες τις ώρες της ημέρας, και πολλές από τις ώρες της νύχτας. Τις ώρες της επιστροφής από τον κάματο της δουλειάς. Γιατί, τούτη την ώρα, της επιστροφής, τί δώρο να αγοράσεις, για να "δωροδοκήσεις" εκείνον που σε περιμένει μέσα στη νύχτα; Στο Νίκο, πάντα κάτι θα βρείς, για να υποστηρίξει την "απολογία" της αργοπορίας σου. Κι αν δεν βρείς κάτι ν' αγοράσεις, θ' ακούσεις κάτι, από κείνα που δεν το πιστεύεις πως μπορεί να τα μάθεις σ' ένα περίπτερο.

Εδώ, στο Κουκάκι, έχει την εστία του και ένας ακοντιστής της "αιχμής",  (aixmi.gr) ο Κ. Παπαχρήστου, που κονταροχτυπήθηκα μαζί του, για χάρη του Λιαντίνη.

Τέλος, σε τούτη τη γειτονιά, από πάντα, Πυρσός, να τη φωτίζει, να τη λαμπρύνει, να τη βοηθάει, να τη συντρέχει, να τη «στοιχειώνει» και να τη «μεταστοιχειώνει», στάθηκε το βιβλιοπωλείο του Σωτήρη. Από το 1970. Ο Σωτήρης, ένας νέος επιχειρηματίας, έφερε -θαρρείς- τον «Ελευθερουδάκη» στη γειτονιά! Τί ήθελες και δεν τό βρισκες! Τα πάντα, έρχονταν άμεσα στη διάθεσή σου. Ψυχή, νούς και σώμα, όλος ο Σωτήρης, αφοσιωμένος. Διευρύνθηκε η επιχείρηση, διευρύνθηκε και η οικογένεια του Σωτήρη, όπως και όλων μας.

Ο Σωτήρης δεν μας έφερε μόνο τον Πυρσό του να μας φωτίσει. Έκανε και πρωτοπόρους αγώνες για την πεζοδρόμηση της Δράκου. Του χρωστάμε την δροσογόνο πηγή του καλοκαιριού στην γειτονιά. Του χρωστάμε ότι ζώντας στην πόλη, μπορούμε να σταθούμε κάτω από τα δέντρα και να γευτούμε τις εποχές. Να ζήσουμε το κιτρίνισμα των φύλλων στα δένδρα, το στροβίλισμά τους στο φθινοπωρινό αεράκι και το μακρινό τους ταξίδι από το δένδρο στο ρυάκι και στην αναγεννητική φθορά! Να ζήσουμε το λουλούδισμά τους την άνοιξη, και την ολόδροση πνοή τους το καλοκαίρι!

Η Ελένη η -δασκάλα- γυναίκα του Σωτήρη, υπήρξε μαθήτρια του Λιαντίνη, κι η μακεδόνισσα ψυχή της, αφού κοινώνησε τα Σπαρτιάτικα νάματα, συνάντησε τη δική μου και μοιραστήκαμε το κάλλος της διδαχής του μεγάλου παιδαγωγού, φιλοσόφου και Δασκάλου. [Οι διδαχές του Λιαντίνη, κι ο αγώνας του στη δημιουργία Δασκάλων με ήθος, γνώση και συναίσθηση του κοινωνικού τους ρόλου, την έχουν στοιχειώσει. Και τούτο είναι πια -και για τις δυό μας- μεγάλης σημασίας αξία και αρχή, παρόλο που εγώ δεν υπήρξα μαθήτρια του Λιαντίνη. Ο Σπαρτιάτης Λιαντίνης, έχοντας πίσω του καστροπολιτείες, Παλαιολόγο και Λεωνίδα, δεν είχε άλλον τρόπο να υποστηρίξει εκείνα που καίγαν την ψυχή κι όλο το είναι του, πέρα από τη ζωή του. Και τούτο είναι σπουδαίο παράδειγμα. Πέρα από λόγια κούφιας διδαχής.]

Παραλίγο, δεν γίναμε κουμπάροι με τον Σωτήρη, αλλά είμαστε παντοτινοί φίλοι, αφού μας ενώνουν και κοινές αγωνίες, αναζητήσεις, ερωτήματα, στόχοι: τί θα γίνει στην πατρίδα μας, τί φταίει, τί μπορούμε εμείς να κάνουμε, και πώς θα αποτρέψουμε μια αθεράπευτη βλάβη στο μέλλον του έθνους και της πατρίδας μας. Και κυρίως, ποιό είναι το ατομικό μας χρέος, γιατί δεν μπορούμε ν' αδιαφορούμε γι' αυτό. Μας ενώνει ο χρόνος που έφυγε.

Στο χρόνο που έρχεται, μαζί μας θά 'ναι κι ο γιός του, που παρέλαβε τον Πυρσό. Τώρα πια, έχει πολυστέψει η παρέα μας και χαιρόμαστε στο πρόσωπο του  Αλεξανδρου τη νεότητα που σκέφτεται, οργίζεται, διαφωνεί, επαναστατεί και τολμά να επιχειρεί. Εδώ, σε τούτη τη γειτονιά.

Το Κουκάκι, μου έγινε πια, μια νέα εστία και πατρίδα, γιατί εκεί έχω ρίζες, μνήμες, σχέσεις, φίλους με κοινές διαδρομές και απορίες ζωής.

Τρίτη 12 Μαΐου 2015

Στη γιορτή της Μητέρας


Image result for εικόνες γιορτη της μητέρας 

Πέρασε κι η γιορτή της μητέρας!
Η δύση έκανε μια γιορτή για το κάθε τι, σε μια ορισμένη μέρα. Εμπορευματοποίηση. Τις άλλες μέρες μπορούμε να ξεχνάμε τη μάνα μας, το σύντροφό μας, το δάσκαλό μας, το περιβάλλον κ.ο.κ.

Τούτο τον καιρό, με την ευκαιρία που μιλάω με τις μαμάδες φιλενάδες μου για την ημέρα, ένιωσα -κι είναι αλήθεια- πρώτη φορά, μόνο μάνα!

Αναλογίστηκα τους κόπους, τις αναμονές, το θάρρος, τις περιστασιακές ματαιώσεις της....

Η μάνα μου, ήτανε Μάνα και για τα εγγόνια της. Τρυφερή, στοργική, παιδαγωγός, ακούραστη, χαρούμενη, ευτυχής, παρηγορήτρα, μάνα.

Θυμάμαι ιδιαίτερα, όταν της πήγαινα τα παιδιά στο χωριό. Τα δικά μου τα θεωρούσε καλομαθημένα (παρόλο που δεν ήταν) και τα φιλοξενούσε σα μοναχοπαίδια. Τα κρατούσε μέρες καλοκαιριάτικες συνήθως.

Κι εκεί στις 10 το πρωϊ, που ήταν η ώρα για το αυγό τους, έκανε τόσα πράγματα για να τα ευχαριστήσει, που δεν θυμάμαι νά 'κανε για μας κάτι παρόμοιο.

Έβαζε λοιπόν, το μελάτο αυγό σ' ένα ποτήρι, και πρόσθετε τόσα πράγματα μέσα, που γινόταν ολόκληρο γεύμα. Μερικά από αυτά: αλατοπίπερο, τριμμένη-λυωμένη φέτα τυρί, ρίγανη, λάδι και ψίχα ψωμιού! Τους τό 'δινε με το κουτάλι το μεγάλο!

Αργότερα που μεγαλώσανε θέλανε κι άλλα.

Τους έφτιαχνε, λοιπόν, πότε πιτούλες από το ζυμάρι του ψωμιού, γαλατόπιτες, χορτοπιτάκια στο τηγάνι, σαλάτα και τυρί, και ελιές! Ως προς τις ελιές, θεωρούσε πως έπρεπε να τους βγάζει τα κουκούτσια, για να μη της πνιγούν τα “πρωτευουσιανάκια τα άμαθα”! Όχι πως χρειαζόταν, αυτοί ήταν τσακάλια! Αλλά εκείνη που τα 'βλεπε για λίγο, ήθελε να τα περιποιείται πολύ! Τέτοια ψυχή!

Τέτοιες εικόνες, ολοκληρωτικής αφοσίωσης και φροντίδας, κρατάνε στην καρδιά τους τη μνήμη της γιαγιάς τους ζεστή κι ολοζώντανη. Και σκέφτομαι ότι (τα καθάρματα) για να τη βάλουνε να τρέχει περισσότερο για χάρη τους, δεν ήθελαν από τις ίδιες ελιές! ο ένας ήθελε μαύρες ξυδάτες, κι άλλος πράσινες λεμονάτες!

Κι εκείνη τους έκανε το χατήρι, με γλυκόλογα, κι αγάπες.
Για τούτο κι η μνήμη της αγάπης της, είναι γι' αυτούς πολύ δυνατό στοιχείο της παιδικής τους ηλικίας, και της καρδιάς τους, ίσαμε σήμερα. 
Ξέχωρα από τα παραπάνω, να μην ξεχάσουμε τα δεκάρικα που ήθελαν σχεδόν κάθε μέρα για να αγοράζουν βιβλία παιδικής λογοτεχνίας, για την καθημερινή τους ψυχαγωγία!

Το “κακό” για τη μάνα μου ήταν πως διαβάζανε γρήγορα! -Δεν τους προφταίνω! μου έλεγε με χαμόγελο, με ξεφραγκίσανε! 
Μαμά μη τους κάνεις όλα τα χατήρια! της έλεγα, κι εκείνη:
-Καημένη μου, πόσες μέρες θα είναι εδώ; του χρόνου θα τα ξαναδώ! μέχρι του χρόνου θα τα 'χω ξαναμαζέψει τα λεφτά μου! έχει ο Θεός!

Αχ! μάνα! 
Σημείωση: Ετούτο  το κείμενο μνήμης (με λίγη επεξεργασία σήμερα) πρωτοδημοσιεύτηκε εδώ.

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Συναντήσεις μνήμης


Image result for εικόνες επιτάφιος

Η μάνα μου χρόνισε φευγάτη!

Τί ταξίδι κι ετούτο. Να ταξιδέψεις, να παραστείς, για να πενθήσεις.

Μα όχι, να πάς για να συναντηθείς και να ζήσεις.

Τη ζωή και τις ώρες που περάσανε, με αγάπη, με χάρη, με όνειρα, με την αναμονή του μυστηριώδους και αγνώστου μέλλοντος, που πια, ήρθε. Να ξαναζήσεις τη συνάντηση με τους συνοδοιπόρους σου. Στα σοβαρά, χωρίς παιχνίδια.

Να ξαναζήσεις την υποδοχή της μαμάς, με όλα τα καλούδια που είχε με τα χεράκια της ετοιμάσει, για την ευχαρίστησή σου.

Να ξαναζήσεις τη συνάντηση. Μόνο που τώρα, εσύ φροντίζεις τη συνάντηση και την πραγματοποιείς, εις μνήμην και εις ανταπόδοση της (αλλοτινής) φροντίδας υποδοχής. Και τη βρίσκεις εκεί, πλήρη ημερών, να σε περιμένει. Να σε κοιτάζει εξ αποστάσεως, νηφάλια. Η απόσταση όλο και μεγαλώνει. Η νηφαλιότητά της επίσης. Η δική μου όμως, όχι. Η συγκίνηση της ευγνωμοσύνης, με καταβάλλει, αλλά η μνήμη αποφασιστικά αλλάζει το σκηνικό. Δεν θέλω να θρηνήσω. Γιατί αυτή η μαμά, έζησε τόσο βαθειά μέσα μου, επέζησε τόσο βαθειά μέσα μου, που θα την κουβαλάω όσο και τον εαυτό μου. Εμείς, θα πεθάνουμε μαζί. Γιατί πώς να μεγαλώσει, κάποιος που έφυγε από την γονική εστία στα 18 του χρόνια. Τόση ήμουν όταν έφυγα από κοντά της, και δεν ξαναγύρισα ποτέ. Και δεν τη χόρτασα την αγάπη τους.

Δεν θρηνώ πια. Είναι γλυκειά η μνήμη μιας τέτοιας ζωής. Είναι ζωντανή η δύναμη και παρούσα η μητρική της συμβολή, στη ζωή μου ολάκερη.

Η υποθήκη της είναι βαρειά: «Μην αποκάμεις, για όσους είσαι χρεωμένη να τους σταθείς! Ο καθένας ζεί με το φιλότιμο, την ευθύνη, τη δύναμη χαρακτήρα και ψυχής και τις υποχρεώσεις του. Με όλα τα άλλα μπορεί και να πεθάνει».


Ναί Μάνα, Αθάνατη. Σπαρτιάτισσα  και Τέκνο Χριστού.
Με όλα τα άλλα μπορεί και να πεθάνει.

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Σ' ανάμνηση της αγκαλιάς σου Πατέρα μου...




Μου χάρισες το χάδι
με τα μάτια σου
Στοργή απ’ την ψυχή σου
με στολίζει
κι αγάπη
μέσ’ από τα φυλλοκάρδια σου
συνέχεια ως τα τώρα με στηρίζει.

Μ’ αυτά κι εγώ ίσαμε σήμερα
κρατάω σαν κι εσέ
ίδιους ζωής κανόνες.

Στοργή, αγάπη, προσευχή,
κι ελπίδα μου
να ΄χω για της ζωής κολόνες.

Aυτές να με στηρίζουνε
κι ορθή να μένω στους τυφώνες.

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

Νηστίσιμα και γαστριμαργικά (ΙΙ). Αναμνήσεις-Παραδόσεις

Image result for εικόνες νηστίσιμα μαγειρική 

Η μάνα μας από την αρχή της Σαρακοστής έφτιαχνε διάφορα αρτοσκευάσματα για να συνοδεύεται με κάποια ποικιλία το κάθε φαγητό, αλλά και τα ενδιάμεσα “τσιμπήματα” μας προς ικανοποίηση της διατροφικής μας ανάγκης και των γευστικών μας αναζητήσεων. Και κυρίως για να μας αποτρέπει από την κατανάλωση και την απαίτηση πασχαλινών/αρτύσιμων εδεσμάτων που θα καταργούσαν τη νηστεία.

Κάποια από αυτά, όσα θυμάμαι πρόχειρα, θα περιγράψω.

Στην ημερησία διάταξη, βρίσκονταν τα κουλούρια του προζυμιού. Ένα εξαιρετικό κουλούρι (συχνά έπλαθε με την ίδια ζύμη και παξιμαδάκια του καφέ). Ανάμεσα στα αρώματα που μύρωναν τούτο το λαχταριστό κουλούρι ήταν τριμμένο κανελλογαρύφαλλο, και καμμιά φορά μαστίχα χίου, σε σκόνη. Λίγη ζάχαρη, τούδινε την αίσθηση του γλυκού, κι όχι του ψωμιού. Ηταν από μόνο του ένα παιδικό γεύμα, γιατί δεν ήταν μικρό, αλλά στο μέγεθος θάταν κοντά στο κουλούρι της Θεσσαλονίκης που λέμε, αλλά λίγο πιο χοντρουλό. Χωρίς σουσάμι. Τέλεια γεύση. Επειδή ήταν μεγάλα, φτιάχνονταν λίγα και τέλειωναν γρήγορα. Και ξανά από την αρχή.

Ένα άλλο σαρακοστιανό έδεσμα ήταν οι ταραμοκεφτέδες. Φτιαγμένοι με ταραμά διαλυμένο σε σφικτό κουρκούτι (χυλό από αλεύρι με νερό), αρωματισμένο με άνηθο και κρεμμυδάκι ψιλοκομμένο. Σήμερα το περνάμε από το μπλέντερ για να είναι πολύ ψιλοκομμ'ένο. Στην ουσία πρόκειται για τηγανίτες. Αξέχαστη γεύση! Βελτιώνοντας τη συνταγή της μάνας μου έκανα το κουρκούτι πιο αφράτο (με ...φουσκωτικά, φαρίνα απ!) και κονιορτοποίησα τα χορταρικά.

Χορτόπιτες χωρίς τυρί και αυγά, μόνο με αρωματικά χόρτα, ήμερα κι άγρια, λίγο λάδι, και αλεύρι. Τίποτε αρτύσιμο. Φανταστική γεύση σε αυτό το σχεδόν «τίποτε» προσδίδει η προσθήκη πιπεριού.

Άπαιχτο έδεσμα-γλύκισμα ήταν η κολοκυθόπιτα της μαμάς μου. Και τί δεν είχε! Κόκκινο κολοκύθι τριμμένο, σταφίδες (ξανθές κατά προτίμηση, ακόμη κι εδώ οι ξανθές έχουνε πέραση!), καρύδια, ζάχαρη, κανέλλα τριμμένη, ζάχαρη, λίγο λάδι. Δεν έχει το ταίρι της! Έχω φτιάξει και καλύτερη. Όμως της μάνας μου την πίτα θυμάμαι. Η δική μου είναι διαρκώς ένα νέο πείραμα!

Παξιμαδάκια πορτοκαλιού. Τα βρίσκω λίγο πυκνά.


Λαλαγκίδες/τηγανίτες! Με χυλό (αλεύρι με νερό) κουταλιά κουταλιά σε καυτό λάδι, μπορούσες να τις φας με μέλι, με ζάχαρη ή σκέτες.

Πίτες τραβηχτές! Πίτες φτιαγμένες από το ζυμάρι του ψωμιού, που είχε “γίνει”. Μικρά τεμάχια ζύμης τα ξεντώναμε να γίνουν σαν την παλάμη μας και στη συνέχεια τα τηγανίζαμε σε καυτό λάδι. Τρώγονταν ζεστά, ή και κρύα. Με μέλι, σκέτες (αλλά και με τυρί. Κάθε τυρί. Όχι βέβαια τυρί τη σαρακοστή). Όσοι έχουν δοκιμάσει, θέλουν ξανά και ξανά. Είναι πραγματικά νόστιμες, χορταστικές της πείνας αλλά όχι της όρεξης, θέλεις να φας όσο έχεις και σταματάς όταν τελειώσουν. Δεν τις ξεχνάς.

Από την άλλη μεριά υπήρχε και η πατάτα, που  είχε την τιμητική της. Πατάτες τηγανητές, σκέτες τη σαρακοστή. Πατάτες βραστές σαλάτα, με χόρτα, ελιές, πατζάρια.

Πατάτες βραστές με συνοδεία σκορδαλιά και ειδικής γεύσης χόρτα.

Πατάτες γιαχνί. Πολύ νόστιμο φαγητό, με το τίποτα, κυριολεκτικά. Όταν  έφτιαξα αυτό το φαγητό στο σπίτι μου (φοιτήτρια), έβαλα πατάτες, κρεμμύδια ξερά, σκόρδα (ένα κεφάλι ολόκληρο καθαρισμένο), μέντα, και τομάτα όλα κομμένα σε μια χοντρή σαλάτα, πρόσθεσα λάδι και αλατοπίπερο και το έβαλα στη φωτιά. Όταν μαγειρεύτηκε το βρήκα καταπληκτικό. Της μαμάς μου το γιαχνί ήταν πιο νόστιμο. Αλλά δεν τη ρώτησα ποτέ. Και τώρα δεν πρόκειται να μου απαντήσει. Της θείας της Μετάξως το γιαχνί δεν τρωγότανε, ακόμη κι αν πεινούσες.

Δεν θά 'πρεπε ν' αφήσουμε έξω από τούτο τον κατάλογο, τις ελιές! Ελιές  χωρίς λάδι (!), πρόκειται για παστές ελιές, καθώς και ελιές που “έγιναν” (ξεπίκρισαν) μέσα σε νερό, για τις Τετάρτες και τις Παρασκευές της Μεγάλης Σαρακοστής.

Αλλά και τις ελιές μέσα σε λάδι, σπαστές, ή χαρακτές. Οι σπαστές, συνήθως ήταν πράσινες ελιές που είχαν ξεπικρίσει μέσα σε χυμό λεμονιού. Τραγανές μέχρι τη Λαμπρή και νόστιμες. Τις φυλάγαμε σε δοχεία με το χυμό του λεμονιού και προσθέταμε ένα φίλτρο (1-2 δάχτυλα) λαδιού για να μη μπαίνει αέρας και χαλάει το παρασκεύασμα.

Οι χαραχτές, με 2-3 παράλληλες χαρακιές στα «μάγουλά» τους γίνονταν από ειδικό εργαλείο χάραξης (μία-μία περνούσε από το κυλινδράκι που είχε τα λεπίδια στο εσωτερικό του), και ήταν συνήθως μαύρες, μακρουλές (ο τύπος των ελαιών καλαμών). Αυτές ξεπίκριζαν μέσα σε νερό, και στη συνέχεια μέσα σε μεγάλη λεκάνη τις “ξυδιάζαμε” και τις αλατίζαμε. Τις ανακατώναμε από καιρό σε καιρό και τις αφήναμε για για 2-3 ημέρες. Στη συνέχεια τις φυλάγαμε σε πιθάρια που τ'απογεμίζαμε λάδι.

Έτσι, περνούσε η σαρακοστή, με τούτα και μ' εκείνα, χωρίς να στερηθούμε τίποτε, κυρίως γιατί μας τά 'φτιαχνε στη στιγμή, για την όρεξη, και για το χατίρι μας! Τί έξυπνη μάνα!

Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

Κι εγώ θέλω να ζήσω!

Image result for εικόνες ελευθερία

Ξανάρθαν στη γωνιά μου,
να με πληγώσουν,
η έγνοια κι η αγάπη μου γι' αυτούς,
δε φτάσανε, για να με νιώσουν,
να μ' αγαπήσουν, να με σεβαστούν.
Να νιώσουν, πόσο χρειάζομαι κι εγώ
τη μαμά και το μπαμπά μου.
Γιατί δεν μπορεί ο άνθρωπος
να ζεί χωρίς τις ρίζες του!

Πληγές ανοίξανε καινούργιες,
και πώς να κλείσουν οι παλιές;
Με σκέψεις μέσα τους πανούργες
ήρθαν να δώσουν μαχαιριές.
Αφήστε με! να ζήσω τη ζωή μου,
στο σπίτι μου στο μαγαζί μου,
χωρίς μαμά, χωρίς μπαμπά,
χωρίς αδέρφια,
αφού και τούτα μου στερήσατε. 

Ήρθατε στη γωνιά μου και με βρήκατε,
και πάλι στη φωτιά με ρίξατε!
κι εγώ εφώναζα στα σκοτεινά
σαν κάθε τέτοια μέρα!
Θέλω να ζήσω, θέλω να ζήσω!
Κι εσύ μ' απειλούσες με θάνατο
σαν ο δικός μου ο θάνατος
ζωή να σού 'δινε, πατέρα!

Τί φριχτή 'ναι η ώρα που βραδυάζει στις καρδιές των ανθρώπων, και ξένοι απογίνουνται, από πάθος, που κόβει τα σωθικά στα δυο. Που χωρίζει τους ανθρώπους κι εμποδίζει την κοινωνία τους.

Πόσο σκληρό να αποδιώχνεις, να ματώνεις το σπλάχνο σου! Πόσο φριχτό ατόπημα ο γονιός να σε αρνείται!
Η ελευθερία είναι καθήκον της ψυχής. Η αγάπη είναι το άλλο. Κι ο Χριστός ελεύθερους, ελευθέρως αγαπώντες ήθελε να δέχονται το κήρυγμά του.

Μια ψυχή δεν εξουσιάζεται. Μια κακή πράξη εμποδίζεται. Δεν μπορεί να βεβηλώνεις τις σχέσεις, κυρίως αυτές που είσαι προορισμένος να προστατεύεις.

«Δεν ξερω πως νιώθω... Λίγο μουδιασμένα, λίγο στενοχωρημένη αλλά και αρκετά ελεύθερη... λίγη χαρά γιατί αντιστάθηκα επιτέλους, αλλά και λύπη για τον πατέρα μου...Απο την μια θέλω να φωνάξω ότι είμαι ελεύθερη επιτέλους (γιατί έτσι ένιωσα αρχικά), απο την άλλη θέλω να κλαίω γιατί πλήγωσα έναν άνθρωπο ... αλλά έτσι έπρεπε να γίνει..Και αυτό πονάει πολύ...αλλά εγώ... γιατί πονάω... Γιατί η καρδιά μου πονάει και κλαίει;»

Γιατί θα ήθελες να μην συμβαίνει...

Καλή δύναμη, κοριτσάκι!

Ξέρω, ότι δεν θέλεις κανενός το κακό, παρά μονάχα την ελευθερία σου, και -σαν παιδί- θέλεις κι εσύ την αναγνώριση από τους γονείς σου, τώρα μάλιστα που εδώ και χρόνια ζεις και λειτουργείς αυτόνομα και ειχειρηματικά!

Μην αγωνιάς για τις ανθρώπινες μικρότητες! Η ελευθερία σου είναι ολο-δική σου υπόθεση, και την αναγνώριση σου τη δίνει η ζωή και το έργο σου!

Μπορείς να αγαπάς, κι ας μη σ' αγαπούν! Όχι μόνο η αγάπη που παίρνεις, αλλά κι η αγάπη που νιώθεις εσύ για τους άλλους, σου δίνει ευτυχία!

Κυριακή 15 Μαρτίου 2015

Στου χρόνου τα γυρίσματα. Κάποιες ψυχές δεν σ' αφήνουν ποτέ!



Image result for εικόνες παλιά αναγνωστικα
Tί μνήμες!

Περάσαν κιόλας τριάντα χρόνια! Έφυγα στα 18 μου από κοντά σου, για να σπουδάσω και για ν' ανοίξω τα φτερά μου στην ζωή, και δεν ξαναγύρισα στην αγκαλιά σου. Όμως, ετούτη η αγκαλιά σου, η στοργή σου, η φροντίδα, και η αγάπη που στα λόγια σου κρυβόταν, ήταν η κινητήρια δύναμη της ζωής μου. Με τούτα έζησα, με την αγωνία και την ευχή σου, ίσαμε σήμερα.

Τί πατέρας! Η τρυφερότητά σου, πρωτοφανής, η ηπιότητα του τρόπου σου καινοφανής, η παιδαγωγική σου δύναμη σπάνια και η πειθώ του επιχειρήματός σου ακαταμάχητη.

Πόσο θυμάμαι, εκείνη τη φορά, που μ' αναζήτησες, να 'ρθώ, με την οικογένειά μου, να καθαροδευτεριάσουμε μαζί, να είμαστε όσο πιο πολλοί, με όλα τα μωρά! Πόσο θλιμμένος έγινες, σαν πήρες την απάντηση πως τούτη τη φορά δεν γίνεται, γιατί οι δουλειές...

Αχ! μπαμπά, και γύρισες στο σπίτι. Και δεν μας ξαναμίλησες πιά!

Αχ! μπαμπά, και ήρθαμε! Αφήσαμε όλοι τις δουλειές μας, και ήρθαμε, να σε ξεπροβοδίσουμε.

Ένιωσα πως ο κόσμος μου όλος, έχασε το στυλοβάτη του. Και πως τούτα τ' άγια γενέθλια χώματα, δεν θά 'ταν πια ίδια, όπως πρώτα.

Ο καιρός, ο πανδαμάτωρ χρόνος, ετούτη την αίσθηση της φωτιάς και του γκρεμού, την άλλαξε. Κι έγινε η φωτιά του αφανισμού σου, θέρμη επωάσεως όλων των καλών κελευσμάτων που έσπειρες στην ψυχή μου. Και η αίσθηση του πανικού και του γκρεμού που η αιφνίδια απώλειά σου μας άφησε, έγινε σιγά-σιγά απέραντος ορίζοντας ελευθερίας, συναίσθησης, χρέους τιμής, αγάπης. Κι όλα τούτα ριζωμένα στα χείλη σου, παρακαταθήκες χρυσές, διάφανες, άφθαρτες. Περίλαμπρες, που νοηματοδοτούν την ζωή.

Ο αέρας που φύσηξε κι ο ήλιος που φώτισε τις χαρακιές της ψυχής, έδειξε του ανθρώπου τ' αχνάρι, που μένει, ανάλογο με το πέρασμά του.

Και το δικό σου τ' αχνάρι πατέρα, είναι σφραγίδα, είναι μύηση, είναι βάπτισμα πυρός, και όρκος και αφοσίωση, είναι τιμή και τάμα και όραμα.

Σ' ευχαριστώ για την οικογένεια που στους κόλπους της μεγάλωσα. Σε ευχαριστώ για το πρότυπο γονιού, ανθρώπου και συζυγίας που μου έδωσες.

Αιωνία σου η μνήμη Πατέρα, και μην ξεχνάς, να πρεσβεύεις στον Κύριο για τα παιδιά σου και τις οικογένειές μας.

Έχεις την παρρησία ενώπιόν του, γιατί έχεις δοξολογικά και αδιαμαρτύρητα καταβάλει βαρύ το τίμημα της ζωής σου, σε κόπους, θανάτους, ατυχίες, εμπόδια, ξενητειά και μοναξιά.