Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2017

Οι μέρες του Πολυτεχνείου, μέσα από την Τέχνη


Image result for εικόνες πολυτεχνείο 1973 

Σήμερα, που "οι μέρες του πολυτεχνείου 1973" είναι μακρινές, που περάσανε μαζί με τα νειάτα μας, και οι λόγοι που τις δημιούργησαν εξέλιπαν, εμείς μνήμονες ενός παρελθόντος που είχε όραμα την ελευθερία και την απαλλαγή μας από τον ολοκληρωτικό αυταρχισμό, ζούμε σε ένα παρόν "δημοκρατικού" αυταρχισμού, και μάλιστα χωρίς όραμα.

Ξεχάσαμε πως η ελευθερία δεν είναι πανηγύρι για παιδιά, πως είναι πράξη και νόημα ζωής. Είναι ο Λόγος της δημιουργίας.  Ξεχάσαμε πως ο αυταρχισμός δεν έχει πρόσημο!

Μα πώς να γίνει αυτό κατανοητό, σήμερα, που αυθαίρετα αλλάζουμε το περιεχόμενο των λέξεων, ώστε οι λέξεις να σημαίνουν "ό,τι θέλουμε" κάθε φορά;
 
Διαβάζω εδώ αυτό που είχε γράψει ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος για τις ημέρες των γεγονότων του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο του 1973, στο «Ημερολόγιο μιας εβδομάδας»,  και  υπομνηματίζω:

Ο Ποιητής, γράφοντας

ΑΘΗΝΑ 16 Νοεμβρίου 1973

Ωραία παιδιά με τα μεγάλα μάτια σαν εκκλησίες χωρίς στασίδια
ωραία παιδιά δικά μας με τη μεγάλη θλίψη των ανδρείων
αψήφιστοι, όρθιοι στα Προπύλαια στον πέτρινο αέρα, έτοιμο χέρι, έτοιμο μάτι
πως μεγαλώνει το μπόι, το βήμα κι η παλάμη του ανθρώπου

θαυμάζει την δύναμη της νεότητας. Μα παρομοιάζει την έκφρασή της με εκκλησιές χωρίς στασίδια. Με ιερό σκοπό αν και  χωρίς την -προϋποτιθέμενη- υπομονή και πίστη. Βλέπει τα νειάτα, δυνατά κι αλόγιστα, ορμητικά κι ακαταμάχητα μπροστά ακόμα και στο αδιέξοδο, "αψήφιστους στον πέτρινο αέρα" που πους αντιπαρατάσσεται. Με μια ετοιμότητα που τους κάνει ήρωες.
********
Μα καθώς "μπαίνουν οι εχθροί, την άλλη μέρα",


17 Νοεμβρίου
Βαριά σιωπή διάτρητη απ΄τους πυροβολισμούς, πικρή πολιτεία,
αίμα, φωτιά, η πεσμένη πόρτα, ο καπνός, το ξύδι,
ποιός θα πει περιμένω μέσα απ το μέσα μαύρο.
Μικροί σχοινοβάτες με τα μεγάλα παπούτσια μ΄έναν επίδεσμο φωτιά στο κούτελο,
κόκκινο σύρμα, κόκκινο πουλί και το μοναχικό σκυλί στ΄ αποκλεισμένα προάστια
ενώ χαράζει η χλωμότερη μέρα πίσω απ΄τα καπνισμένα αγάλματα
κι ακούγεται ακόμη η τελευταία κραυγή διαλυμένη στις λεωφόρους
πάνω απ΄τα τανκς μέσα στους σκόρπιους πυροβολισμούς..
Πως μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε; πως μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε;

αναρωτιέται ποιά ελπίδα τάχα να υπάρχει όταν ο αυταρχισμός βασιλεύει (ποιός θα πει περιμένω μέσα απ το μέσα μαύρο). Ακίνδυνοι εχθροί είναι τα νειάτα,  οι "μικροί σχοινοβάτες", με την ορμή τους και τα όνειρά τους.Το αύριο γίνεται περισσότερο αδύναμο, όταν καταπνίγεται η μάχη για το ωραίο και την ελευθερία, "η μέρα πίσω απ' τα καπνισμένα αγάλματα", που είναι πανάρχαιη αγάπη των ανθρώπων τούτου του τόπου. Τα όπλα σκορπίζουν τον τρόμο, και στις τελευταίες κραυγές ελευθερίας. Πού να ησυχάσει ο άνθρωπος; Πώς μπορεί να ησυχάσει ο ελεύθερος άνθρωπος;
********

Ύστερα, η ζωή συνεχίζεται, ματωμένη, θλιμμένη, ακόμη και μετά την προδοσία

ΚΑΛΑΜΟΣ 18 Νοεμβρίου

Ηλιόλουστη μέρα. Κάλαμος.
Η θάλασσα, σπουργίτια στον ελαιώνα
Κάλεσμα. Πρόκληση. Κάλλος. Μακρινή προδομένη μακαριότητα
α εσύ δραπέτη λιποτάκτη κρυμμένε ανάμεσα στ΄ αγάλματα, πίσω απ΄τ΄ αγάλματα
μέσα στ΄αγάλματα, αγάλματα κούφια χωρίς χέρια, χωρίς πέος, χωρίς αμπελόφυλλα
αρνήσου, αρνήσου, όχι να ξεχαστείς και να ξεχάσεις το δένδρο το πουλί το γαλάζιο
αμαρτία, αμαρτία, πως μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε εσείς, ο ίδιος ο έρωτας
κι ο έρωτας αμαρτία, Ελένη, Μάρω, Ηλέκτρα, Δήμητρα, παιδιά μας, τα παιδιά μας
πόσες γενιές παιδιά μας σε αδιαίρετο χρόνο χωρίς χρόνο
στα στάχυα και στα σύρματα στη γραφομηχανή, στον τηλεβόα
έρωτές μας, παιδιά μας,σκοτωμένα παιδιά μας, έρωτές μας
Για τίποτε άλλο να μην έχουμε μάτια παρά μόνο για σας. Τιποτ΄άλλο.
Ω! ανήμπορο ποίημα, ανήμπορο, ανήμπορο, ατελέσφορο
επάνω από δύο στίχους σταυρωμένους σταυρώνω τα χέρια και σωπαίνω
βράχος, το μέγα κόκκινο, δεύτερη πόρτα, πέμπτη πόρτα κι η δωδέκατη κλεισμένη
χτύπημα της γροθιάς στον τοίχο χτύπημα της πέτρας στην πέτρα
-μ΄ακούς; άκουσέ με, εγώ σ΄ακούω,
δύο σιωπές κάνουν μια φωνή κι ένα μεγάλο τεντωμένο χέρι.

Όμως, όσα κι αν χάσαμε, όσα κι αν προδώσαμε, όσα κι αν εγκαταλείψαμε "παιδιά μας,σκοτωμένα παιδιά μας, έρωτές μας για τίποτε άλλο να μην έχουμε μάτια παρά μόνο για σας", δεν πρέπει να ξεχάσουμε, να προδώσουμε, να εγκαταλείψουμε το μέλλον. Τα νειάτα. Πόσο ανήμπορα είναι τα όμορφα λόγια, "ανήμπορο ποίημα, ανήμπορο, ανήμπορο, ατελέσφορο". Γι' αυτό τα λόγια πρέπει να είναι λίγα, "επάνω από δύο στίχους σταυρωμένους σταυρώνω τα χέρια και σωπαίνω" και να σκεφτούμε, γιατί δεν πρέπει να ξεχάσουμε την έχθρα, τον αυταρχισμό, την βία το ψέμμα. "Εγώ σ' ακούω, δυο σιωπές κάνουν μια φωνή κι ένα μεγάλο τεντωμένο χέρι". Για να να ενωθούμε, να γίνουμε πολλοί και να συνεχίσουμε τον αγώνα προς την ελευθερία και το ωραίο.

******** 
Και μετά;


ΑΘΗΝΑ 19 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
Με τους αγκώνες στηριγμένους στην ποίηση, με τα μάτια κλεισμένα στις παλάμες
ακούω τη φωτιά. Ανεβαίνει. Σκοτωμένοι επί τόπου μπροστά στο παράνομο μικρόφωνο
κι η φωνή τους ακόμα.. – Αδέρφια, αδέρφια, πάνω απ΄το αίμα τους, με το αίμα τους
πάνω από την αγρυπνισμένη Αθήνα
Πως μπορείτε λοιπόν; Πως μπορείτε;

Ο καθένας θα εργασθεί με την σκαπάνη του, για το ιδανικό της ελευθερίας. Κι ο ποιητής με την δική του. Δεν μπορεί να ξεχάσει τις θυσίες και τις μάχες για την ελευθερία και το ωραίο, την νεότητα και το μέλλον της. Ποιός μπορεί; Υπάρχει κανείς που μπορεί;


**********
Η ζωή συνεχίζεται  αμέριμνη.

20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

Μάζεψαν τα οδοφράγματα, πλύναν τα αίματα, τα μισά παιδιά πήγαν σχολείο
οι γυναίκες βγήκαν για ψώνια, στη γωνιά ένα καμένο αυτοκίνητο
πλύναν τα ρούχα τ΄απλώσαν στις ταράτσες μυστικά-μυστικά μη φανούνε σαν άλλες σημαίες
κλειστά νοικοκυριά, το κρεμμύδι, η πατάτα, το λάδι
το αλάτι χυμένο στο δρόμο το ίδιο και τ΄αλεύρι,
μες στο ψυγείο το κόκκινο πουλί μ΄όλα του τα φτερά
Απ΄το θάνατο αρχίζουμε – έτσι έλεγε- απ΄το θάνατο αρχίζουμε πάλι
επάνω από τη μεγάλη γκρεμισμένη σκάλα
τι να κάνουμε -είπε- να ξεχαστούμε; θα ξεχάσουμε πάλι;
Σκεπασμένοι στην τρύπια κουβέρτα ως πάνω στα μάτια
λίγο λίγο θα βγάλεις το ΄να πόδι δοκιμάζοντας τον αέρα τη σιωπή το σκοτάδι
αργότερα τα χέρια, τελευταίο το κεφάλι.
Απέναντι η καρέκλα, τα τσιγάρα τα σπίρτα και το φως κολλημένο στον τοίχο
μια τεράστια κίτρινη αφίσα
Ώρα μεγάλη! ώρα σκληρή! ώρα αδειασμένη απ΄την δειλή μακροθυμία των στίχων
εδώ ό,τι πια θα πει θα ΄ναι το αίμα
Ω! κακόφημη ζωή ληστεμένη

Τάχα πως δεν έγινε τίποτα. Αλλά, ο αυταρχισμός δεν παραλείπει να τιμωρήσει τους αντιρρησίες με τις γνωστές του  μεθόδους "μες στο ψυγείο το κόκκινο πουλί μ΄όλα του τα φτερά".* Κι εδώ: "Απ΄το θάνατο αρχίζουμε – έτσι έλεγε- απ΄το θάνατο αρχίζουμε πάλι επάνω από τη μεγάλη γκρεμισμένη σκάλα
τι να κάνουμε -είπε- να ξεχαστούμε; θα ξεχάσουμε πάλι;" μοιάζει, ο ποιητής, να μην θέλει να αφήσει ετούτη την ευκαιρία να ξεχαστούν οι "αγώνες για δικαιοσύνη και ελευθερία" και κρατάει τη μνήμη για τα φονικά, για να διατηρήσει  αναμμένη την σπίθα του επόμενου ξεσηκωμού. "Μεγάλη και σκληρή ... ώρα αδειασμένη απ΄την δειλή μακροθυμία των στίχων εδώ ό,τι πια θα πει θα ΄ναι το αίμα". Του ξεσηκωμού για την (τότε) συκοφαντημένη και καταληστεμένη ζωή των αγωνιστών που τιμωρήθηκαν ("κακόφημη ζωή ληστεμένη" ).

********
Η διατήρηση της μνήμης "της τιμωρίας  των αγωνιστών"

22 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
Αργά που μεγαλώνει το μαχαίρι, αυτός που σιωπεί
δεν είναι που δεν έχει τίποτα να πει
δεν είναι τα δώδεκα καρφιά στον τοίχο, η ακρίδα στο ποτήρι
είναι που περιμένει να ξεσφίξουν τα σαγόνια του

γίνεται αγιάτρευτο μίσος "Αργά που μεγαλώνει το μαχαίρι", κι η σιωπή  των αγωνιστών, γίνεται εκείνη η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι για νέους αγώνες, καθώς λέει ο ποιητής " η ακρίδα στο ποτήρι είναι, που περιμένει να ξεσφίξουν τα σαγόνια..." για να καλέσουν στην νέα εξόρμηση....

****************** 

 
* Σημείωση: [Η πολιτική στράτευση του ποιητή είναι ολοφάνερη, και είναι καλά γνωστή. Η ιστορία, πάντως, δεν επιβεβαιώνει αυτό που ο ποιητής εννοεί για τις ημέρες πολυτεχνείου. Το κακό είναι πως ποιητής μας άφησε για την αιωνιότητα, την χρονιά που κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός,  ιδανικό στο οποίο στρατεύθηκε].

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου